Αύξηση 6,9% του ΑΕΠ έως το 2026 από το Ταμείο Ανάπτυξης

Αύξηση 6,9% του ΑΕΠ έως το 2026 από το Ταμείο Ανάπτυξης

Τι δείχνει η μελέτη της ΤτΕ – Ποια θα είναι η συμβολή των μεταρρυθμίσεων

3' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα δοθούν για ιδιωτικές επενδύσεις, θα έχουν μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη από τις επιχορηγήσεις για δημόσια έργα και προγράμματα. Σε μακροχρόνιο ορίζοντα, όμως, πιο σημαντικές, τόσο από τα δάνεια όσο και από τις επιχορηγήσεις, είναι οι μεταρρυθμίσεις που θα εφαρμοστούν στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει, σύμφωνα με πληροφορίες, η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος για τις επιδράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία, που θα δημοσιευθεί αύριο, στο πλαίσιο της έκθεσης της τράπεζας για τη νομισματική πολιτική. Την έκθεση θα υποβάλει στη Βουλή ο διοικητής της, Γιάννης Στουρνάρας.

Εως το 2026, οπότε και θα ολοκληρωθεί το «Ελλάδα 2.0» και θα εξαντληθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, οι αναλυτές της Τράπεζας της Ελλάδος υπολογίζουν ότι το ΑΕΠ θα ενισχυθεί κατά 6,9% (βασικό σενάριο) έως 8,5% (διευρυμένο σενάριο). Δέκα χρόνια μετά, η επίδραση του σχεδίου ανάκαμψης θα είναι 7%-10,1% και 20 χρόνια μετά θα είναι 6,6-10,5%. Το διευρυμένο σενάριο συνυπολογίζει και την επίπτωση από τις μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ποιότητα της διακυβέρνησης και την αποτελεσματικότητα του συστήματος απονομής δικαιοσύνης. Αυτές όμως, όπως οι ίδιοι οι αναλυτές αναγνωρίζουν, είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν.

Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας, η αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,9% έως το 2026 υπολογίζεται ότι θα προέλθει κατά 4,3% από τις επιχορηγήσεις και τα δάνεια και κατά 2,6% από τις μεταρρυθμίσεις. Με άλλα λόγια, στον ορίζοντα αυτό της πενταετίας, οι δαπάνες για επενδύσεις και προγράμματα είναι πιο σημαντικές από τις μεταρρυθμίσεις. Μεταξύ των δαπανών, εξάλλου, πιο σημαντικά είναι τα δάνεια που συνεισφέρουν, στο βασικό σενάριο, 2,9%, από τις επιχορηγήσεις που συνεισφέρουν 1,5%. Σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτό συμβαίνει επειδή το χαμηλό κόστος των επιτοκίων δανεισμού αναμένεται να αυξήσει αρκετά τη ζήτηση για επενδύσεις, ενώ προβλέπεται και μείωση των εγχώριων τιμών, κάτι που θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και θα ευνοήσει τις εξαγωγές.

Προχωρώντας σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, τα δεδομένα αλλάζουν και οι μεταρρυθμίσεις γίνονται πιο σημαντικές από τις δαπάνες. Στα 10 χρόνια, στο βασικό σενάριο, από το 7% της πρόσθετης ανάπτυξης, μόνο το 2,1% θα προέρχεται από τις δαπάνες (0,3% από επιχορηγήσεις και 1,7% από δάνεια), αφού τα έργα θα έχουν ήδη σχεδόν τελειώσει. Η επίδραση των μεταρρυθμίσεων, ωστόσο, θα είναι 4,9%.
Και 20 χρόνια μετά, η επίδραση του σχεδίου ανάκαμψης στο ΑΕΠ από το 6,6% της πρόσθετης ανάπτυξης, μόνο το 0,6% θα σχετίζεται με επιχορηγήσεις και δάνεια και το 6% με τις μεταρρυθμίσεις.

Είναι λογικό. Οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο σχέδιο αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και συμβάλλουν στην ενίσχυση των εξαγωγών, διατηρώντας έτσι μια θετική, μακροχρόνια επίδραση στο ΑΕΠ.

Η μελέτη της ΤτΕ βασίζεται στην παραδοχή ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα απορροφηθούν πλήρως, με το 13% της προκαταβολής να απορροφάται φέτος και το υπόλοιπο ποσό να διαμοιράζεται ισόποσα τα επόμενα έτη μέχρι το 2026. Θεωρεί επίσης ότι το 67% των επιχορηγήσεων θα διατεθεί για δημόσιες επενδύσεις και το 33% για δημόσια κατανάλωση.

Για τις μεταρρυθμίσεις προβλέπεται ότι θα μειώσουν τουλάχιστον κατά το ήμισυ τη διαρθρωτική απόκλιση της Ελλάδας από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης έως το 2030.

Οι αναλυτές, πάντως, αναγνωρίζουν ότι υπάρχει αβεβαιότητα ως προς τον χρόνο ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων και δυσκολίες στην ποσοτικοποίησή τους, δεδομένου ότι δεν περιγράφονται και με μεγάλη λεπτομέρεια στο σχέδιο ανάκαμψης. Παρ’ όλα αυτά, επιχείρησαν να υπολογίσουν την επίδρασή τους στο ΑΕΠ αφού τις κατέταξαν σε 4 κατηγορίες: μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν τον ανταγωνισμό, ενισχύουν τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, αυξάνουν τη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας και προωθούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης.

Νικήτρια με διαφορά αναδείχθηκε η τελευταία κατηγορία, των μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, μέσω της ψηφιοποίησης. Το 2026 εκτιμάται ότι θα έχουν συμβάλει στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,6%, από τα 2,6% της συνολικής επίπτωσης των μεταρρυθμίσεων. Ακολουθούν, κατά σειρά, οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, όπως η εκπαίδευση και κατάρτιση, το συνταξιοδοτικό και η διευκόλυνση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, αυτές που αυξάνουν τον ανταγωνισμό (βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, μείωση του διοικητικού βάρους των επιχειρήσεων) και αυτές που αυξάνουν τη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας (ανάπτυξη δικτύου 5G, ψηφιακές δεξιότητες κτλ.).

Οι αναλυτές της τράπεζας κάνουν, εξάλλου, ειδική αναφορά στον πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο που μπορεί να δημιουργηθεί εμμέσως από το Ταμείο Ανάκαμψης, λόγω αύξησης των φορολογικών εσόδων. Αν ο χώρος αυτός χρησιμοποιηθεί για μειώσεις φορολογικών συντελεστών ή αυξήσεις δαπανών, υποστηρίζουν, οι θετικές επιδράσεις μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερες, θέτοντας σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή