Μόνο τα μέτρα δεν φτάνουν για έξοδο από την κρίση

Μόνο τα μέτρα δεν φτάνουν για έξοδο από την κρίση

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αγορά των ελληνικών ομολόγων και οι ευμετάβλητες χρηματιστηριακές αγορές είναι ενδεικτικές της αβεβαιότητας των επενδυτών, σχετικά με το αποτέλεσμα του σχεδίου αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η άνοδος των επιτοκίων κατά 0,6% και η πτώση του δείκτη του Χ. Α., όταν ο πρωθυπουργός ανακοίνωνε την είσοδο της χώρας στο πλαίσιο οικονομικής στήριξης. Πέρα από την κινδυνολογία περί διεθνών κερδοσκοπικών παιγνίων, η αλήθεια είναι απλή: μέχρι το 2012, το ελληνικό χρέος θα ανέλθει από 114% σε 150% επί του ΑΕΠ και η Ελλάδα καλείται να αυξήσει το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της κατά 13% αποκλειστικά για την αποπληρωμή των τόκων, την στιγμή που ο κρατικός προϋπολογισμός (πλην των τόκων) παρουσιάζει έλλειμμα 4% επί του ΑΕΠ (2009). Είναι σε θέση, επομένως, η Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους αυτούς;

Η σύγκριση της ελληνικής οικονομίας με το παράδειγμα της Αργεντινής την περίοδο 1990-2001 πιθανώς να απαντά την παραπάνω ερώτηση. Οπως και στην περίπτωση της Αργεντινής, η υιοθέτηση σταθερής νομισματικής ισοτιμίας και το υψηλό κόστος παραγωγής και εργασίας ανέστειλε την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές. Το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο (1,7% και 11,2% επί του ΑΕΠ για Αργεντινή και Ελλάδα, αντίστοιχα) επέφερε την ανάγκη πυρετώδους δανειοληπτικής πολιτικής και τη διόγκωση του δημόσιου χρέους (62% και 114% επί του ΑΕΠ για Αργεντινή και Ελλάδα αντίστοιχα), καθώς επίσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της ανεργίας και την ανεπαρκή κατάρτιση του εργατικού δυναμικού.

Το οικονομικό περιβάλλον αυτό ευδοκίμησε στο πλαίσιο μιας ατελούς πολιτικής ηγεσίας με αδύναμη βούληση για ρηξικέλευθες αλλαγές. Αποτέλεσμα του μοντέλου αυτού ηγεσίας ήταν η πτώχευση της Αργεντινής (Δεκέμβριος, 2001) με την παρεπόμενη αναδιοργάνωση του χρέους και έξοδο της χώρας από τη σταθερή νομισματική ισοτιμία.

Αποτελεί, επομένως, η χρεοκοπία τη λύση στην ελληνική κρίση;

Το σχέδιο «διάσωσης» της ελληνικής οικονομίας προβλέπει σειρά διοικητικών και νομοθετικών μεταρρυθμίσεων για τον έλεγχο των ανεξέλεγκτων δαπανών και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Παρά το γεγονός ότι ο σχεδιασμός αυτός βασίζεται σε κοινά αποδεκτούς στόχους, η υλοποίησή του από τα ίδια στελέχη του κρατικού μηχανισμού που οδήγησαν τη χώρα στην παρούσα κρίση καθιστά το εγχείρημα τουλάχιστον ριψοκίνδυνο. Ο σχεδιασμός αυτός εκτιμάται ότι θα αποτύχει, αφήνοντας ένα κράτος υπερχρεωμένο, όπως έγινε στο παράδειγμα της Αργεντινής.

Η χρεοκοπία, η έξοδος από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα και η αναδιάρθρωση του χρέους θα δημιουργήσουν τις απαραίτητες πιεστικές τάσεις για θεσμικές αλλαγές. Η απαγκίστρωση των σημαντικών αποφάσεων από ένα αναποτελεσματικό μοντέλο διακυβέρνησης θα ενισχύσει τη φερεγγυότητα της χώρας στις διεθνείς αγορές. Παράλληλα, η πλήρης αποκρατικοποίηση κακοδιοικούμενων δημόσιων επιχειρήσεων, η εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από στελέχη όλων των βαθμίδων που προώθησαν ληστρικές πρακτικές διοίκησης δημοσίου χρήματος, και η δήμευση περιουσίας-παραγώγου φοροδιαφυγής θα ενισχύσουν την κοινωνική σύμπνοια για υποστήριξη των οικονομικών μεταρρυθμίσεων.

Η στρατηγική τοποθέτηση της Ελλάδας στις αγορές προϊόντος, εργασίας και κεφαλαίου θα αποτελέσει καταλύτη στην επιτυχημένη αναδόμηση της χώρας. Συγκεκριμένα: σε ποιες αναπτυσσόμενες αγορές μπορεί να επικεντρωθεί η ελληνική παραγωγή; Ποιοι πόροι προσφέρουν τη δυνατότητα ανάπτυξης στρατηγικού πλεονεκτήματος έναντι τρίτων χωρών; Το εθνικό προϊόν θα ανταγωνιστεί σε επίπεδο κόστους ή ποιότητας; Για παράδειγμα, ο ετήσιος κρατικός προϋπολογισμός προβλέπει έξοδα ύψους 2,15 δισ. ευρώ για τη γεωργία, 1,7 δισ. ευρώ για τη μεταποίηση, 186 εκατ. ευρώ για την ενέργεια, 148 εκατ. ευρώ για τον τουρισμό και 41 εκατ. για τη ναυτιλία. Δεδομένου ότι η γεωργική παραγωγή βασίζεται στην καλλιέργεια σιτηρών (3.100 τόνους, 2007) και ζαχαρότευτλων (1.600 τόνους, 2007), αγορές στις οποίες παρατηρείται πτώση εσόδων κατά 45% και άνοδος του κόστους κατά 63% την πρόσφατη πενταετία, η εμμονή της ελληνικής ηγεσίας να κατανέμει σταθερά σημαντικό ποσοστό πόρων σε γεωργία και μεταποίηση σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί στις διεθνείς αγορές, κράτη όπως την Πολωνία, τη Βουλγαρία αλλά και την Κίνα και την Ινδία στην παραγωγή των συγκεκριμένων γεωργικών προϊόντων, το οποίο απλά και ως σκέψη είναι ουτοπικό.

Ποιες αλλαγές (όπως ο περιορισμός της δράσης των συνδικάτων, η διά βίου εκπαίδευση και η αποκρατικοποίηση εκπαιδευτικών κέντρων) θα αποτελέσουν τη βάση για ένα ευέλικτο και καταρτισμένο εργατικό δυναμικό; Η αγορά εργασίας θα ανταγωνιστεί σε επίπεδο κόστους ή ποιότητας; Συγκεκριμένα, το γεγονός ότι ο δημόσιος τομέας είναι ο βασικός εργοδότης στην Ελλάδα κατευθύνει την κατανάλωση πόρων σε αντιπαραγωγικούς τομείς, τη στιγμή που η αύξηση των εξαγωγών δύναται ουσιαστικά να εξομαλύνει τον φρενήρη εξωτερικό δανεισμό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι την τελευταία τριετία εκδιδόταν 1 φορολογική απόφαση και εγκύκλιος ανά 2-3 μέρες, ενώ προβλέπεται ότι η πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση θα ανεβάσει τον αριθμό αυτό στην 1 εγκύκλιο ανά μέρα.

Οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις απαιτούν μια ισχυρή ηγεσία. Το έλλειμμα διακυβέρνησης και ηγεσίας έσυρε την Ελλάδα σε ένα φαύλο κύκλο αντιπαραγωγικότητας και αποσύνθεσης. Τα 110 δισ. ευρώ εξαγοράζουν το όνειρο μιας χώρας και η ελπίδα αυτή ξανακτίζεται με την ίδια σαθρή διακυβέρνηση και με τον ίδιο αναποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό. Οι χρηματαγορές όμως δεν επενδύουν σε όνειρα, αντιθέτως, αναγνωρίζουν την έλλειψη φερεγγυότητας της ελληνικής ηγεσίας και δικαιολογημένα αφήνουν την Ελλάδα χρεοκοπημένη.

* Assistan Professor of Business Administration, Harvard Business School.

** Doctoral Candidate, Harvard Business School.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή