Η «κρυφή ατζέντα» της έκθεσης για την ανταγωνιστικότητα

Η «κρυφή ατζέντα» της έκθεσης για την ανταγωνιστικότητα

3' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Εκθεση για την ανταγωνιστικότητα 2006, την οποία συνέταξε η ICAP και ενέκρινε κατά πλειοψηφία η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Εθνικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης (ΕΣΑΑ), ανακόπτει τις προσπάθειες των τελευταίων ετών να συντάσσεται για το ΕΣΑΑ μια ετήσια έκθεση, που εξετάζει τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, επιδιώκει να εκφράσει το σύνολο των φορέων που εκπροσωπούνται σε αυτό το όργανο και καταλήγει σε εξειδικευμένες προτάσεις για να επηρεάσει τις πολιτικές οι οποίες υλοποιούνται. Η έκθεση για το 2006 υποχωρεί αντίθετα στον συνδυασμό της πανάκειας των κινήτρων προς τις επιχειρήσεις για κάθε διαρθρωτικό πρόβλημα, της κουραστικής επανάληψης κοινών τόπων, αλλά και της διατύπωσης μιας «κρυφής αντζέντας» που επιδιώκει να διαγράψει από τη συζήτηση για την οικονομική στρατηγική το ζήτημα της αύξησης των κοινωνικών δαπανών και επομένως της αναδιανομής του εισοδήματος προς όφελος της κοινωνικής συνοχής και της βιωσιμότητας της ανάπτυξης. Υπάρχουν σημαντικά διαρθρωτικά ζητήματα που έθεσαν οι προηγούμενες εκθέσεις τα οποία αγνοούνται, όπως τα εξής:

– Η συρρίκνωση της συμμετοχής στο ΑΕΠ του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, που όπως δείχνουν οι συγκριτικές με άλλες χώρες αναλύσεις έχει πάρει στην Ελλάδα σοβαρές διαστάσεις, αγνοείται στο όνομα της ανάγκης να γίνονται από την ιδιωτική πρωτοβουλία οι επιλογές για τη διάρθρωση της οικονομίας (σελ. 215).

– Η μετάβαση στην οικονομία της γνώσης περιορίζεται σε κάτι που αφορά την επιχειρηματικότητα και όχι έναν ευρύτερο σχεδιασμό της κοινωνίας, δηλαδή τους θεσμούς, τις υποδομές και τους συνδυασμούς πολιτικών.

– Η ουσία της συζήτησης για τη βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης παρακάμπτεται, με το πρωτοφανές για ανεξάρτητο όργανο (το ΕΣΑΑ) επιχείρημα, οτι η κυβέρνηση αποφάσισε να μεταφέρει τη συζήτηση αυτή στην επόμενη τετραετία (σελ. 227).

– Η στρατηγική της χώρας στον τομέα της ενέργειας, για την οποία έχει να μας πει πολλά μια πρόσφατη ειδική έκθεση του ΟΟΣΑ, υποβιβάζεται σε ένα πρόβλημα λειτουργίας της αγοράς.

Μπορεί εξάλλου να αρκεστεί κανείς για τα διαρθρωτικά ζητήματα σε ελάχιστα πρωτότυπες «προτάσεις» όπως:

– Ενίσχυση της αγροτικής επιχειρηματικότητας με την αλλαγή νοοτροπίας και την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ε.Ε. (σελ. 35); ή

– Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των υφιστάμενων επιχειρήσεων με την εισαγωγή καινοτομιών στον κεφαλιουχικό εξοπλισμό και την οργάνωση (σελ. 35); ή

– Θέσπιση κινήτρων για τους δημόσιους υπαλλήλους (σελ. 37);

Στον τομέα όμως των κοινωνικών δαπανών διατυπώνονται προτάσεις και κατευθύνσεις πολιτικών που χαράσσουν έναν ενιαίο και νέο προσανατολισμό:

– Ενώ το ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης έχει αγνοηθεί από την έκθεση, εμφανίζεται μια πρόταση για ελάχιστη σύνταξη τρίτης ηλικίας (σελ. 190), η οποία θα προϋπέθετε ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, με ενίσχυση της βαρύτητας της ιδιωτικής ασφάλισης σύμφωνα με τα υπάρχοντα πρότυπα, ενώ δεν αναφέρεται το ύψος αυτής της ελάχιστης σύνταξης.

– Ενώ οι διεθνείς συγκρίσεις που αφορούν τις δαπάνες για την εκπαίδευση δείχνουν και πάλι ότι βρισκόμαστε πολύ πίσω, τα συμπεράσματα της έκθεσης υιοθετούν τον όρο «βελτιστοποίηση των δαπανών» (σελ. 36), που σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι εγκαταλείπεται η δημοφιλής εδώ και λίγο καιρό πρόταση για αύξηση των δαπανών αυτών.

– Σχετικά με τις δαπάνες για τις πολιτικές απασχόλησης και για τη διά βίου μάθηση, οι συντάκτες της έκθεσης κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν πώς οι συγκρίσεις με τις χώρες της Ε.Ε. δείχνουν ότι βρισκόμαστε σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

– Σχετικά με την καταπολέμηση της φτώχειας, επιδιώκει η έκθεση να συνθέσει μια φιλανθρωπική προσέγγιση της κοινωνικής πολιτικής, σύμφωνα με την οποία οι φτωχοί πρέπει να τα έχουν όλα, αλλά από κεί και πάνω κινδυνεύουμε από την «αλόγιστη αύξηση των εισοδηματικών μεταβιβάσεων» (σελ. 34).

Ακόμα πιο αξιοπρόσεκτο είναι ότι η έκθεση καταλήγει στην ανάγκη να είναι οι προτάσεις που γίνονται «οικονομικές», δηλαδή να μην κοστίζουν πολύ (σελ. 36). Αυτή η τοποθέτηση σημαίνει αφενός ότι εκτιμάται από την έκθεση πως έχουμε ένα πρόβλημα «στενότητας πόρων», αλλά κυρίως ότι δεν πρέπει να γίνονται σε μια ετήσια έκθεση για την ανταγωνιστικότητα προτάσεις με υψηλό κόστος ή προτάσεις που συνεπάγονται σοβαρές μεταφορές πόρων!

Το ότι δεν ζούμε σε μια οικονομία και μια κοινωνία με στενότητα πόρων είναι προφανές. Αλλά το ότι πρέπει μια έκθεση για την ανταγωνιστικότητα η οποία συντάσσεται για ένα όργανο όπως το ΕΣΑΑ, να μην εξετάζει τις βασικές κατανομές πόρων και εισοδημάτων που έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται σε εξέλιξη και να περιορίζεται σε «οικονομικές» προτάσεις, είναι μια προσέγγιση που δεν θα έπρεπε καν να συζητείται.

* Επιστημονικός Σύμβουλος ΙΝΕ ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ. Μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του ΕΣΑΑ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή