Μείωση δαπανών, αύξηση εσόδων

Μείωση δαπανών, αύξηση εσόδων

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με μικρότερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία σε σχέση με την προηγούμενη τετραετία και χωρίς την πολυτέλεια περιόδου χάριτος, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καλείται αφενός μεν να λύσει μια δύσκολη δημοσιονομική εξίσωση που θα δίνει ως αποτέλεσμα τοn μηδενισμό του ελλείμματος το 2010, αφετέρου δε να απαντήσει στη μείζονα πρόκληση της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της διασφάλισης της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας μεσοπρόθεσμα.

Η προσπάθεια για επίτευξη ισοσκελισμένου προϋπολογισμού έως το τέλος του 2010 ξεκινάει άμεσα, με την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού κατά το τελευταίο τρίμηνο και την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2008.

Η μείωση του ελλείμματος από το 7,8% το 2004 στο 2,6% το 2006 μπορεί να αποδειχθεί τελικώς πολύ ευκολότερη υπόθεση σε σχέση με την προσπάθεια για μηδενισμό του την επομένη τριετία, καθώς οι ευκολότερες και πιο ανώδυνες πολιτικά λύσεις έχουν εξαντληθεί, με το 96% των δαπανών του προϋπολογισμού να χαρακτηρίζονται «ανελαστικές».

Κατά συνέπεια, το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να βάλει βαθιά το μαχαίρι στις δαπάνες του Δημοσίου, κατ’ αρχάς για να καλύψει τις αστοχίες του προϋπολογισμού του 2007, που επιβαρύνεται και το κόστος αποζημίωσης των πληγέντων από τις πρόσφατες πυρκαγιές.

Στο συρτάρι του υπουργού Οικονομίας υπάρχει ένα σχέδιο περικοπής δαπανών συνολικού ύψους 500 εκατ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων τα 400 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και τις αμυντικές δαπάνες και τα υπόλοιπα από άλλες κατηγορίες λειτουργικών δαπανών του Δημοσίου.

Ακόμη βαθύτερη τομή στις δημόσιες δαπάνες θα χρειαστεί για τον προϋπολογισμό του 2008 και των επόμενων ετών, οι οποίοι εκτός του ότι επιβαρύνονται από τις προεκλογικές παροχές, της τάξης των 3 δισ. ευρώ, θα πρέπει να οδηγούν σε ετήσια μείωση του ελλείμματος κατά 0,7% του ΑΕΠ.

Στο σκέλος των εσόδων, το οικονομικό επιτελείο καλείται να κάνει θαύματα στον τομέα της αντιμετώπισης της είσπραξης των φορολογικών εσόδων. Η αναθεώρηση του ΑΕΠ έδειξε ότι η φοροδιαφυγή είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο νομίζαμε, καθώς τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι χαμηλότερα και από φορολογικούς παραδείσους. Χωρίς να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή, ακόμη και η προσφυγή στην αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ θα έχει περιορισμένα αποτελέσματα για το δημόσιο ταμείο.

Ωστόσο, τόσο η συγκράτηση των δαπανών όσο και η αύξηση των φορολογικών εσόδων προϋποθέτουν τη μεταρρύθμιση του κράτους. Αυτό απομυζά τις δαπάνες του προϋπολογισμού και ταυτόχρονα αυτό αδυνατεί να συλλέξει τους φόρους.

Βαθιές τομές στη δομή και τη λειτουργία του δημόσιου τομέα, μείωση της συμμετοχής του κράτους στην οικονομία και πάταξη της γραφειοκρατίας απαιτούνται επίσης προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, στην οποία η κυβέρνηση κινήθηκε με σχετική ατολμία κατά την πρώτη 4ετία. Ετσι, παρά την όποια πρόοδο, εξακολουθούν να υπάρχουν ρυθμίσεις που παρεμποδίζουν τον ανταγωνισμό, την ευελιξία στην αγορά εργασίας και προϊόντων, με αποτέλεσμα η Παγκόσμια Τράπεζα κατατάσσει την Ελλάδα στην 109η θέση παγκοσμίως ως προς την ευκολία επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Επίσης, όπως σημειώνει ο ίδιος διεθνής οργανισμός, στην Ελλάδα ο αριθμός των διαδικασιών που απαιτούνται για την ίδρυση μιας επιχείρησης είναι 15 έναντι 3 στη Δανία, 4 στην Ιρλανδία και 5 στη Ρουμανία.

Το αποτέλεσμα αυτών είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα να αντανακλάται:

1) Στη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που ξεπέρασε το 12% του ΑΕΠ το 2006 και το 8% στο πρώτο εξάμηνο του 2007.

2) Στις χαμηλές εισροές ξένων κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία. Παρά τη βελτίωση των τελευταίων ετών, η Ελλάδα παραμένει ένας ελάχιστα ελκυστικός προορισμός για τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια. Την περίοδο 2000 – 2005 οι εισροές ξένων επενδύσεων ήταν οι χαμηλότερες μεταξύ των 27 κρατών – μελών της Ε.Ε. ως ποσοστό του ΑΕΠ (χαμηλότερες του 1%).

Ακόμη και το 2006, που σημειώθηκε ιστορικό ρεκόρ στις άμεσες ξένες επενδύσεις στη χώρα μας, τα 5,4 δισ. δολάρια που εισέρρευσαν αποτελούν μόλις το 0,6% του συνόλου των άμεσων ξένων επενδύσεων στα κράτη – μέλη του ΟΟΣΑ. Σωρευτικά, την περίοδο 1997 – 2006 οι εισροές ξένων επενδυτικών κεφαλαίων στην Ελλάδα ανήλθαν σε 13,8 δισ. δολάρια, όσες δηλαδή ήταν στην Πολωνία μόνο το 2006. Στην Ιρλανδία την ίδια περίοδο οι άμεσες ξένες επενδύσεις έφτασαν τα 88,5 δισ. δολάρια, στην Τσεχία τα 55,2 δισ. και στην Πορτογαλία τα 43,5 δισ. δολάρια.

Εάν στην ανάγκη μεταρρύθμισης του κράτους, συγκράτησης και αποτελεσματικότερης αξιοποίησης των δημοσίων δαπανών και αποκρατικοποίησης της οικονομίας προστεθεί και η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, είναι σαφές ότι στο οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να περισσέψει η τόλμη και η αποφασιστικότητα, γιατί δεν του περισσεύει ούτε χρόνος ούτε… χρήμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή