Και όμως, το κράτος παραμένει κυρίαρχο στην Εθνική Τράπεζα

Και όμως, το κράτος παραμένει κυρίαρχο στην Εθνική Τράπεζα

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H πώληση από τη ΔΕΚΑ 28 εκατομμυρίων μετοχών της Εθνικής Τράπεζας που αντιστοιχούν στο 11% του μετοχικού της κεφαλαίου, υπήρξε αφορμή για έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Ο υπουργός Οικονομίας κ. Νίκος Χριστοδουλάκης προέταξε τη μείωση της συμμετοχής του κράτους στην Εθνική Τράπεζα, θέλοντας να υποβαθμίσει -και λογικό είναι- τον εισπρακτικό χαρακτήρα της απόφασής του.

Η αντιπολίτευση -κάθε πτέρυγας και απόχρωσης- εξαπέλυσε πυρά που ξεκινούν από την παγιωμένη θέση του ξεπουλήματος και φθάνουν μέχρι τον κίνδυνο να χάσει η Εθνική το ρόλο της και το Δημόσιο τον έλεγχο.

Θεωρητικά η Εθνική Τράπεζα δεν είναι κρατική και η διοίκησή της εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων και δεν υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο.

Ουδείς όμως αυταπατάται ότι η ανεξαρτησία στην εκλογή της διοίκησης έχει πλήρη εφαρμογή. Δεν αποτελεί καν μυστικό ότι οι διοικήσεις εξακολουθούν να «διορίζονται» από τον εκάστοτε υπουργό Οικονομίας. Απλώς επί της διαδικασίας τηρούνται οι θεσμοθετημένοι κανόνες και αντί η κυβέρνηση να απολύει, «παραιτεί» μετ’ επαίνων ευχαριστώντας τα απερχόμενα στελέχη για τις υπηρεσίες τους.

Τι είναι αυτό λοιπόν που καθορίζει τον κρατικό χαρακτήρα της τράπεζας;

Η μετοχική σύνθεση ή ο διοικητικός ουσιαστικός έλεγχος;

Αν δεχθούμε ότι είναι η μετοχική σύνθεση, τότε η πώληση του 11% θα μπορούσε -θεωρητικά πάντα- να δημιουργήσει πρόβλημα. Στην πραγματικότητα δεν δημιουργεί απολύτως κανένα. Γιατί το Δημόσιο έμμεσα ή άμεσα εξακολουθεί να ελέγχει ένα πολύ υψηλό ποσοστό της τάξεως του 40%!

H ΔΕΚΑ μετά την πώληση του 11% εξακολουθεί να διατηρεί στην κατοχή της το 10% της Εθνικής (κατείχε το 21% εκ του οποίου το 7,7% αντιστοιχούσε στις μετοχές Εθνικής που πέρασαν στη ΔΕΚΑ από τα χαρτοφυλάκια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, και το 9% περίπου επανήλθε στην κατοχή της υπό τη μορφή μετοχών -γιατί διατηρούσε το δικαίωμα ψήφου- τον περασμένο Ιούλιο με τη λήξη του ομολογιακού δανείου).

Ο λοιπός δημόσιος τομέας κατέχει το 6,6%. Οι θυγατρικές του ομίλου της ETE κατέχουν το 4,9%. Τα ασφαλιστικά ταμεία είχαν ήδη το 17,1% ποσοστό που αυξήθηκε μετά την πώληση του 11%, καθώς τα Ταμεία περιλαμβάνονται στους θεσμικούς επενδυτές εσωτερικού, οι οποίοι κάλυψαν το 1/3 της συνολικής έκδοσης στο πρόσφατο book building.

H αυξημένη συμμετοχή του Δημοσίου δεν διαφοροποιεί βέβαια τον λειτουργικό χαρακτήρα της τράπεζας, η οποία εφαρμόζει ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, ούτε αναιρεί φυσικά τα αποτελέσματα της προσπάθειας που η ίδια διοίκηση κατέβαλε επί σειράν ετών για την εξυγίανση της τράπεζας.

Σήμερα, μετά την πρόσφατη διάθεση του 11% οι θεσμικοί επενδυτές εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχουν ένα ποσοστό που προσεγγίζει το 35%. Αν στο ποσοστό αυτό προστεθούν οι μετοχές που κατέχουν τα ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία το ποσοστό των θεσμικών συνολικά προσεγγίζει το 50%.

Αυτό σημαίνει ότι ενισχύεται μεν η «πολυμετοχικότητα», αλλά δεν ενσωματώνει κανένα απολύτως κίνδυνο απώλειας του ελέγχου.

Η Εθνική Τράπεζα με τον ημικρατικό της χαρακτήρα και με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργίας αποτελεί το «τέλειο άλλοθι» στην άσκηση πολιτικής για κάθε κυβέρνηση, είτε λέγεται σοσιαλιστική είτε φιλελεύθερη.

Κι επιπλέον η διατήρηση αυτού του ευέλικτου καθεστώτος εξυπηρετεί κατά περίπτωση και το ταμειακό πρόβλημα του Δημοσίου. Θεωρητικά, η Εθνική έχει «πουληθεί» πολλές φορές μέχρι σήμερα, αποφέροντας σημαντικά έσοδα στα δημόσια ταμεία, ενώ υπήρξε στο πρόσφατο σχετικά παρελθόν περίοδος που το Δημόσιο αμιγώς δεν κατείχε ούτε 1% της τράπεζας, χωρίς ποτέ να απολέσει επί της ουσίας τον έλεγχο.

Για τους παραπάνω λόγους, είναι σαφές ότι καμία κυβέρνηση στο εγγύς τουλάχιστον μέλλον δεν πρόκειται να επιδείξει τόση γενναιότητα, ώστε να προχωρήσει σε αποκρατικοποίηση της Εθνικής Τράπεζας. Οπως επίσης καμία κυβέρνηση δεν θα τολμήσει ποτέ να «αγγίξει» το πρόβλημα της Αγροτικής, καλυπτόμενη πίσω από τα δήθεν επιχειρήματα της αναγκαιότητας διατήρησης του κοινωνικού χαρακτήρα της τράπεζας απέναντι στη μεγάλη μερίδα του αγροτικού πληθυσμού.

Με τη διαφορά ότι κάθε κυβέρνηση μπορεί από την Εθνική να αντλεί έσοδα, ενώ για την Αγροτική συνήθως πρέπει να διαθέτει πόρους.

Η διαρθρωτική και η οικονομική πολιτική της όποιας κυβέρνησης περνά έμμεσα από την Γεωργίου Σταύρου και ο ρόλος της Εθνικής Τράπεζας είναι κρίσιμος και καθοριστικός πολλές φορές στην οικονομική ζωή του τόπου, γεγονός που επιβάλλει στην ETE να παραμείνει μια εθνική τράπεζα.

Ακόμα και από το γεγονός ότι ο εκάστοτε διοικητής της Εθνικής Τράπεζα εξ οφίτσιο αναλαμβάνει τη θέση του προέδρου της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών καταδεικνύει το ρόλο και τη δύναμη επιρροής στο ισχυρό τραπεζικό σύστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για το χατίρι της κυβέρνησης και των συνδικαλιστών της OTOE, η υποχώρηση των ελληνικών τραπεζών και η αποδοχή -έστω και με το ζόρι- του αιτήματος καταβολής πάγιας αποζημίωσης στο σύνολο των τραπεζοϋπαλλήλων το 2001 για την εισαγωγή του ευρώ.

Δεν είναι λοιπόν η Εθνική μέσω της οποίας θα επεδίωκε η κυβέρνηση να ανοίξει τον κύκλο της αναδιάρθρωσης του συστήματος.

Το «φιλέτο» σ’ αυτό το επίπεδο είναι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, για το οποίο ήδη έχει ξεκινήσει κι είναι βέβαιο ότι θα οξυνθεί η πολιτική αντιπαράθεση. Ποια κυβέρνηση δεν θα ήθελε άλλωστε να καθορίσει το παιχνίδι και να μοιράσει την πίτα και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή