Το Ελληνικό Πρόγραμμα Αξιοποίησης της Δημόσιας Περιουσίας είναι το μεγαλύτερο δεσμευτικό πρόγραμμα μεταφοράς οικονομικής δραστηριότητας από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα στον κόσμο. Στην οικονομική του ουσία δεν είναι ένα πρόγραμμα πώλησης περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στο Δημόσιο, αλλά μια πρόσκληση στο ιδιωτικό κεφάλαιο να επενδύσει στο μέλλον της Ελλάδας. Το σύνολο του προγράμματος θα ανέλθει σε 50 δισ., ενώ μέχρι το 2015 θα πρέπει να έχουν εισπραχθεί 19 δισ. ευρώ. Περίπου το 50% των αναμενόμενων εσόδων θα προέλθει από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, 30% από παραχωρήσεις υποδομών και λιγότερο από 20% από πώληση μετοχών εταιρειών. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι πλείστες από αυτές τις εταιρείες έχουν ήδη δημόσιες παραχωρήσεις (π. χ. ύδρευση, λιμάνια, αεροδρόμιο), τότε ελάχιστες είναι οι πραγματικές πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων.
Το πρόγραμμα αξιοποίησης βρίσκεται σήμερα σε μια δύσκολη φάση προετοιμασίας, γεγονός που δίνει την εντύπωση μιας αργής εξέλιξης. Οι λόγοι που λειτουργούν ανασταλτικά στη συνολική προσπάθεια είναι οι παρακάτω:
– Απαιτείται σημαντική προετοιμασία των περιουσιακών στοιχείων και ειδικά των δικαιωμάτων γης, για τα οποία δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή μία ενεργή αγορά.
– Πρέπει να λυθούν πολλά νομικά και τεχνικά προβλήματα, τα περισσότερα εκ των οποίων απαιτούν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή ακόμη και τη δημιουργία και θέση σε λειτουργία νέων θεσμών (νέες Ανεξάρτητες Αρχές).
– Απαιτείται ευρύτατος συντονισμός για τη χάραξη στρατηγικής και πολιτικών ώστε να μεγιστοποιηθεί το αποτέλεσμα, δεδομένου ότι λόγω του μεγέθους των προσδοκώμενων άμεσων επενδύσεων αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις σε σειρά οικονομικών κλάδων.
– Κάθε διαγωνισμός πρέπει να ελέγχεται εκ των προτέρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για θέματα ανταγωνισμού, προμηθειών και κρατικής ενίσχυσης, μετά το τέλος κάθε διαγωνιστικής διαδικασίας και πριν από την υπογραφή της, η σύμβαση πρέπει να υποβληθεί για έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
– Πρέπει να υπάρχουν επενδυτές με ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, αλλά και δυνατότητα χρηματοδότησης για τη συναλλαγή. Στο σημερινό επίπεδο αβεβαιότητας για την Ευρώπη, το ευρώ και την Ελλάδα, δεν παρουσιάζονται επενδυτές παρότι το στρατηγικό ενδιαφέρον είναι σημαντικό.
Η δέσμευση στην προώθηση του προγράμματος είναι απόλυτη και η συνεχής μάχη με τα προβλήματα προετοιμασίας φέρνει αποτελέσματα. Ετσι, μετά 10 χρόνια συζητήσεων, απραξίας και αντιθέσεων το Ελληνικό βρίσκεται στη διεθνή αγορά και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των επενδυτών και των χρηματοδοτών. Τα Κρατικά Λαχεία βρίσκονται επίσης στην αγορά με ισχυρό διεθνές και ελληνικό ενδιαφέρον, ενώ η αξία τους κάτω από τη διαχείριση του κράτους έβαινε συστηματικά μειούμενη. Αυτή η συστηματική κίνηση περιουσιακών στοιχείων προς την αγορά είναι απαραίτητη για να αποκτήσει το πρόγραμμα ορμή και να μπορέσει τελικά να γίνει το φωτεινό μονοπάτι για τις επενδύσεις. Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας απαιτεί δημιουργικότητα αλλά και κατανόηση των οικονομικών δυναμικών και δυνατοτήτων. Η αναδιάταξη περιουσιακών στοιχείων για την καλύτερη λειτουργία τους, όπως τα λιμάνια, ο συσχετισμός προϋποθέσεων για τη βελτίωση των υπηρεσιών προς τον χρήστη, αλλά και η προστασία του από την αυθαιρεσία του παρόχου, είναι μερικά μόνον από τα θέματα που απασχολούν το ΤΑΙΠΕΔ στην προσπάθεια προετοιμασίας των περιουσιακών στοιχείων. Και είναι κύριο μέλημά του ένα δημόσιο μονοπώλιο να μην υποκατασταθεί από ένα ανεξέλεγκτο ιδιωτικό μονοπώλιο. Η δημιουργία ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών για λιμάνια, αεροδρόμια, ύδρευση, αυτοκινητόδρομους και η ενίσχυση της Εθνικής Επιτροπής Παιγνίων είναι προϋπόθεση για την αλλαγή του ρόλου του κράτους από κακό επιχειρηματία σε ρυθμιστή των αγορών και θεματοφύλακα, απελευθερώνοντας έτσι παραγωγικούς πόρους.
Οι αριθμητικοί στόχοι του προγράμματος αξιοποίησης αποτελούν ισχυρή συμφωνία με την τρόικα. Για να αποκτήσει δυναμισμό η όλη διαδικασία αξιοποίησης και να επιτυγχάνονται συστηματικά οι στόχοι, πρέπει:
– Το ΤΑΙΠΕΔ να προετοιμάζει γρήγορα και αποτελεσματικά τα περιουσιακά στοιχεία, επιλύοντας τα νομικά και άλλα προβλήματα που συναντά, ώστε να διαμορφώνει μια ελκυστική για την αγορά συναλλαγή.
– Η κυβέρνηση να δίνει έγκαιρα τις άδειες που χρειάζονται και γενικά να διευκολύνει στην επίλυση των προβλημάτων, προωθώντας τις αναγκαίες νομοθετικές πρωτοβουλίες χωρίς καθυστερήσεις.
– Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δίνει τη συναίνεσή της το ταχύτερο δυνατό.
– Να υπάρχουν ενδιαφερόμενοι επενδυτές με την απαραίτητη οικονομική επιφάνεια για τη συναλλαγή και ουσιαστική δέσμευση για την ολοκλήρωσή της, κάτι που στις τρέχουσες συνθήκες είναι εξαιρετικά δύσκολο.
– Το Ελεγκτικό Συνέδριο να ολοκληρώνει τον έλεγχο κάθε συναλλαγής γρήγορα, μετά τη συμφωνία, ώστε να κατατεθούν τα χρήματα στα δημόσια ταμεία.
Λαμβάνοντας υπόψη ρεαλιστικά όλους αυτούς τους παράγοντες, το ΤΑΙΠΕΔ θεωρεί ότι, με επιτυχή την έκβαση της υπογραφής της νέας δανειακής σύμβασης και τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών στην Ευρώπη, μπορούν να εισπραχθούν περί τα 2,8 δισ. το 2012 και περίπου το ίδιο το ποσό (3 δισ.) το 2013. Πέραν αυτού του χρονικού ορίζοντος δεν υπάρχει ορατότητα για να γίνουν προβλέψεις, οι οποίες μπορούν να υποστηριχθούν αναλυτικά. Παραμένει ωστόσο ο στόχος με τον οποίο έχουμε δεσμευτεί, ότι μέχρι το 2015 η χώρα θα εισπράξει 19 δισ. ευρώ από τις αποκρατικοποιήσεις και στην ελληνική πραγματική οικονομία θα έχει δρομολογηθεί πολλαπλάσιο ποσό επενδυτικών κεφαλαίων
* Ο δρ Κώστας Σ. Μητρόπουλος είναι διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.