Παράγω και εξάγω

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ολοι θέλουμε την ανάπτυξη, αλλά αν είσαι σε λάθος δρόμο, πρόοδος και ανάπτυξη σημαίνει να κάνεις μεταβολή και να γυρίσεις πίσω στον σωστό δρόμο». Τάδε έφη ο περίφημος Ιρλανδός συγγραφέας Clive Staples Lewis. Η χώρα μας πριν από περίπου 30 χρόνια, κατά την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και μετά, είχε μια ανεπτυγμένη πρωτογενή παραγωγή, βιοτεχνική και βιομηχανική παραγωγή και χαμηλό εξωτερικό χρέος. Η κατάσταση αυτή, δυστυχώς, σταδιακά με τον καιρό άρχισε να ανατρέπεται και μέλημά μας πλέον είναι να αποκτήσουμε ως οικονομία εκ νέου τα χαρακτηριστικά που απωλέσαμε.

Το ΑΕΠ σήμερα έχει υποχωρήσει περισσότερο από 20%. Για την Ελλάδα όμως δεν υπήρχε άλλος δρόμος, στο μέτρο που η χώρα κατανάλωνε μόνον με δανεικά και είχε σχεδόν μηδενική ανταγωνιστικότητα. Εδώ και αρκετές δεκαετίες, ο μέσος Ελληνας «εκπαιδεύτηκε» να ζει, να λειτουργεί και να δραστηριοποιείται σε μια οικονομία εσωστρεφή, έντονα καταναλωτική, αποβιομηχανισμένη με ίχνος κινήτρου για παραγωγή, για γέννηση νέων ιδεών και επιχειρηματικών προσπαθειών, για δημιουργία καινοτομίας. Ολοι μας θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι αυτό το διαβρωμένο και στρεβλό σύστημα διεκπεραίωσης της πολιτικής, θα πρέπει να γκρεμιστεί από τα θεμέλια.

Στην Ελλάδα η κρίση δεν ήταν διπλή, δηλαδή δημοσιονομική και ρευστότητας, αλλά τετραπλή, καθώς θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και την κρίση ανταγωνιστικότητας και διακυβέρνησης, με την τελευταία να αφορά και την Ευρωζώνη. Τα μέτρα για την κοινωνία ήταν εξαιρετικά οδυνηρά, αλλά με περιορισμένη επίδραση στην ανταγωνιστικότητα, αφού ναι μεν το έλλειμμα στο ισοζύγιο προϊόντων και υπηρεσιών μηδενίζεται, ωστόσο αυτό είναι αποτέλεσμα της κατάρρευσης των εισαγωγών λόγω της μείωσης της ζήτησης και της αδυναμίας χρηματοδότησης των εισαγωγών. Η βελτίωση των εξαγωγών δεν είναι -και δεν θα μπορούσε να είναι- από μόνη της επαρκής για να οδηγήσει στην ανάκαμψη όσο παραβλέπουμε το άλλο κρίσιμο μέρος της ανταγωνιστικότητας, το «τι παράγουμε και τι πουλάμε».

Επιπλέον, ο αρνητισμός για τομές στο κράτος, στις συναλλαγές και τη διαφθορά ή σε επιμέρους αγορές, π.χ. στην ενέργεια, στις μεταφορές, σε διάφορες υπηρεσίες, που όλα επηρεάζουν το κόστος παραγωγής και την ανταγωνιστικότητα, όπως και η αδυναμία του πολιτικού μάνατζμεντ να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, ακύρωναν την επιδίωξη ανάκτησης της χαμένης ανταγωνιστικότητας. Το ζητούμενο ωστόσο -εδώ που φτάσαμε- δεν είναι οι διαπιστώσεις από τα κακώς κείμενα του παρελθόντος, αλλά οι δραστικές διορθωτικές κινήσεις που πρέπει να γίνουν από εδώ και πέρα! Αλλιώς το άμεσο μέλλον δεν θα είναι ρόδινο. Η κατάσταση μπορεί να ανατραπεί μόνο αν δείξουμε πως κάτι έχουμε καταλάβει κι αρχίσουμε να προσγειωνόμαστε στα μονοπάτια της λογικής.

Για να βγει η χώρα από το τέλμα, πρέπει ως λαός και ως κράτος να κάτσουμε να δουλέψουμε σκληρά, να δημιουργήσουμε από την αρχή και να επενδύσουμε σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, εστιασμένο στην παραγωγή ανταγωνιστικών διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, με την προϋπόθεση της μετακίνησης πόρων από τα μη εμπορεύσιμα στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και της υποκατάστασης των εισαγωγών από τα εγχώρια παραγόμενα αγαθά. Ολα αυτά συνοψίζονται στο δόγμα του ΣΕΒΕ: «Παράγω και Εξάγω».

Αν υπάρχει κάποιο θετικό στοιχείο στην όλη κατάσταση, αυτό είναι ότι η Ελλάδα έχει πολλές ευκαιρίες για ανάπτυξη. Αλλά χωρίς βαθύτερη πολιτική αναμόρφωση θα παραμείνουν ανεκμετάλλευτες  και θα χρειαστούν συνεχείς επιμηκύνσεις των δανείων της, με ευνοϊκότερους όρους από αυτούς της αγοράς.

Οντως, κάτι έχει αρχίσει να αλλάζει. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής και η δύσκολη αυτή προσπάθεια θα πρέπει να συνεχιστεί. Απαιτείται επαγρύπνηση και εγρήγορση! Ηρθε η ώρα να γίνουμε πιο αυστηροί με τους εαυτούς μας. Να βάλουμε νέους στόχους, πιο απαιτητικούς και πιο συγκεκριμένους. Ως γνωστόν, οι ελληνικές εξαγωγές το 2012 αντιστάθηκαν σθεναρά ακόμα μία χρονιά στη δίνη της ύφεσης και υπολογίζονται πλέον σε 27 δισ. ευρώ ή σε 14% συνεισφορά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Το 14% μπορεί για την Ελλάδα να αποτελεί πολύ σημαντικό επίτευγμα και ιστορικό υψηλό ρεκόρ εξαγωγικής επίδοσης, συγκρινόμενοι ωστόσο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το ποσοστό αυτό είναι ακόμα ιδιαίτερα χαμηλό και απαιτεί εγρήγορση και περαιτέρω προσπάθεια. Η προσπάθεια αυτή από την πλευρά των εξαγωγικών επιχειρήσεων συνεχίζεται, καθώς το α τρίμηνο του 2013 οι ελληνικές εξαγωγές (συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών) αυξήθηκαν κατά 5,1%.

Ο νέος στόχος μας είναι να τεθεί η ελληνική οικονομία σε σταθερές βάσεις μέσα από την παραγωγή και την εξωστρέφεια και για να γίνει αυτό θα πρέπει ένα επιπλέον 25% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μας, να μεταφερθεί σε νέες εξαγωγικές δραστηριότητες. Σήμερα, ο εθνικός μέσος όρος στην εξαγωγική επίδοση, αθροιστικά στα αγαθά και στις υπηρεσίες είναι στο 26%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται σε 45%. Σε αυτό το ποσοστό θα πρέπει λοιπόν να φτάσει η συνεισφορά της εξωστρέφειας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας με χρονικό ορίζοντα το 2020, προκειμένου αυτή να σταθεί στα πόδια της και καλούμε την κυβέρνηση να υιοθετήσει αυτόν στον στρατηγικό στόχο και αυτή τη φορά τα αντανακλαστικά της να λειτουργήσουν άμεσα, πριν χαθεί και άλλος χαμένος χρόνος.

* O κ. Δημήτρης Λακασάς είναι πρόεδρος του ΣΕΒΕ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή