Προς αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης δεν παρουσιάζονται συχνά ενδιαφέρουσες προτάσεις, ιδιαίτερα από τα κόμματα. Εξαίρεση αποτελεί το πρόγραμμα Παιδείας της Νέας Δημοκρατίας που δημοσιοποιήθηκε το 2003, στο οποίο περιέχονται μέτρα εφαρμόσιμα και αποτελεσματικά, όπως είναι:
– Η θεσμοθέτηση του Ανώτατου Συμβουλίου Ανάπτυξης Ανθρώπινων Πόρων, το οποίο θα εισηγείται κατευθύνσεις και μέτρα για το συντονισμό όλων των πολιτικών τυπικής και άτυπης επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, με γνώμονα τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας.
– Η ίδρυση του Κέντρου Παρακολούθησης και Πιστοποίησης Επαγγελματικών Προσόντων, το οποίο θα συγκεντρώνει δύο ανεξάρτητες λειτουργίες ιδιαίτερα σημαντικές για την πιστότητα του συστήματος επαγγελματικής κατάρτισης, που είναι η παρακολούθηση των αναγκών σε επαγγελματικά προσόντα και η πιστοποίηση των προσόντων αυτών. Σήμερα οι λειτουργίες αυτές ή δεν υπάρχουν (παρακολούθηση) ή γίνονται κατά τρόπο που δεν εξασφαλίζουν έστω στοιχειωδώς την αξιοπιστία του συστήματος (πιστοποίηση).
– Η αναβάθμιση του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού.
– Η θεσμοθέτηση της διά βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης.
– Η αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών των ΑΕΙ προς νέες κατευθύνσεις.
Η ανωτέρω σύγχρονη θεώρηση του συστήματος της εκπαίδευσης οδηγεί στη διαμόρφωση μιας ισόρροπης σχέσης μεταξύ αυτής και της απασχόλησης, μέσα σε ένα βέλτιστο κανονιστικό πλαίσιο. Βεβαίως, όσα προαναφέρθηκαν δεν αναιρούν το γεγονός ότι οι σπουδές, ιδιαίτερα οι Πανεπιστημιακές, έχουν και αυταξιακό χαρακτήρα, γι’ αυτό και δεν χρειάζεται πάντοτε να υπηρετούν τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Ο χαρακτήρας δε αυτός αποκλείει εκ προοιμίου οποιαδήποτε σκέψη για συγχώνευση των υπουργείων Παιδείας και Εργασίας.