Βαρόμετρο για την αποφασιστικότητα του οικονομικού επιτελείου της επόμενης κυβέρνησης να προχωρήσει σε τολμηρές τομές και μεταρρυθμίσεις θα αποτελέσουν οι αποκρατικοποιήσεις, αφού ό,τι απέμεινε να αποκρατικοποιηθεί, ύστερα από μια δεκαετία πολλών μετοχοποιήσεων και placements σε θεσμικούς επενδυτές, θεωρείται «ταμπού». Για παράδειγμα, η πώληση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου είτε σε ξένο είτε πολύ περισσότερο σε ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα θα κλόνιζε τις ευαίσθητες ισορροπίες του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Επίσης, η απώλεια της απόλυτης πλειοψηφίας του Δημοσίου στη ΔΕΗ συναντά ισχυρές αντιδράσεις στο εσωτερικό και των δύο κομμάτων εξουσίας. Με τις ίδιες αρνητικές αντιδράσεις υποδέχονται δυνάμεις και στη Νέα Δημοκρατία και στο ΠΑΣΟΚ την προοπτική εκχώρησης του μάνατζμεντ του ΟΤΕ και την πλήρη αποχώρηση του κράτους από τον Οργανισμό.
Για τη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας, το πιθανότερο σενάριο για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο είναι η περαιτέρω διάθεση μετοχών σε επενδυτές και όχι η εξαγορά από άλλη τράπεζα, ιδίως ελληνική. «Εάν πρόκειται να αλλάξουν οι ισορροπίες στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αυτό δεν θα γίνει με πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, αλλά μέσω της αγοράς», λέει κορυφαίος παράγων του οικονομικού επιτελείου, εξηγώντας ότι εάν θέλει κάποιος να διεκδικήσει το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αφού θα έχει μειωθεί η συμμετοχή του Δημοσίου, μπορεί να καταθέσει δημόσια προσφορά και να το αποκτήσει.
Για τον ΟΤΕ, η απόπειρα εφαρμογής του «μοντέλου Εμπορική», δηλαδή η είσοδος στρατηγικού επενδυτή, απέτυχε και αναγκαστικά εφαρμόστηκε το «μοντέλο Εθνική», δηλαδή η διάθεση μετοχών σε θεσμικούς επενδυτές. Στη επόμενη 4ετία, η συμμετοχή του Δημοσίου θα μειωθεί περαιτέρω, αλλά ο τρόπος θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Το Δημόσιο εξακολουθεί να ελέγχει ένα ποσοστό αρκετά υψηλό για να δελεάσει κάποιον στρατηγικό επενδυτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα εκχωρήσει και το μάνατζμεντ. Το άλλο ενδεχόμενο είναι να διαθέσει το ποσοστό του στην αγορά και από εκεί να το διεκδικήσει κάποιος με δημόσια προσφορά. Αν μάλιστα έχει χτίσει θέσεις εγκαίρως το έργο του θα είναι ακόμη πιο εύκολο.
Για τη ΔΕΗ τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα, υπό την έννοια ότι είναι ουσιαστικά μονοπώλιο στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και επιπλέον έχει διαρθρωτικά προβλήματα που αντανακλώνται στα οικονομικά της αποτελέσματα.
Πάντως, η απόπειρα εκχώρησης των ΣΕΜΠΟ Πειραιά και Θεσσαλονίκης σε ιδιώτες αν και δεν είχε ευτυχή κατάληξη, έδειξε ότι το επόμενο πεδίο αποκρατικοποιήσεων θα είναι τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, όπου ιδιώτες επενδυτές θα αναλάβουν να αναπτύξουν τις υποδομές τους ίσως και σε συνεργασία με το Δημόσιο, μέσω ΣΔΙΤ και τη διαχείρισή τους.
Αποκρατικοποιήσεις σε λιμάνια και αεροδρόμια
Μια νέα γενιά αποκρατικοποιήσεων στους τομείς των υποδομών σχεδιάζει για την επόμενη 4ετία το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ώστε η Ελλάδα να διεκδικήσει με αξιώσεις το ρόλο του διαμετακομιστικού κέντρου στην ευρύτερη περιοχή. Ετσι, στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων θα ενταχθούν τα λιμάνια και τα αεροδρόμια. «Θέλουμε να καταστήσουμε την Ελλάδα διαμετακομιστικό κόμβο στην περιοχή. Για να επιτευχθεί αυτή η στρατηγική επιλογή χρειάζονται επενδύσεις σε λιμάνια και αεροδρόμια. Μέρος αυτών των επενδύσεων και της διαχείρισής τους, όπως για παράδειγμα τέρμιναλ, εμπορευματικοί σταθμοί κ.λπ., θα αναλάβουν ιδιώτες επενδυτές μέσω Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα», λέει κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου.
Στο πλαίσιο αυτό θα ανοίξει και πάλι το θέμα της παραχώρησης των σταθμών εμπορευματοκιβωτίων των Οργανισμών Λιμένων Πειραιά και Θεσσαλονίκης σε ιδιώτες, το οποίο «πάγωσε» ουσιαστικά από το τέλος του προηγούμενου έτους. Σε ό,τι αφορά τα μικρότερα λιμάνια, π.χ. της Ραφήνας, της Πάτρας, του Ηρακλείου, της Ηγουμενίτσας, του Βόλου κ.λπ., το σχέδιο του οικονομικού επιτελείου προβλέπει ολοκλήρωση των σχεδίων εξυγίανσής τους και αναβάθμιση των υποδομών και των υπηρεσιών που προσφέρουν μέσω ΣΔΙΤ. Στην επόμενη φάση «θα μπορούσαμε να «πακετάρουμε» τα λιμάνια σε εταιρείες που θα εισαχθούν στο Χρηματιστήριο», λέει το ίδιο στέλεχος του υπουργείου Οικονομίας.