Στο νησί της Σκύρου αυτή την περίοδο διεξάγεται ένας πόλεμος μεταξύ εκείνων που θέλουν να χτίσουν ένα τεράστιο αιολικό πάρκο, συνολικής ισχύος άνω των 300 Μεγαβάτ και εκείνων που αντιμάχονται την επένδυση, καθώς, όπως ισχυρίζονται, αυτή θα καταστρέψει το φυσικό κάλλος του νησιού.
Δεν γνωρίζουμε ποιοι έχουν δίκαιο ή άδικο, αλλά η υπόθεση αποτελεί άλλη μια κλασική περίπτωση σύγκρουσης τοπικού και εθνικού συμφέροντος. Πρόκειται για την ίδια διαμάχη που εκτυλίσσεται σε αρκετά νησιά, δεδομένου του καλού αιολικού δυναμικού που υφίσταται στις συγκεκριμένες περιοχές.
Είναι η ίδια διαμάχη που εξελίσσεται στην Αττική σχετικά με τη χωροθέτηση των ΧΥΤΑ, τους οποίους κανένας δεν θέλει στη γειτονιά του, ενώ όλοι δημιουργούν σκουπίδια. Πρόκειται για την ίδια διαμάχη που αφορά τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας, όπου κανένας δεν τις θέλει πάνω από το «κεφάλι» του, αλλά όταν το κινητό δεν πιάνει καλά, οι εταιρείες ακούνε τα «εξ αμάξης». Είναι μάλιστα περισσότερο από σίγουρο ότι, κανένας δεν θέλει τις ενεργειακές μονάδες της Πτολεμαΐδας στην περιοχή του, αλλά στο παραμικρό όμως black-out, όλοι «γκρινιάζουν» για την «κακή» ΔΕΗ και την «κακή» κυβέρνηση που τους άφησε μερικές ώρες χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα.
Σίγουρα το ανθρώπινο μάτι δεν έχει εξοικειωθεί στις τεράστιες ανεμογεννήτριες που υψώνονται δεκάδες μέτρα πάνω από το έδαφος. Ακόμη οι συγκεκριμένες επενδύσεις ίσως να έχουν και κάποιες επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα της περιοχής, όπως π.χ. να απομακρυνθούν τα κατσίκια από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Ωστόσο, αυτό είναι το ελάχιστο τίμημα που πρέπει να καταβάλει ο σύγχρονος άνθρωπος για όσα του παρέχει ο πολιτισμός του. Η Σκύρος σίγουρα είναι ομορφότερη χωρίς τις γεννήτριες. Μάλιστα αν δεν υπήρχε και η άναρχη δόμηση -όπως σε κάθε νησί της επικράτειας- τότε θα ήταν ακόμη ομορφότερη. Και αν οι κάτοικοί της ζούσαν σε… «καλύβες», ίσως ν’ αποτελούσε και το γραφικότερο νησί του Αιγαίου.
Η Σκύρος όμως έχει και άλλα πλεονεκτήματα. Εχει ιδιαίτερα υψηλό αιολικό δυναμικό και κυρίως βρίσκεται κοντά στην ηπειρωτική Ελλάδα. Σαν συνέπεια μέσω καλωδιακής σύνδεσης, το νησί μπορεί να προσφέρει σημαντική ποσότητα καθαρής ενέργειας στους κατοίκους της ηπειρωτικής χώρας, σύμφωνα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά και τις επιταγές της σύγχρονης ανθρωπότητας που επιβάλλουν την προστασία του πλανήτη από ρυπογόνες πληγές (πηγές ενέργειας).
Ισως η Σκύρος αν αποκτήσει το συγκεκριμένο αιολικό πάρκο να μη γίνει ποτέ Μύκονος. Σίγουρα όμως δεν θα είναι το μοναδικό νησί της χώρας που θα υποστεί τη συγκεκριμένη συνέπεια. Ετσι η τοπική κοινωνία, αντί να ονειρεύεται χιλιάδες επισκέπτες κάθε καλοκαίρι -που αναγκαστικά, αφού χτίσει τα γνωστά αντιαισθητικά ξενοδοχεία και «rooms to let», θ’ αλλοιώσει τον χαρακτήρα του νησιού και το φυσικό του κάλλος- θα μπορούσε κάλλιστα να εξετάσει πώς μπορεί ν’ αξιοποιήσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα.
Η τοπική κοινωνία θα μπορούσε να επιδιώξει η Σκύρος να καταστεί η «Πτολεμαΐδα» των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) της χώρας και γιατί όχι και της Ευρώπης. Μία «Πτολεμαΐδα» που πέρα από θέσεις εργασίας, θα μπορούσε να εξασφαλίζει για τους κατοίκους του και άλλου είδους ανταλλάγματα. Για παράδειγμα, η τοπική κοινωνία θα μπορούσε να διεκδικήσει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού επιπέδου κέντρου έρευνας για τις ΑΠΕ, το οποίο θα μπορούσε να συνεισφέρει στο νησί περισσότερα απ’ ό,τι οι μερικές χιλιάδες τουρίστες που περιφέρονται κάθε Αύγουστο στις παραλίες και τις ταβέρνες της.
Εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος της πολιτείας που θα πρέπει να σταθμίσει μεθοδικά και οργανωμένα, ποιο είναι το συμφέρον της χώρας, της Σκύρου και πώς αυτά μπορούν να παντρευτούν. Ή μήπως αυτό είναι το πρόβλημα, στο οποίο αντιδρούν οι κάτοικοι της Σκύρου, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια πρόχειρη και χωρίς κανένα σχεδιασμό πρόταση.