H μάχη του κοινοτικού προϋπολογισμού 2007–2013

H μάχη του κοινοτικού προϋπολογισμού 2007–2013

6' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σημαντικές ανακατατάξεις, που ενδέχεται να αποβούν εις βάρος της Ελλάδος, θα επιφέρει ο κοινοτικός προϋπολογισμός της περιόδου 2007-2013 που εισηγήθηκε την Τρίτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ στις σκληρότατες διαπραγματεύσεις μεταξύ των κυβερνήσεων που θα ακολουθήσουν, είναι πιθανόν τα ποσά αυτά, από τα οποία τόσα προσδοκά η χώρα για την ανάπτυξή της, να περιορισθούν ακόμα περισσότερο. Τα θεμελιώδη του προϋπολογισμού έχουν ως εξής. Το συνολικό του μέγεθος για την περίοδο 2007-2013 είναι σχεδόν 1 τρισεκατομμύριο ευρώ, κατά μέσον όρο το 1,14% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Εισοδήματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το ίδιο διάστημα. Σήμερα ο προϋπολογισμός κινείται περίπου στο 1% του κοινοτικού ΑΕΠ ή περίπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ, κατά μέγιστον θα φθάσει το 2013 στα 158,5 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων οι καθαρές πληρωμές δεν προβλέπεται να υπερβούν τα 143,1 δισεκατομμύρια, ενώ το ελάχιστο είναι 133,5 δισεκατομμύρια το 2007.

Δ΄ ΚΠΣ

Τα δύο μεγαλύτερα κονδύλια είναι, όπως πάντα, εκείνα που αφορούν τη γεωργία και την πολιτική συνοχής, από τα οποία θα προκύψουν και εκείνα του λεγόμενου Δ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Ειδικά για τη συνοχή, προτείνεται η σταδιακή αύξηση των κονδυλίων από τα σχεδόν 39 δισεκατομμύρια που προβλέπονται για το 2006, τελευταίο έτος της τρέχουσας περιόδου, σε 43,5 το 2007, 50,96 το 2013, με τις καθαρές πληρωμές να κυμαίνονται κάπως χαμηλότερα. Είναι προφανές, ότι συνυπολογιζόμενου του πληθωρισμού, δεν μπορεί να γίνει λόγος για ουσιαστική αύξηση.. Αντιθέτως, δραματικά αυξημένες θα είναι οι ανάγκες λόγω της εισδοχής, τον Μάιο δέκα νέων μελών χωρίς να έχει εκλείψει η ανάγκη ενίσχυσης των νυν ευεργετούμενων, όπως είναι η Ελλάδα, η Ισπανία, η πρώην Ανατολική Γερμανία, η Πορτογαλία ή ακόμα και η Ιρλανδία. Τα δύο κρίσιμα ερωτήματα είναι λοιπόν πώς θα μοιρασθεί ο προϋπολογισμός αυτός και ποιο θα είναι το τελικό, πραγματικό μέγεθός του. Σε ό,τι αφορά το πρώτο, θα πρέπει να τονισθεί ότι η εισήγηση της Επιτροπής αφορά το σύνολο της Ενωσης των 25. Καταμερισμός στα κράτη-μέλη δεν έχει γίνει ακόμα ούτε και αναμένεται συντόμως, καθώς εξαρτάται από σωρεία παραμέτρων που δεν έχουν ακόμα οριστικοποιηθεί. Σε κάθε περίπτωση, η σχετική εισήγηση της Επιτροπής δεν αναμένεται πριν από το καλοκαίρι και ο πραγματικός τελικός καταμερισμός δεν θα γίνει γνωστός πριν καταλήξουν στις δικές τους τελικές αποφάσεις οι κυβερνήσεις. Ως εκ τούτου είναι «εξαιρετικά ριψοκίνδυνο», όπως σημειώνουν στις Βρυξέλλες, να προβαίνει οιοσδήποτε σε εκτιμήσεις για τα κονδύλια που θα αναλογούν τελικά στην Ελλάδα ή οιαδήποτε άλλη χώρα.

Εκτός «στόχου 1»

Ενα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της διαλεύκανσης της κατάστασης θα πραγματοποιηθεί την ερχομένη εβδομάδα όταν η Επιτροπή συνεδριάσει για να λάβει τις αποφάσεις της σχετικά με το ποιες περιοχές θα εξαιρεθούν του λεγόμενου «στόχου 1» των ταμείων συνοχής. Σήμερα στον «στόχο 1», που είναι η βασική δίοδος μεταφοράς κοινοτικών κονδυλίων στην Ελλάδα, είναι ενταγμένες και οι 13 περιφέρειες της χώρας. Ομως για ποικίλους λόγους, τουλάχιστον τέσσερις από αυτές, οι Αττικής, Στερεάς Ελλάδος, Κεντρικής Μακεδονίας και Νοτίου Αιγαίου, είναι πιθανόν να βρεθούν εκτός του στόχου, άρα και να στερηθούν σημαντικότατους πόρους…

Οπως σημειώθηκε, όμως, τα ίδια τα βασικά μεγέθη του προϋπολογισμού τελούν υπό αναίρεσιν. Τούτο γιατί οι χώρες που κυρίως θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος του, η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Αυστρία, που όλες καταβάλλουν αρκετά περισσότερα απ’ όσα εισπράττουν, έχουν από καιρό ανακοινώσει ότι ακόμα και το 1,14% αυτό είναι υπερβολικό. Μάλιστα με επιστολή-τελεσίγραφό τους, απαιτούν να μην υπάρξει τελικά υπέρβαση του 1% του κοινοτικού ΑΕΠ, κάτι που στην ουσία όχι αύξηση, αλλά δραματική μείωση των κονδυλίων θα σήμαινε.

Η βασική τους επιχειρηματολογία είναι πως λόγω της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών και λόγω των απαιτήσεων του Συμφώνου Σταθερότητος και, εν τέλει σε πολλές περιπτώσεις λόγω της δυσφορίας των εκλογικών σωμάτων τους, οφείλουν να επιδείξουν εγκράτεια (έστω και αν στην πραγματικότητα έχει αποδειχθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πόρων που διαθέτουν, επιστρέφουν σε αυτές υπό τη μορφή επενδύσεων και παραγγελιών των ευεργετηθέντων).

Πρόκειται για το βασικό επιχείρημα και της Γερμανίας, η οποία περίπου σαν τους κατηγορουμένους προ της δικαιοσύνης των αρχαίων Αθηνών, εμφανίζεται… ρακένδυτη και γενικότερα αξιοθρήνητη, εξηγώντας ότι και να ήθελε, δεν μπορεί να υπάρξει τόσο γενναιόδωρη όσο στο παρελθόν, επειδή «δεν έχει τα οικονομικά της» όπως εξηγούν στους διαβάτες οι επαίτες των σύγχρονων Αθηνών.

Κατηγορεί μάλιστα την Επιτροπή ότι της έχει επιβάλει μέτρα αυστηρής λιτότητος με στόχο τη μείωση του ελλείμματός της, σε μία εποχή δυσπραγίας και υλοποίησης επώδυνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (παραβλέποντας φυσικά ότι η ίδια έχει επιβάλει στην Επιτροπή τον ρόλο αυτό). Αν μη τι άλλο, στο κλίμα αυτό, δύσκολα θα μπορέσει η κυβέρνηση Σρέντερ να εμφανισθεί προ του Γερμανού ψηφοφόρου και να ομολογήσει ότι θα διαθέσει και πάλι σημαντικότατα κονδύλια για την ανόρθωση των οικονομιών άλλων χωρών… Η Γαλλία από την πλευρά της έχει από διετίας εξασφαλίσει το μείζον γι’ αυτή, που είναι οι χρηματοδοτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και έτσι τώρα ανταμείβει τη Γερμανία για την απόφασή της εκείνη, συντασσόμενη με αυτήν για την περικοπή κονδυλίων από τα οποία ούτως ή άλλως δεν προσδοκά κάτι το ιδιαίτερο.

Οσο για τη Βρετανία… αυτήν κυρίως την ενδιαφέρει να μην απολέσει την τοτεμική ετήσια επιστροφή της από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, σφραγίδα της «νίκης» της επί της «Ευρώπης», ούτως ή άλλως δεν διακρίνεται για τη γενναιοδωρία της και είναι φυσικά από τις χώρες που πιο ανοικτά μιλούν για αποφασιστική στροφή των χρηματοδοτήσεων προς όφελος των νέων μελών.

Κάπως πιο γνήσιες είναι οι αντιδράσεις των υπολοίπων αντιφρονούντων, της Αυστρίας, της Ολλανδίας και της Σουηδίας, που βασικά δυσανασχετούν με τις υποχρεώσεις που γεννά η (κάπως μετριασμένη εσχάτως) ευημερία τους και επιθυμούν να τις περιορίσουν.

Δύσκολη ισορροπία

Από την άλλη πλευρά, οι υπό ένταξιν χώρες της Κεντρικής Ευρώπης αναμένουν ως μάννα τις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, αυτή τη μεγαλύτερη ίσως επιχείρηση αναδιανομής πλούτου στον σύγχρονο κόσμο. Μάλιστα δεν θα αποτελούσε υπερβολή να ειπωθεί ότι τα κονδύλια αυτά αποτελούν ένα από τα βασικότερα θέλγητρα της Ενωσης για χώρες που οι περισσότερες έχουν ήδη καταστήσει σαφή τον σκεπτικισμό τους έναντι των πολιτικών συνιστωσών του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.

Ταυτόχρονα δε, οι νυν ευεργετούμενες περιοχές της Ενωσης απαιτούν και αυτές, όχι αδίκως, ικανό μερίδιο του προϋπολογισμού καθώς μια ουσιαστική μείωσή τους θα μπορούσε να έχει δραματικές συνέπειες. Ετσι, ειδικά για τα κονδύλια της συνοχής, η γενικότερη ισορροπία παλαιών-νεών μελών θα είναι αποφασιστικής σημασίας και είναι κακός οιωνός ότι προς το παρόν η πολιτική πλάστιγγα γέρνει σαφώς υπέρ των δεύτερων. Η Επιτροπή έχει βέβαια εκφράσει σοβαρότατες επιφυλάξεις γι’ αυτό, εμμένοντας στην ανάγκη συνέχισης της ροής σημαντικών κονδυλίων προς την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, όμως οι Βρυξέλλες δεν θα έχουν τον καθοριστικό ρόλο στη συζήτηση. Αντιθέτως, μάλιστα, για πολλές πρωτεύουσες η επερχόμενη μάχη θα αποτελέσει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για νέα πλήγματα κατά του «τέρατος των Βρυξελλών».

Ζητείται διαφάνεια

Ενα ακόμα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η βεβαιότητα ότι όποιο και αν είναι το τελικό αποτέλεσμα, θα δημιουργηθούν ασφυκτικές δικλίδες ασφαλείας κατά της πάσης φύσεως «σπατάλης», πραγματικής ή φανταστικής. Ετσι, οι ευεργετούμενες χώρες θα βρεθούν υποχρεωμένες να εφαρμόσουν δρακόντεια συστήματα αστυνόμευσης της χρηστής και οικονομικά αποτελεσματικής διαχείρισης των κονδυλίων, που με πολύ μεγαλύτερη ευκολία απ’ ό,τι σήμερα θα επιστρέφουν στον αποστολέα ως μη ορθώς διατεθειμένα.

Για την Ελλάδα αυτό είναι και απειλή και ευκαιρία: απειλή τα κονδύλια που θα της έχουν αρχικώς υποσχεθεί να περιορισθούν τελικά σημαντικά λόγω αδυναμίας χρηστής απορρόφησής τους, εν ολίγοις αξιοποίησής τους χωρίς να γεννάται η παραμικρή υπόνοια λαθροχειρίας. Είναι όμως και ευκαιρία για μία αισθητή βελτίωση της ίδιας της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, λόγω ακριβώς της απειλής της ευρωπαϊκής δαμοκλείου σπάθης της πλήρους διαφάνειας. Ετσι, στο ομιχλώδες τοπίο μιας διαπραγματευτικής μάχης που στην καλύτερη περίπτωση θα διαρκέσει περί τους 18 μήνες, οι θέσεις των διαφόρων πλευρών είναι σχετικά σαφείς, αλλά ουδείς μπορεί να προδικάσει τη στάση που τελικά θα τηρήσουν, όμως οι συμμαχίες είναι στην καλύτερη περίπτωση ρευστές και βασικός γνώμονας κάθε μιας πρωτεύουσας είναι να μπορεί, στο τέλος της διαδρομής, να ισχυρισθεί είτε ότι ελαχιστοποίησε τα κονδύλια που διαθέτει είτε ότι μεγιστοποίησε εκείνα που λαμβάνει. Η λέξη «Ευρώπη» αν και πανταχού παρούσα θα είναι στην πραγματικότητα εξαιρετικά απούσα από τις διαπραγματεύσεις.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή