Αναχρονιστικά τα μέτρα αστυνόμευσης της αγοράς

Αναχρονιστικά τα μέτρα αστυνόμευσης της αγοράς

3' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θα αποτολμήσω μια ενδιαφέρουσα -πιστεύω- αναδρομή σε μια εποχή που κυριαρχήθηκε από τις μεταπολεμικές εμφύλιες διαμάχες μας, οι οποίες διαιώνισαν δυστυχώς για πολλά χρόνια το κοινωνικο-οικονομικό χάος, της ρημαγμένης από τον πόλεμο οικονομίας μας.

Οι ιστορικοί έχουν ασχοληθεί εξαντλητικά με τα κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα εκείνης της ταραγμένης εποχής. Εγώ νιώθω αδύναμος και ακατάλληλος να ασχοληθώ με τα γεγονότα αυτά, οφείλω όμως να φωτίσω κάποιες όχι πολύ γνωστές πτυχές της μεταπολεμικής μας διαδρομής, που σχετίζονται με την προσπάθεια κάλυψης των βιοτικών αναγκών του λαού και δημιουργίας στοιχειωδών κανόνων λειτουργίας της αγοράς.

Τρεις αρμοδιότητες

Αμέσως μετά τον πόλεμο δημιουργείται το υπουργείο Εφοδιασμού και Διανομών (μετέπειτα Εμπορίου), στο οποίο ανατίθενται τρεις βασικές αρμοδιότητες: (α) να διαχειρισθεί για την πενταετία 1948-1953 την οικονομική βοήθεια του Σχεδίου Μάρσαλ, ενός δισεκατομμυρίου δολλαρίων, (β) να σχηματίσει κρατικά αποθέματα τροφίμων και να τα διανείμει σύμφωνα με τις κοινωνικές ανάγκες που είχαν προκληθεί από την παντελή ανυπαρξία παραγωγής και (γ) να πατάξει με αυστηρότατες, συχνά συνοπτικές, διαδικασίες την αισχροκέρδεια και τον μαυραγοριτισμό που είχαν εμφανισθεί εξαιτίας των μεγάλων ελλείψεων.

Ετσι λοιπόν, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας για την ομαλοποίηση της ανύπαρκτης αγοράς, η μορφή της οποίας δεν έχει καμία σχέση με εκείνη που γνώρισαν οι μετέπειτα γενεές, εκδόθηκε ο περίφημος Αγορανομικός Κώδικας (Ν.Δ. 136/1946), ο οποίος δυστυχώς ισχύει ατόφιος ακόμη και σήμερα!

Αγαθά

Το νομοθέτημα αυτό διέκρινε τα διάφορα αντικείμενα, παροχές και βιοτικές ανάγκες σε επουσιώδη και σε ουσιώδη. Για τα επουσιώδη αγαθά, όπως είναι αυτονόητο, δεν μπορούσε να υπάρχει αγορανομική παρέμβαση, ενώ αντίθετα ο έλεγχος αφορούσε τα ουσιώδη, που διακρίνονταν σε ουσιώδη εν επαρκεία και σε ουσιώδη εν ανεπαρκεία.

Ο νεολογισμός με τον οποίο θέλουμε να εκφράσουμε την ελλειμματικότητα πολλών αφηρημένων εννοιών (ήθους, θάρρους, πολιτικής ευαισθησίας, ευθυνών κ.λπ.) ως «ειδών εν ανεπαρκεία» έχει τις ρίζες του στην έλλειψη βασικών ειδών διατροφής εκείνη την εποχή!

Τα ουσιώδη εν επαρκεία είδη αντιμετωπίζονταν προληπτικά και μόνο όταν η σχετικά ελεύθερη διαμόρφωση της τιμής διάθεσής τους στην κατανάλωση περιείχε υπερβολικό κέρδος, ενώ τα ουσιώδη εν ανεπαρκεία ελέγχονταν κατασταλτικά με τον ακριβή καθορισμό της τιμής τους (διατίμηση) ή του ανώτατου επιτρεπόμενου ποσοστού κέρδους (μικτού ή καθαρού ανά περίπτωση). Για να υπάρξει μετάταξη ενός αγαθού από την κατηγορία των επουσιωδών στην κατηγορία των ουσιωδών, έπρεπε να προηγηθεί έρευνα που να θεμελιώνει τον χαρακτηρισμό του ως βασικού για τη διατροφή ή τις ανάγκες του λαού και να εγκριθεί από ειδική αγορανομική επιτροπή η σκοπιμότητα της όλης διαδικασίας μετάταξής του. Από την ίδια επιτροπή προσδιοριζόταν και ο βαθμός παρέμβασης, ως χαλαρής (δίωξη μόνο για υπερβολικό κέρδος) ή αυστηρής (υποχρεωτική τήρηση της διατίμησης ή του ποσοστού κέρδους). H γνώμη της επιτροπής στην οποία συμμετείχαν δικαστικοί, πανεπιστημιακοί και εκπρόσωποι παραγωγικών τάξεων και καταναλωτών εξασφάλιζε την αντικειμενικότητα και τη δημοκρατικότητα των μέτρων.

Σήμερα -που οι αγορανομικές μέθοδοι έγιναν της μόδας- όλες αυτές οι διαδικασίες παραβλέπονται με έναν αυταρχικό και αυθαίρετο τρόπο, τα δε μέτρα αστυνόμευσης της αγοράς, εκτός του αναχρονιστικού τους χαρακτήρα, δείχνουν περιφρόνηση στις δημοκρατικές αρχές και τους νόμους, που διασφαλίζονται μόνο όταν η πολιτική εξουσία και οι διοικητικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τους τη γνώμη των ενδιαφερομένων και των συλλογικών οργάνων που κατά νόμον πρέπει να συμφωνήσουν.

Απολιθώματα

Και εύλογα γεννάται το ερώτημα: ποια σχέση έχει η σημερινή μορφή της αγοράς με τις ελλείψεις, την αναρχία και την ανεπάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, που εξιστόρησα στην αρχή της παρούσης ανάλυσής μου; Τα μέτρα εκείνης της εποχής φαντάζουν πλέον σαν απολιθώματα που έχουν ιστορική μόνο σημασία.

Και ακόμη, κατά την άποψή μου, υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες αν όλα τα δρώμενα τον τελευταίο καιρό στο υφυπουργείο Εμπορίου είναι συμβατά με τη γενικότερη οικονομική πολιτική της χώρας μας και αν έχουν εκτιμηθεί οι παρενέργειες στην πολύχρονη και επίπονη προσπάθεια μιας ουσιαστικής σύγκλισης με τις οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Εκανα μια σύντομη ιστορική αναδρομή για να καταδείξω το ανεδαφικό της επίκλησης και επιστράτευσης μέτρων αστυνόμευσης της αγοράς, που ήταν αναγαία πριν από 50-60 χρόνια. Τα μέτρα αυτά, αντί να περάσουν στην αποστρατεία και τη λήθη μιας ταραγμένης εποχής, γίνονται αντικείμενο «φιλολαϊκών» παρεμβάσεων επικοινωνιακού χαρακτήρα. Και για να χρησιμοποιήσω τους χαρακτηρισμούς του Αγορανομικού μας Κώδικα του 1946, περισσεύει σήμερα ως «είδος εν επαρκεία» ο πολιτικός αμοραλισμός κάποιων αυτόκλητων σωτήρων μας, ενώ αντίθετα οι γνώσεις, η σεμνότητα και η αποτελεσματικότητα αποτελούν γι’ αυτούς «είδη εν ανεπαρκεία».

(1) O Σταύρος Τσουκαντάς είναι τέως γεν. δ/ντής του υπουργείου Εμπορίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή