Υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ δείχνουν τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας που δημοσιοποιήθηκαν χθες. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προιόν αυξήθηκε το β΄ τρίμηνο του 2003 με ρυθμό 4,4% και δημιουργεί αισιοδοξία στην κυβέρνηση. Ειδικότερα τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας αναφέρουν τα ακόλουθα:
Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ): To δεύτερο τρίμηνο του 2003 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4,4% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2002. Η αύξηση αυτή διαδέχεται τις ιδιαίτερα σημαντικές αυξήσεις του ΑΕΠ κατά 4.3% το προηγούμενο τρίμηνο και 4,2% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2002.
Τελική Κατανάλωση: Οι δαπάνες για τελική κατανάλωση το πρώτο τρίμηνο του 2003 αυξήθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγουμένου έτους κατά 3,8%, συμβάλλοντας κατά 2,4% στην αύξηση της συνολικής ζήτησης. Η αύξηση αυτή υπολείπεται από την αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ, γεγονός που έχει ως συνέπεια τη μείωση του σχετικού μεριδίου της τελικής κατανάλωσης στη συνολική ζήτηση.
Επενδύσεις: Οι επενδύσεις στο δεύτερο τρίμηνο του 2003 αυξήθηκαν κατά 8,6% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η αύξηση αυτή των επενδύσεων συνέβαλε στην αύξηση της συνολικής ζήτησης της οικονομίας κατά 1,7%. Ο ρυθμός ανόδου των επενδύσεων ξεπερνά κατά πολύ τον αντίστοιχο ρυθμό του ΑΕΠ με αποτέλεσμα να αυξηθεί το σχετικό μερίδιο των επενδύσεων στην τελική ζήτηση της οικονομίας.
Εξαγωγές: Το δεύτερο τρίμηνο του 2003, οι εξαγωγές αυξήθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2002 κατά 1,0% συνεισφέροντας στην αύξηση της συνολικής ζήτησης της οικονομίας με ποσοστό 0,16% Η αύξηση αυτή είναι μικρότερη από την αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ, γεγονός που έχει ως συνέπεια τη μείωση του σχετικού μεριδίου των εξαγωγών στη συνολική ζήτηση.
Εισαγωγές: To δεύτερο τρίμηνο του 2003 οι εισαγωγές αυξήθηκαν σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2003 κατά 1,7%. Η αύξηση αυτή είναι μικρότερη από την αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ, υποδηλώνοντας τη μείωση του σχετικού μεριδίου των εισαγωγών στη συνολική προσφορά της οικονομίας. Επίσης, η αύξηση των εισαγωγών είναι μεγαλύτερη αυτής των εξαγωγών, γεγονός που καταδεικνύει τη μείωση της σχετικής συμβολής των ημεδαπών προϊόντων στην εγχώρια τελική ζήτηση.