ΜΑΚΡΟΣΚΟΠΙΚΑ

4' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στα αμέσως επόμενα χρόνια, η ανάγκη μιας νέας επιχειρηματικότητας θα γίνει επιτακτική. Είναι, άλλωστε, παράδοξο ότι το θέμα αυτό συζητιόταν πολύ περισσότερο στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Ακόμη και στα προεκλογικά προγράμματα του επί 19 από τα τελευταία 22 χρόνια κυβερνώντος κόμματος, τα χρόνια εκείνα, η ανάγκη βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων ήταν παρούσα. Για την αντιμετώπιση της άθλιας κατάστασης της οικονομίας γινόταν λόγος για ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια στη διοίκηση των ΔΕΚΟ. Με την επιστροφή στην κυβέρνηση, το 1993, του Ανδρέα Παπανδρέου, μαζί με τη συνέχιση των μέτρων λιτότητας και σταθεροποίησης, προωθήθηκαν λύσεις συμβιβαστικές με την επιχειρηματική τάξη. Ευνοήθηκε, με πολλούς τρόπους, η είσοδος μεγάλων Ελλήνων και ξένων κεφαλαιούχων. Η αναγόρευση του Κώστα Σημίτη στον πρωθυπουργικό θώκο επιτάχυνε, μέχρις ενός σημείου, την απελευθέρωση των εγχωρίων αγορών και την ολοκλήρωση των ρυθμίσεων που απαιτούντο για την εμπέδωση της ενιαίας αγοράς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το 1998, με την υποτίμηση της δραχμής, η προοπτική εισόδου στην Ευρωζώνη, καθίσταται ρεαλιστική και η Ελλάδα προσελκύει το ενδιαφέρον μεγάλων επενδυτικών οίκων. Οι εξελίξεις αυτές στήριξαν τις ελπίδες ότι η χώρα θα μπορέσει, από καλύτερες θέσεις, να συμμετάσχει σε μια διεθνώς επικρατούσα αντίληψη για την επιχειρηματικότητα.

Είναι, όμως, σήμερα προφανές ότι οι παραπάνω αλλαγές έμειναν χωρίς συνέχεια. Ενα τμήμα του ιδιωτικού τομέα, στον οποίο ξεχωρίζουν μεγάλες και, σε σημαντικό βαθμό, εξωστρεφείς επιχειρήσεις, λειτουργεί ικανοποιητικά, οι οποίες σημειώνουν σοβαρές προόδους ανταγωνιστικότητας. Οι οργανισμοί αυτοί λειτουργούν ως νησίδες ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας. Περιτριγυρισμένες, όμως, από μια κυματώδη και εχθρική θάλασσα.

Ενα άλλο, πολύ σημαντικό πεδίο επιχειρηματικής δράσης παραμένει υπό την πλήρη εξάρτηση των κρατικών κανόνων και περιορισμών. Οι ΔΕΚΟ που είδαν μερίδιο του μετοχικού τους κεφαλαίου να εισάγεται στο Χρηματιστήριο δεν κατόρθωσαν να εκσυγχρονίσουν τις δομές και τον τρόπο λειτουργίας τους. Οι αρχές εταιρικής διακυβέρνησης δεν εφαρμόζονται, ενώ η κομματική και πολιτική επιρροή παραμένει καθοριστική στη λήψη των εταιρικών αποφάσεων. Συχνά, οι επιχειρήσεις αυτές λειτουργούν ως «δεκανίκια» του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ δεν έχουν κατορθώσει να ανεξαρτητοποιηθούν από το σύστημα διαπλοκής που έχει εξυφανθεί μεταξύ κράτους και κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων.

Σοβαρή τροχοπέδη στην υγιή ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελούν και οι μονάδες εκείνες που εξαρτώνται από το σύστημα επιμερισμού των μεγάλων έργων του Δημοσίου. Η έλλειψη διαφάνειας στη διαχείρισή τους, η απότομη ανάπτυξή τους -κατά κανόνα στο διάστημα των τελευταίων δεκαπέντε ετών- καθώς και η πλήρης εξάρτησή τους από την εγχώρια αγορά, περιορίζει δραστικά τη συμβολή τους στην επίτευξη υψηλότερης επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας.

Ετσι, η ελληνική επιχειρηματικότητα καθρεφτίζεται κυρίως στο πλήθος των μικρών, μεσαίων, προσωπικών και οικογενειακών επιχειρήσεων. Το μέγεθος, στις περισσότερες από αυτές, αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη διοικητικών ικανοτήτων. Κατά κανόνα, οι επιχειρήσεις αυτές, ακόμη και στην περίπτωση που αποκτούν δυναμισμό, συναντούν συντριπτικά εμπόδια για την ταχεία ανάπτυξή τους. Από τον έφορο μέχρι τον «κρατικοδίαιτο» ανταγωνιστή τους, η νέα και μικρού μεγέθους επιχείρηση αντιμετωπίζεται εχθρικά, σχεδόν εκδικητικά, από τη δημόσια διοίκηση.

Τα πρώτα στοιχεία από μελέτη του Ιδρύματος Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Επιχειρηματικότητας, δείχνουν ότι στην Ελλάδα η επιχειρηματικότητα ανάγκης «παραμένει σχετικά υψηλή σε σχέση με τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες του πλανήτη και υψηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο». Η διάκριση ανάμεσα στην «ανάγκη» για επιχειρηματική δράση και στην «επιχειρηματική ευκαιρία» είναι σημαντική. Στην πρώτη περίπτωση, αναφερόμαστε σε δραστηριότητες που αναλαμβάνονται επειδή απλώς δεν υπάρχει άλλη επιλογή βιοπορισμού. Στη δεύτερη περίπτωση, η αναφορά γίνεται σε επιχειρήσεις που αναπτύσσονται προκειμένου να υπάρξει εκμετάλλευση των καλύτερων ευκαιριών που υπάρχουν για την προσωπική ατομική εξέλιξη, σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη μη επιχειρηματική δραστηριότητα.

Το τελευταίο διάστημα, οι αναφορές στις ευκαιρίες για ανάπτυξης επιχειρηματικότητας έγιναν, κατά κύριο λόγο, σε συνάρτηση με την προσέλκυση Ξένων Αμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ). Η Ελλάδα υποδέχεται έναν μηδαμινό αριθμό ΞΑΕ, σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη χώρα παρόμοιου μεγέθους και πληθυσμού. Ακόμη και πρώην σοσιαλιστικές χώρες έχουν να επιδείξουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα στον κρίσιμο αυτόν στίβο του διεθνούς ανταγωνισμού. Αν και δεν πρέπει να «θεοποιούμε» τον ρόλο των ΞΑΕ, η υποδοχή τους στην ελληνική οικονομία θα μπορούσε να είναι πολύ σημαντική, κυρίως λόγω της μεταφοράς επιχειρηματικής και διαχειριστικής εμπειρίας, νέων μεθόδων και, γενικότερα, δημιουργίας καλύτερων συνθηκών ανταγωνισμού. Το παράδειγμα των ταχύτατων εξελίξεων που είχαμε στον χώρο των μεγάλων επιχειρήσεων λιανικής πώλησης είναι χαρακτηριστικό. Επιπλέον, η ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελεί κρίσιμο στοιχείο της κοινωνικής αλλαγής, της απορρόφησης της ανεργίας – ιδιαίτερα των νέων και όσων διαθέτουν ικανοποιητική επίπεδο ικανοτήτων, ακόμη και του εκσυγχρονισμού της διοίκησης. Η επίτευξη όμως παρόμοιου στόχου απαιτεί μια διπλή επανάσταση. Από τη μια, τον περιορισμό της διαφθοράς στον δημόσιο τομέα και την αναίρεση των γραφειοκρατικών εμποδίων, κυρίως σε θέματα φορολογίας. Και, από την άλλη, την αλλαγή νοοτροπίας στο κοινωνικό σώμα. Και τα δύο αυτά απαιτούν μια νέα παιδεία, που θα υποστηρίζει ενεργά την πεποίθηση ότι τα αξιοκρατικά κριτήρια μπορούν να εφαρμόζονται σε μια ανοικτή κοινωνία που υποστηρίζει όσους τολμούν να επιχειρήσουν, προσφέρει ευκαιρίες και επιβραβεύει το αποτέλεσμα που φέρνει ο συνδυασμός προσπάθειας και νεωτερισμού.

Με δυο λόγια, η υπεράσπιση μιας νέας επιχειρηματικότητας είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό σύνθημα. Το οποίο δείχνουν να θέλουν, αλλά να φοβούνται να υιοθετήσουν πλήρως και χωρίς επιφυλάξεις οι δύο μεγάλοι «μονομάχοι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή