Αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών

Αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών

6' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με αφορμή τα χρηματοοικονομικά σκάνδαλα των τελευταίων ετών, στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, η συζήτηση για τη σκοπιμότητα καθιέρωσης αρχών εταιρικής διακυβέρνησης εμφανίζεται πλέον παρωχημένη και ο προβληματισμός επικεντρώνεται στον βαθμό αποτελεσματικότητας των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζονται στην πράξη. Ο προβληματισμός καθίσταται εντονότερος, εάν αναλογιστεί κανείς ότι τα σκάνδαλα εντοπίστηκαν σε εταιρείες μεγάλου μεγέθους, αλλά και καλής φήμης στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Εκ του αποτελέσματος, μπορεί συνεπώς κανείς βάσιμα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι απαιτείται πρόσθετη προσπάθεια, ώστε τα ισχύοντα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης να βελτιωθούν περισσότερο, για να αποτρέπονται κρούσματα καταχρηστικής συμπεριφοράς. Αυτά τα κρούσματα, σήμερα, αποκαλύπτονται στο επίπεδο όχι μόνο των εισηγμένων σε χρηματιστήριο εταιρειών, αλλά και των αμοιβαίων κεφαλαίων, που, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, ήταν απομακρυσμένα από κάθε χρηματοοικονομική απάτη.

Τα πορίσματα πρόσφατης έρευνας, που διενεργήθηκε για λογαριασμό του περιοδικού In-vestment and Pensions Euro-pe, αποκαλύπτονται, πράγματι, ανησυχητικά. Το 90% των Αμερικανών μετόχων πιστεύει ότι οι ατασθαλίες που δημοσιοποιήθηκαν στις ΗΠΑ επηρέασαν αρνητικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών στη χρηματιστηριακή αγορά. Στην Ευρώπη, ποσοστό 56% των διαχειριστών συνταξιοδοτικών σχημάτων θεωρεί ότι η εμπιστοσύνη μειώθηκε σοβαρά, ενώ ποσοστό 44% έχει την εντύπωση ότι η μείωση της εμπιστοσύνης, αν και όχι σοβαρή, υπήρξε πάντως σε κάποιο βαθμό. Επισημάνθηκε όμως εξίσου -εύστοχα- από κάποιο διαχειριστή ότι το μέγεθος της απώλειας της εμπιστοσύνης εξαρτάται και από τον βαθμό γνώσης του τρόπου λειτουργίας της αγοράς. Από αυτήν τη γνώση, πράγματι, καθίστανται αντιληπτοί και αξιολογούνται οι υφιστάμενοι κίνδυνοι. Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης εμφανίζεται εξάλλου σε περιόδους πτωτικών τάσεων του χρηματιστηρίου. Οταν οι τιμές των μετοχών ανεβαίνουν, οι επενδυτές δεν ανησυχούν για το ήθος των προσώπων που ασκούν τη διοίκηση των επιχειρήσεων, η δε άνοδος των τιμών μπορεί να αποκρύψει καταχρηστικές συμπεριφορές. Από την άλλη πλευρά όμως, υπογραμμίζεται εξίσου ότι η εμπιστοσύνη στην αγορά επανέρχεται, στο μέτρο που οι αναμνήσεις από αυτά τα σκάνδαλα διαγράφονται, με την πάροδο του χρόνου.

Ως προς τις αιτίες της απώλειας της εμπιστοσύνης στην αγορά, οι διαχειριστές συνταξιοδοτικών σχημάτων θεωρούν, σε ποσοστό 37%, τις «κακές» επενδυτικές επιλογές, ενώ άλλοι υπογραμμίζουν έντονα την προβληματική κατάσταση που προκύπτει από την επένδυση των συνταξιοδοτικών σχημάτων σε μετοχές της εταιρείας που είναι sponsor του σχήματος. Αυτή η κατάσταση έγινε αντιληπτή στις ΗΠΑ, με την κατάρρευση της αξίας της μετοχής εταιρειών, όπου εντοπίστηκαν τα σκάνδαλα. Στο σύνολό τους όμως, οι διαχειριστές δέχονται την «κακή συμπεριφορά» των φορέων διοίκησης των εταιρειών ως την αιτία της απώλειας της εμπιστοσύνης. Παράλληλα, επισημαίνεται και η συμβολή του αναποτελεσματικού λογιστικού ελέγχου, στην απόκρυψη της πραγματικής κατάστασης.

Ως προς την αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων, ποσοστό 22% των διαχειριστών πιστεύει ότι τα πρόσφατα σκάνδαλα στις ΗΠΑ επηρέασαν αρνητικά το σύνολο των αμερικανικών αμοιβαίων κεφαλαίων, ενώ ποσοστό 36% επεκτείνει την αρνητική επίδραση στον θεσμό των συλλογικών επενδύσεων γενικότερα. Τέλος, ποσοστό 44% περιορίζει την απώλεια της εμπιστοσύνης μόνο σε μερικά αμοιβαία κεφάλαια.

Τα ανωτέρω συμπεράσματα οδηγούν στο ερώτημα ποια μπορεί να είναι τα μέτρα που θα συμβάλουν στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην αγορά κινητών αξιών. Ως πρωταρχικά μέτρα, από τους θεσμικούς επενδυτές, κρίνονται η ενίσχυση των συστημάτων ελέγχου της λειτουργίας των επιχειρήσεων, μέσα από ένα αποτελεσματικό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης, που θα βασίζεται, πρώτιστα, στην κατανομή καθηκόντων και τη διαφάνεια. Αυξημένη σημασία προσδίδεται επίσης στη θωράκιση της νομοθεσίας και της εποπτείας των επιχειρήσεων, αν και κάποιοι προτάσσουν τα πλεονεκτήματα της αυτορρύθμισης (self-regula-tion). Προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης του κοινού στην αγορά τείνουν και οι προτάσεις που διατυπώθηκαν στην πρόσφατη έκθεση Richard Bre-eden, που δημοσιεύθηκε στις ΗΠΑ και περιέχει συστάσεις για την ενίσχυση των μηχανισμών προστασίας από περιπτώσεις χρηματοοικονομικής απάτης.

Κάποιοι θέτουν το κέντρο βάρους στην ίδια τη συμπεριφορά των φορέων ενάσκησης εξουσίας στην εταιρεία, οι οποίοι θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από την απαιτούμενη «τιμιότητα» και συνέπεια. Ως μέτρο για την αποτροπή καταχρήσεων προβάλλεται και η εναλλαγή (ro-tation) προσώπων σε ευαίσθητες θέσεις. Η εναλλαγή διευρύνει και τα υποκείμενα του ελέγχου, αφού ο νέος θα εξετάσει και το έργο του παλαιού, στο οποίο, αναπόφευκτα, θα στηριχθεί, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Η κεντρική ιδέα πάντως έγκειται στη διαπίστωση που εξέφρασε, κυνικά μεν πραγματιστικά δε, ο Lord Αctoότι «η εξουσία τείνει να διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Επομένως, η δημιουργία αντίβαρου σε κάθε εξουσία στο πλαίσιο λειτουργίας της επιχείρησης όχι μόνο μειώνει τη διαφθορά, αλλά, επιπρόσθετα, τονώνει την εμπιστοσύνη στην αγορά.

Η βαθμολόγηση των προσώπων που ασκούν την εταιρική διοίκηση και η κατάταξή τους σε «καλούς» και «κακούς» mana-gers επιδρά επίσης στη συμπεριφορά αυτών των προσώπων, αν και πάντοτε παραμένει ενδεχόμενη η στάση «ελπίζω ότι δεν θα αποκαλυφθώ».

Καλοί και κακοί

Η περασμένη χρονιά έχει να επιδείξει χαρακτηριστικά παραδείγματα «καλών» και «κακών» managers:

Στην Ευρώπη, ο Jean-Rene Fourtou, για τα αποτελέσματα που πέτυχε στη διοίκηση της Vivendi, ψηφίστηκε, από το περιοδικό Forbes, ως ο επιχειρηματίας της χρονιάς, για το 2003. Στις ΗΠΑ, το περιοδικό Bu-siness Week, αντίστροφα, μεταξύ των «κακών» managers κατέταξε τον πρόεδρο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, κ. Grasso, με κριτήριο το ύψος των αμοιβών που λάμβανε, με αδιαφανείς διαδικασίες, χωρίς αυτές οι αμοιβές να δικαιολογούνται από το μέγεθος της συμβολής των υπηρεσιών του στην αποτελεσματική λειτουργία του χρηματιστηρίου ως επιχείρησης ούτε να συνάδουν με τις τότε υφιστάμενες συνθήκες της αγοράς. Χαρακτηριστικό των δύο περιπτώσεων είναι ότι ο κ. Fourtou, ως «καλός» mana-ger, υπήρξε διευθύνων σύμβουλος της Vivendi, εταιρείας η οποία είχε καταχωρηθεί στη «μαύρη λίστα» τα προηγούμενα χρόνια, εξαιτίας των σκανδάλων που την είχαν συγκλονίσει. Αντίθετα, ο κ. Grasso, ως κακός manager, υπήρξε διευθύνων σύμβουλος του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, το οποίο συγκαταλέγεται μεταξύ των περισσότερο ποιοτικών αγορών στον κόσμο, από πλευράς οργάνωσης. Και στις δύο περιπτώσεις πάντως, η κρίση για την επιτυχία ή αποτυχία εκφράστηκε με γνώμονα τη συμπεριφορά του συγκεκριμένου προσώπου και όχι την επιχείρηση, στην οποία αυτό παρέχει τις υπηρεσίες του. Η επιχείρηση πάντως μπορεί επίσης να ελεγχθεί, για τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζει, όταν αυτές οι αρχές αφήνουν πεδίο για καταχρήσεις.

Δεν θα πρέπει εξάλλου να διαφύγει της προσοχής ότι η σύνδεση των αμοιβών των προσώπων που ασκούν τη διοίκηση της εταιρείας με τα αποτελέσματά της δημιουργεί γι’ αυτά ένα πρόσθετο κίνητρο, ώστε να παρουσιάσουν τα αποτελέσματα ως ικανοποιητικά, ακόμη και εάν αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η δε τάση παρουσίασης πλασματικών κερδών είναι εντονότερη, όταν οι τιμές των μετοχών διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Πάντως, μόνη η ύπαρξη υψηλών αμοιβών των προσώπων που ασκούν διοίκηση δεν είναι κατακριτέα. Αρκεί το ύψος των αμοιβών να δικαιολογείται από την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Το ανωτέρω παράδειγμα του κ. Fourtou είναι αποκαλυπτικό: οι υψηλές αμοιβές που έλαβε αξιολογήθηκαν θετικά, σε αναλογία με την επιτυχή διεκπεραίωση των υποθέσεων της Vivendi, η οποία δείχνει να ανακάμπτει από τη μεγάλη κρίση όπου είχε περιέλθει.

Διαπιστώνεται ωστόσο πως μόνη η κανονιστική παρέμβαση, για την αποτροπή ή την καταστολή καταχρήσεων αποδεικνύεται ελλειπτική, ως μεθοδολογία διασφάλισης της εμπιστοσύνης του κοινού, όχι απαραίτητα επειδή τα μέτρα που θα υιοθετούνται κάθε φορά θα κρίνονται ως ανεπαρκή, αλλά, κυρίως, επειδή η συμπεριφορά των εμπλεκομένων στη λειτουργία της αγοράς προσώπων εμφανίζει μία κάποια αυτονομία, έναντι του οποιουδήποτε νομικού πλαισίου, το οποίο μπορεί και να μην τηρηθεί. Αυτό το ενδεχόμενο, όμως, δεν αναιρεί την αναγκαιότητα της, τουλάχιστον μέχρις ενός βαθμού, κανονιστικής παρέμβασης, ώστε να σχηματιστεί ένας περίγυρος, εντός του οποίου θα πρέπει να ασκείται η συμπεριφορά των φορέων εξουσίας, μέσα από ένα καθεστώς διαφάνειας και ενημέρωσης. Το νομικό πλαίσιο που θα προκύψει, θα εξοπλιστεί και με τους αναγκαίους μηχανισμούς εξαναγκασμού της τήρησής του, προληπτικού αλλά και κατασταλτικού χαρακτήρα.

Απαραίτητη η αποδοχή «ηθικού» υπόβαθρου

Εξίσου απαραίτητη είναι, πάντως, η αποδοχή ενός «ηθικού» υπόβαθρου, για την επιλογή, από το υποκείμενο της συμπεριφοράς, της στάσης που θα τηρήσει, έχοντας επίγνωση του κοινωνικού ρόλου που επιτελεί, ως φορέα εξουσίας και στην αγορά, όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση. Η εταιρική διακυβέρνηση έρχεται να συμβάλει, κυρίως, σε αυτό το τελευταίο σημείο, εκφράζοντας αυτήν την «ηθική» πτυχή της συμπεριφοράς, η οποία αντανακλάται στη δομή της επιχείρησης και, κατ’ επέκτασιν, στην αγορά. Με δεδομένη όμως την ύπαρξη μιας ελάχιστης κανονιστικής οργάνωσης της αγοράς, από αυτήν την «ηθική», τελικά, εξαρτάται η εμπιστοσύνη στην ίδια την αγορά, όπως ακριβώς, αντίστροφα, η έλλειψη «ηθικής» απομακρύνει αυτήν την εμπιστοσύνη. Η «ηθική» όμως αποτελεί επιστέγασμα μιας κατάλληλης νοοτροπίας, η οποία αποκτάται με την επιμόρφωση. Ηδη, προς αυτήν την κατεύθυνση, κάποιες εταιρείες, διά μέσου των επικεφαλής τους, δίνουν ιδιαίτερο βάρος στην «εκπαίδευση» των στελεχών τους, η δε αγορά επιβραβεύει αυτήν την προσπάθεια. Από αυτήν την «εκπαίδευση» θα προέλθουν οι «καλοί» managers του μέλλοντος, οι οποίοι θα θέσουν σε εφαρμογή το κατάλληλο και αποτελεσματικό, για τις ανάγκες της επιχείρησης που θα κυβερνούν, σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή