Ουραγός η Ελλάδα στις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη

Ουραγός η Ελλάδα στις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σχεδόν στο 2% του ΑΕΠ έφτασαν οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση κατά το 2002, ενώ η Ελλάδα ήταν ουραγός με μόλις 0,67% και αδυναμία ακόμη και να δώσει πιο πρόσφατα στοιχεία από το 2002. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε αυτήν την εβδομάδα στη δημοσιότητα η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία Eurostat, που περιλαμβάνονται σε μια εκτεταμένη έκδοση με τον τίτλο Στατιστικές για την επιστήμη και την τεχνολογία στην Ευρώπη και καλύπτουν τόσο τα δεκαπέντε παλιά όσο και χωριστά τα δέκα υπό ένταξη μέλη της Ε.Ε.

Παρά την αυξητική τάση (1,95% το 2000, 1,98% το 2001 και 1,99% το 2002), η E.E. των «15» βρίσκεται ακόμη αρκετά πίσω σε σχέση με την Ιαπωνία (2,98% το 2000) και τις ΗΠΑ (2,80%). Τα πράγματα, βέβαια, είναι ακόμη χειρότερα στις 10 υπό ένταξη χώρες, όπου το ποσοστό περιορίζεται μόλις στο 0,84%.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, οι χώρες – μέλη με το υψηλότερο ποσοστό δαπανών στην έρευνα είναι η Σουηδία (4,27% το 2002) και η Φινλανδία (3,49% το 2002). Πάνω από το μέσο όρο είναι ακόμη η Γερμανία (2,49% το 2001), η Δανία (2,40% το 2001), η Γαλλία (2,20% το 2002) και το Βέλγιο (2,17% το 2001). Τελευταία των τελευταίων ήταν η Ελλάδα (0,67% το 2000) και ακολουθούν αλλά με αρκετή απόσταση η Πορτογαλία (0,84% το 2001) και η Ισπανία (0,96% το 2001).

Σε απόλυτα μεγέθη, η ευρωπαϊκή έρευνα παράγεται στη Γερμανία (52 δισ. ευρώ το 2001), στη Γαλλία (33 δισ. ευρώ) και στη Βρετανία (30 δισ. ευρώ). Οι δαπάνες για έρευνα αυτών των τριών χωρών αντιστοιχούσαν σχεδόν στα δύο τρίτα του συνόλου της Ε.Ε.

Οσον αφορά τις υπό ένταξη χώρες, το υψηλότερο ποσοστό κατείχε η Σλοβενία (1,52% το 2001) και η Τσεχία (1,33% το 2001), που ήταν κάτω από το μέσο όρο των παλιών μελών αλλά υπερδιπλάσιο της Ελλάδας. Το χαμηλότερο ποσοστό ήταν στην Κύπρο (μόλις 0,26% το 2001). Περισσότερο από το 80% των 3,4 δισ. ευρώ που δαπάνησαν στην έρευνα συνολικά οι υπό ένταξη χώρες, προήλθε από την Πολωνία (1,3 δισ. ευρώ), την Τσεχία (0,8 δισ. ευρώ) και την Ουγγαρία (0,5 δισ. ευρώ).

Το 2001, οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας του πλανήτη προϊόντων υψηλής τεχνολογία με σύνολο 234 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθούσε η E.E. με 196 δισ. ευρώ και η Ιαπωνία με 111 δισ. ευρώ. Οι ΗΠΑ είχαν τη μεγαλύτερη «πυκνότητα» στις εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, καθώς αυτές αποτελούσαν το 29% των συνολικών εξαγωγών τους. Το ποσοστό αυτό ήταν 25% για την Ιαπωνία και 20% για την E.E. H δέκα υπό ένταξη χώρες είχαν συνολικά εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας ύψους 15 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούσαν στο 10% του συνόλου των εξαγωγών τους. Ως προϊόντα υψηλής τεχνολογίας νοούνται τα προϊόντα των κλάδων αεροναυπηγικής, υπολογιστές και μηχανές γραφείου, ηλεκτρονικά και τηλεπικοινωνίες, φαρμακοβιομηχανία, επιστημονικά όργανα, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, χημικά, μη ηλεκτρολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα.

Οι ΗΠΑ ήταν και ο μεγαλύτερος εισαγωγέας προϊόντων υψηλής τεχνολογίας με αξία 243 δισ. ευρώ το 2001 και ακολουθούσε η E.E. με 219 δισ. ευρώ και η Ιαπωνία με 72 δισ. ευρώ. Σε όρους «πυκνότητας» εισαγωγών πρώτη ήταν η E.E. με 21%, ενώ η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ ήταν και οι δύο στο 19%. H υπό ένταξη χώρες εισήγαγαν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας αξίας 26 δισ. ευρώ που αντιστοιχούσαν στο 14% των συνολικών εισαγωγών τους. H Ιαπωνία είχε το μεγαλύτερο πλεόνασμα στα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας (39 δισ. ευρώ) και η E.E. το μεγαλύτερο έλλειμμα (23 δισ. ευρώ). Οι ΗΠΑ είχαν έλλειμμα 10 δισ. ευρώ. Ελλειμμα 11 δισ. ευρώ είχαν και οι δέκα υπό ένταξη χώρες αθροιστικά.

Από τις χώρες της E.E. και υπολογίζοντας τόσο το ενδοκοινοτικό όσο και το εξωκοινοτικό εμπόριο, οι τέσσερις χώρες με τις μεγαλύτερες εξαγωγές και εισαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας ήταν η Γερμανία (101 δισ. ευρώ εξαγωγές και 99 δισ. ευρώ εισαγωγές), η Γαλλία (92 δισ. ευρώ και 87 δισ. ευρώ αντίστοιχα), η Βρετανία (80 δισ. ευρώ και 73 δισ. ευρώ) και η Ολλανδία (57 δισ. ευρώ και 53 δισ. ευρώ). H Ιρλανδία παρουσίασε τη μεγαλύτερη «πυκνότητα» (41% στις εξαγωγές και 39% στις εισαγωγές), σχεδόν διπλάσια από το μέσο όρο της E.E. Ακολουθούν το Λουξεμβούργο (28% και 26% αντίστοιχα), η Γαλλία (26% και 24%), η Βρετανία (26% και 20%) και η Ολλανδία (22% και 23%). H Ελλάδα ήταν και πάλι τελευταία με εξαγωγές αξίας μόλις 600 εκατ. ευρώ και πυκνότητα 5,5% και εισαγωγές αξίας 3,2 δισ. ευρώ και πυκνότητα 10,1%. Από τις υπό ένταξη χώρες, η Ουγγαρία πραγματοποίησε σχεδόν τις μισές εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας του συνόλου (αξία 7 δισ. ευρώ) και ακολούθησε η Τσεχία (3 δισ. ευρώ). Στις εισαγωγές ήταν πρώτη πάλι η Ουγγαρία με 8 δισ. ευρώ και κατόπιν η Πολωνία με 7 δισ. ευρώ και η Τσεχία με 6 δισ. ευρώ. Σε όρους πυκνότητας εμπορίου υψηλής τεχνολογίας, πρώτη ήταν με πολύ μεγάλη διαφορά η Μάλτα (59% στις εξαγωγές και 35% στις εισαγωγές), ενώ ακολουθούσε η Ουγγαρία (με 21% και στις δύο πλευρές).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή