Να τους βγάλουμε το καπέλο λοιπόν; Εκεί που νομίσαμε ότι η θυσία της Ιφιγενείας τον περασμένο Ιούνιο -θυμάστε, του κ. Λαλιώτη- θα ήταν το πρώτο αιματηρό επεισόδιο στη σειρά παιδοκτονιών και αδελφοκτονιών που θα ακολουθούσαν στο κυβερνοΠΑΣΟΚ μέχρι την εικαζόμενη ήττα του, μας προέκυψε και η θυσία του Αγαμέμνονα. O Αγαμέμνων -γνωστός ως και ο Καταλληλότερος- βάζει το κεφάλι στη λαιμητόμο. Το ισχυρό χαρτί αυτο-καταδικάστησε σε αυτανάφλεξη. Μεσολάβησαν 136 τηλεοπτικές συνδέσεις με το Καστρί, δύο δίσκοι κουραμπιέδες και μελομακάρονα, μερικοί γύροι τζόγκινγκ, άλλες 136 συνδέσεις με την οδό Αναγνωστοπούλου -εκεί δεν κέρασαν ούτε πασατέμπο-, 59 συνδέσεις με τη Χαριλάου Τρικούπη -κι εκεί τσιγγούνηδες ήταν-, 22 συνδέσεις με το Κορακοχώρι Ηλείας, 15 με το Παρίσι, 30 με το Κάραβελ και καμία με τα Δολιανά (καημένη Ιφιγένεια!). Ανοιξαν επίσης τον τελευταίο μήνα – συμπεριλαμβανομένου του Δωδεκαήμερου των Καλλικαντζάρων- 456 τηλεοπτικά παράθυρα, 500 ραδιοφωνικά, καταναλώθηκαν χιλιάδες ώρες εκπομπής ακατάσχετης φλυαρίας στα ερτζιανά γύρω από το ένα και μοναδικό θέμα των ημερών. Σπαταλήθηκαν επίσης πάνω από 2 δισ. ευρώ που έπεσαν γενναιόδωρα στον Γενικό Δείκτη της χαροξεχασμένης Σοφοκλέους για να πάει σήμερα στις 2.400 μονάδες και αύριο-μεθαύριο, ποιος ξέρει, ίσως και στις 3.000 μονάδες. Μέχρι τις 7 Μαρτίου έχει ο Θεός κι έχουν -ακόμη περισσότερο- τα φίλια χαρτοφυλάκια, ξένα και εγχώρια, που συμμετέχουν ατύπως και εκ προοιμίου στις διαδικασίες άμεσης εκλογής του νέου προέδρου του κυβερνοΠΑΣΟΚ. Είναι η τρίτη κάλπη, δίπλα σε αυτές των μελών και των φίλων. Αλλη μια τέταρτη κάλπη προχθές στήθηκε στα dealing rooms της ημεδαπής και της αλλοδαπής, όπου αμερικανικά και ασιατικά funds διαγκωνίζονταν ποιο θα πρωτοαγοράσει ελληνικό χρέος σε δεκαετή ομόλογα. Με τα 13 δισ. ευρώ που γενναιόδωρα διέθεσαν για το πρώτο ομολογιακό δάνειο της χρονιάς, αγόραζαν μαζί με χρέος και μια μερίδα εμπιστοσύνης στην «αλλαγή της αλλαγής» και στον εκσυγχρονισμό του εκσυγχρονισμού που συντελείται εντός κυβερνοΠΑΣΟΚ. Να προσθέσουμε, τέλος, μια πέμπτη κάλπη, αυτή των ευρωατλαντικών εταίρων, συμμάχων και ομολόγων που έσπευσαν να αναφωνήσουν: «Bravo, Giorgos!»
Με τόσες κάλπες, η εκλογή του μοναδικού υποψηφίου προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι βεβαία, και δεν θα χρειαστεί να κινητοποιηθούμε εμείς, οι φίλοι και οι τεθλιμμένοι συγγενείς, στις 8 Φεβρουαρίου. Δυστυχώς, δεν ισχύει το ίδιο για τις 7 Μαρτίου.
Να τους βγάλουμε το καπέλο, λοιπόν; Να αναγνωρίσουμε ότι έχουν αναγάγει την πολιτική, όχι απλώς σε επάγγελμα και τέχνη, αλλά σε αριστοτεχνικό τέχνασμα με εκπλήξεις, σασπένς, ανατροπές και μεγάλες συγκινήσεις; Το κυβερνοΠΑΣΟΚ μετέτρεψε ήδη τη σίγουρη ήττα της 7ης Μαρτίου σε ντέρμπι απρόβλεπτης έκβασης; Αν σκεφτούμε το πράγμα με όρους επαγγελματικής (δηλαδή, δημοσιογραφικής) διαστροφής, ίσως να ‘ναι κι έτσι.
Δεν ξέρω αν, πράγματι, ο Καταλληλότερος είχε εκπονήσει από καιρό το σχέδιο έκτακτης ανάγκης ή αν αυτό εφευρέθηκε μόλις πριν από ένα μήνα, όταν ο ίδιος, οι σύμβουλοι και οι παρακοιμώμενοι πείστηκαν ότι τα Πακέτα και οι Χάρτες αποδείχθηκαν άσφαιρα.
Δεν ξέρω επίσης, αν το επικουρικό σενάριο της ευρωπαϊκής καριέρας του κ. Σημίτη έχει έστω και κάποιον ελάχιστο ρεαλισμό στο προεκλογικό δίμηνο που απομένει. Ακόμη και αν γίνει κάποιο θαύμα και επιβεβαιωθεί, δεν νομίζω ότι αποτελεί την καλύτερη επένδυση για το ρισκαδόρικο στοίχημα μιας τρίτης νίκης του ΠΑΣΟΚ. O μέσος ενημερωμένος Ευρωπαίος έχει ήδη παρατηρήσει ότι στην ηγεσία της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών εξοστρακίζονται συνήθως αποτυχημένοι πολιτικοί και τεχνοκράτες, συχνά και με το στίγμα ενός σκανδάλου στη χώρα τους. Επειτα, αποκτούν ευρωπαϊκό πρεστίζ και επανέρχονται ως πολιτικοί σωτήρες στον εθνικό πολιτικό στίβο. Πρόντι, καλή ώρα, στην παραίτηση του οποίου αρκετοί επενδύουν και εδώ πολιτικές ελπίδες.
Ετσι κι αλλιώς, η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στον οίκο Παπανδρέου δεν μηδενίζει το κοντέρ της αναμέτρησης. Εχει όμως κάποια ορατά πολιτικά αποτελέσματα.
Πρώτον, το μπλοκ των οικονομικών λόμπι που αποτέλεσαν το πρώτο και πιο ενθουσιώδες fuclub του εκσυγχρονισμού το 1996, ανασυγκροτείται. H ευμενής ουδετερότητα, η ηττοπαθής αποστασιοποίηση, οι γέφυρες που δειλά στήθηκαν προς τη Ρηγίλλης, εγκαταλείπονται. Οι φίλιες δυνάμεις στοιχίζονται δίπλα στο ανανεωμένο πολιτικό ιερατείο της Χαριλάου Τρικούπη.
Δεύτερον, το ίδιο fuclub ενδέχεται να διευρύνεται κιόλας, πέρα από το στενό πλαίσιο των γνώριμων προμηθευτών και εργολάβων. Τώρα που στερεύει ο πακτωλός των ΚΠΣ, τώρα που έχει προεξοφληθεί το οικονομικό προϊόν των Ολυμπιακών Αγώνων, πολλοί μεγαλοσχήμονες των επιχειρηματικών ομίλων αναρωτιούνται ήδη ποιος πολιτικός διαμεσολαβητής διαθέτει το πιο έγκυρο διαβατήριο (όχι βίζα!) στις ξένες αγορές, στα διεθνή οικονομικά σαλόνια και στα διεθνή πολιτικά λόμπι που μπορούν να εγγυηθούν ροή κεφαλαίων και στη φτωχογειτονιά μας. Στο πεδίο αυτό, μεταξύ των δύο μονομάχων, το συγκριτικό πλεονέκτημα διαθέτει ο sportsmaτου Καστρίου.
Τρίτον, είναι ήδη προφανής η ευμενής κινητοποίηση αυτού που κατ’ ευφημισμόν στην Ελλάδα αποκαλούμε αγορά. Τα καθημερινά γκαλοπάκια της Σοφοκλέους προσμετρώνται ήδη στο μεταλλασσόμενο κυβερνοΠΑΣΟΚ. Και έχω την αίσθηση ότι μέχρι τον Μάρτιο πολλοί κωδικοί θα αφυπνιστούν από τον τριετή λήθαργό τους και πολλά οικονομικά χάπενιγκ θα τροφοδοτήσουν μια ελεγχόμενη άνοδο του δείκτη.
Τέταρτον, η «νέα εθνική αυτοπεποίθηση» που τόσο συχνά επικαλείται ο Καταλληλότερος και η «αλλαγή» που εξαγγέλλει ο Συμπαθέστατος, έχουν ήδη μεταφραστεί σε μια νέα κομματική αυτοπεποίθηση για την κερματισμένη νομενκλατούρα που, ούτε λίγο ούτε πολύ, ετοίμαζε τις αποσκευές της για αναχώρηση από το κράτος. Πατριώτες και διεθνιστές, παπανδρεϊκοί και εκσυγχρονιστές, κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί, σπονδυλωτοί και ασπόνδυλοι, φιλοατλαντιστές και ευρωπαϊστές, σοσιαλφιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες βρήκαν μια νέα αφορμή ενότητας, έστω και με όρους προσωπολατρίας.
Πέμπτον, οι αδύναμοι κρίκοι του κομματικού συστήματος, οι χαλαροί ψηφοφόροι διαμαρτυρίας, έχουν επαρκή προσχήματα να ενδώσουν στη γοητεία ενός πολιτικού που κατά καιρούς έριξε βλέμματα συμπαθείας σε κινήματα, πήρε αντιαπαγορευτικές θέσεις για τα ναρκωτικά, επέκρινε συμπεριφορές θρησκευτικού σκοταδισμού, στηλίτευσε εκρήξεις φυλετικού και κοινωνικού ρατσισμού και αποστασιοποιήθηκε από παρεκτροπές κρατικού αυταρχισμού.
Γενικώς, τα έχει όλα και συμφέρει, σαν ένα μεγάλο πολυκατάστημα. Και αν ο αείμνηστος πατήρ ήταν ο εφευρέτης του πολυσυλλεκτισμού, που φιλοξένησε στην προσωπική κομματική του στέγη από ανυποψίαστους συντηρητικούς κεντρώους μέχρι ανέμελους τροτσκιστές, ο υιός έχει εμπλουτίσει αυτό το χάρισμα σε κατευθύνσεις αδιανόητες για την πρώτη δεκαετία της «Αλλαγής». Τελικώς, όλοι δικοί μας είμαστε.
Πάμε για ντέρμπι, λοιπόν; Θα ίσχυε αυτή η εκτίμηση, αν οι εκλογείς έκαναν τις επιλογές τους με τόσο σύνθετα κριτήρια, τόσο πολύπλοκους συνειρμούς όσο νομίζουν οι εξ επαγγέλματος σεναριοογράφοι και σεναριολόγοι της πολιτικής. Αλλά τα πράγματα είναι πιο απλά. Πρώτον, υπάρχει αυτός ο ανεξέλεγκτος κορεσμός για το overdose κυβερνοΠΑΣΟΚ της τελευταίας 22ετίας. Δεύτερον, υπάρχει μια εξίσου ανεξέλεγκτη αίσθηση «χασούρας» σε κόσμο που τσουρουφλίστηκε από την ευρω-ακρίβεια, που μπήκε μέσα στην νεοεπενδυτική υστερία του 1999, που έχασε δουλειές στην ευφορία του οικονομικού εκσυγχρονισμού. Τρίτον, υπάρχει ένας επίσης ανεξέλεγκτος και αμέτρητος στις δημοσκοπήσεις θυμός, ένα αίσθημα αδικίας που γεννά ο χορός των εκατομμυρίων ευρώ, κοινοτικών και δημόσιων, που μεταφράζονται σε πηγή πλουτισμού για μιαν αξιόλογη μειοψηφία μικρών, μικρομεσαίων και μικρομέγαλων και γίνονται αιτία οικονομικής υποβάθμισης για μιαν ακόμη πιο αξιόλογη πλειοψηφία οικονομικά περιθωριοποιημένων. Κυκλοφορεί πολύς νέος πλούτος στην Ελλάδα, αλλά καταλήγει σε λάθος τσέπες. Και αυτό θυμώνει πολλούς.
Αυτές τις ανεξέλεγκτες διαθέσεις της σιωπηρής πλειοψηφίας δεν τις έχουν μετρήσει οι δημοσκοπήσεις που έγιναν ούτε αυτές που θα έλθουν, διορθώνοντας τη μεγάλη ψαλίδα. Ισως να κρύβονται μέχρι τέλους πίσω από το ΔΞ/ΔΑ των γκάλοπ. Ισως φιλοξενηθούν προσωρινά στη χαλαρή ψήφο προς τα κόμματα της Αριστεράς. Και ίσως εκραγούν εκδικητικά στο τέλος, υπέρ του άλλου πόλου, χωρίς να ρίξουν έστω και μια ματιά στο πρόγραμμά του. Το δικομματικό αποτέλεσμα, μέχρις αφανισμού των άλλων κομμάτων, θα είναι βέβαια καταθλιπτικό για τον πολιτικό μας πολιτισμό. Θα πληρώσουμε έτσι το τίμημα μιας πεισματικής και με κάθε μέσο προσπάθειας συντήρησης στη διακυβέρνηση. Τον «εγωισμό της μονιμότητας στην εξουσία», που θα ‘λεγε και ο κ. Σημίτης, αν δεν ήταν θύμα του ίδιου συνδρόμου.