Η άνοδος και η πτώση των ελληνικών Evergrande

Η άνοδος και η πτώση των ελληνικών Evergrande

Η «Κ» παρουσιάζει τις τέσσερις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που κυριαρχούσαν επί δεκαετίες στους κλάδους τους

9' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί η υπόθεση του κινεζικού κατασκευαστικού κολοσσού Evergrande, που κλυδωνίζεται υπό το βάρος του υπερδανεισμού άνω των 300 δισ. ευρώ, να επιβεβαιώνει τα οφέλη του «μη δανείζεσθαι», που έχει περιγράψει αναλυτικά ο βιογράφος και φιλόσοφος Πλούταρχος, ιδίως όταν δεν υφίσταται διασφαλισμένη δραστηριότητα, όμως στην Ελλάδα οι περιπτώσεις κατάρρευσης επιχειρηματικών γιγάντων με πήλινα πόδια είναι, διαχρονικά, πολυάριθμες. Η λίστα των ελληνικών επιχειρήσεων που επέλεξαν να ακολουθήσουν το εύκολο μονοπάτι του δανεισμού για να μεγεθύνουν τη δραστηριότητά τους είναι μακρά. Ξεχωρίζουν όμως ορισμένες περιπτώσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, τηρουμένων των αναλογιών, ως οι ελληνικές Evergrande.

Πρόκειται για την αλυσίδα σούπερ μάρκετ Μαρινόπουλος, που εάν δεν διασωζόταν μέσω της εξαγοράς της από τη «Σκλαβενίτης», θα πυροδοτούσε ένα δίχως προηγούμενο συστημικό σοκ στην ελληνική οικονομία και ευρύτερα στο επιχειρείν. Οχι άδικα, καθώς η εταιρεία είχε αστρονομικές υποχρεώσεις 1,8 δισ. ευρώ και 12.500 εργαζομένους. Η λίστα περιλαμβάνει την «Μπάμπης Βωβός Διεθνής Τεχνική», της οποίας οι υποχρεώσεις άγγιζαν τα 873 εκατ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος να αποτελεί τραπεζικό δανεισμό. Οπως και την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία του Θωμά Λαναρά, της οποίας η χρεοκοπία υπήρξε παταγώδης, εάν ληφθεί υπόψη ότι περίπου 300.000 μικρομέτοχοι είχαν τοποθετήσει τμήμα ή το σύνολο των κεφαλαίων τους στη μετοχή της, ενώ στη Νάουσα, το κλείσιμο των κλωστηρίων εκτόξευσε κατά 40% την ανεργία. Ηχηρό και με σημαντικές επιπτώσεις στην αποβιομηχάνιση της χώρας υπήρξε και το κανόνι της πλαστικοβιομηχανίας Πετζετάκις, της εξαγωγικής υπερδύναμης που λύγισε υπό το βάρος των χρεών και της απώλειας του ανταγωνιστικού της πλεονεκτήματος.

«Μπάμπης Βωβός Διεθνής Τεχνική»

Η ανώμαλη προσγείωση του ηγέτη στα ακίνητα

Η άνοδος και η πτώση των ελληνικών Evergrande-1

Ο δανεισμός για έργα ανάπτυξης ακινήτων, τα οποία δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρωθούν, υπήρξε η βασική αιτία για την κατάρρευση της «Μπάμπης Βωβός Διεθνής Τεχνική» (ΜΒΔΤ), που κυριαρχούσε για πολλές δεκαετίες στην ελληνική αγορά ακινήτων. Το αρχικό πλήγμα της εταιρείας προήλθε το 2008, όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας, ύστερα από προσφυγή 130 πολιτών, αποφάσισε την προσωρινή –και εν συνεχεία την οριστική– αναστολή των οικοδομικών εργασιών στο εμπορικό κέντρο –70.000 τετραγωνικών μέτρων– που είχε ξεκινήσει να υλοποιεί στον Βοτανικό.

Το μεγάλο βαρίδι

Η αναστολή των εργασιών ανάγκασε την εταιρεία να διατηρεί στο χαρτοφυλάκιό της ένα ημιτελές κτίριο, που θα γειτνίαζε με το σχεδιαζόμενο γήπεδο του ΠΑΟ στην περιοχή ως τμήμα της Διπλής Ανάπλασης Βοτανικού – Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Για το έργο, όμως, που θα ήταν επένδυση 200-250 εκατ. ευρώ, η «Βωβός» είχε δανειστεί 125 εκατ. ευρώ, ποσό που αποτελούσε βαρίδι για τα μεγέθη της. 

Οσο οι εργασίες δεν συνεχίζονταν το βαρίδι γρήγορα μετατράπηκε σε ογκόλιθο, εάν ληφθεί υπόψη ότι η ΜΒΔΤ είχε προχωρήσει σε κατ’ αρχάς συμφωνίες για τη μίσθωση του ακινήτου και είχε προσυμφωνήσει την πώλησή του έναντι 600 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή, παρά τις παρεμβάσεις μέσω επιστολής – υπομνήματος στο ΣτΕ κορυφαίων υπουργών της τότε κυβέρνησης (ζητούσαν να συνεχιστεί το έργο για λόγους δημοσίου συμφέροντος), είχε προκαλέσει την πτώση της τιμής της μετοχής –που τέθηκε σε αναστολή– σε ποσοστό άνω του 70%, σε περίπου 5,7 ευρώ. 

Η κρίση του 2010

Οι συνθήκες όμως για την ΜΒΔΤ επιδεινώθηκαν περαιτέρω λόγω της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων από το 2010 και κυρίως του υπερδανεισμού της εταιρείας, η οποία το 2011 εμφάνιζε συνολικές υποχρεώσεις 873 εκατ. ευρώ, από τις οποίες 223 εκατ. αντιστοιχούσαν σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό. Ωστόσο, η υπερχρεωμένη «Μπάμπης Βωβός Διεθνής Τεχνική», τον Μάιο του 2015 εξασφάλισε, με δύο δικαστικές αποφάσεις, την έγκριση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης. Ωστόσο, η τεχνική εταιρεία δεν κατάφερε ποτέ να ορθοποδήσει, καθώς καμία από τις προβλέψεις του επιχειρηματικού σχεδίου εξυγίανσης δεν υιοθετήθηκε. Για παράδειγμα, η συμφωνία για την «επόμενη μέρα» της εταιρείας προέβλεπε την πώληση του ξενοδοχειακού συγκροτήματος στον Γαλατά Τροιζηνίας, που θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί από το 2016. Τελικά το ακίνητο οδηγήθηκε σε πλειστηριασμό.

Ομιλος Πετζετάκι

Η πρωτοπόρος πολυεθνική δεν άντεξε τον ανταγωνισμό

Η άνοδος και η πτώση των ελληνικών Evergrande-2

Η «Πετζετάκις» υπήρξε η πρώτη ελληνική πολυεθνική πλαστικοβιομηχανία, με τον ιδρυτή της Αριστόβουλο Πετζετάκι να ανήκει στους πρωτοπόρους εφευρέτες και βιομηχάνους της μεταπολεμικής Ελλάδας. Η πατέντα σωλήνων από σκληρό πολυαιθυλένιο PVC, που είχε κατοχυρώσει, αποτελούσε το συγκριτικό πλεονέκτημα, που είχε καταστήσει για δεκαετίες εξαγωγική υπερδύναμη την «Πετζετάκις», με εργοστάσια σε Ιράν, Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία και Κίνα. Οι αρδευτικοί σωλήνες Heliflex χρησιμοποιούνταν για την αγροτική παραγωγή σε όλο τον κόσμο, από την Αμερική μέχρι τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, ενώ η πλαστικοβιομηχανία είχε στο πελατολόγιό της εταιρείες, όπως η Pirelli και η Goodyear.

Εξαγωγές σε 60 χώρες

Ο θάνατος του Αριστόβουλου Πετζετάκι το 1973 και η ανάληψη των ηνίων από τον γιο του Γιώργο σηματοδότησε την αρχή του τέλους για την εταιρεία, με τις εξαγωγές προς τουλάχιστον 60 χώρες, τους περισσότερους από 1.800 εργαζομένους και τις ισχυρές αποδόσεις στο Χρηματιστήριο. Το πρώτο χτύπημα προήλθε από την κρίση στο διεθνές εμπόριο που προκάλεσε ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ το 1980, οδηγώντας στη συρρίκνωση κατά 25% των εξαγωγών της «Πετζετάκις». Η περιδίνηση όμως για την πλαστικοβιομηχανία θα ξεκινήσει το 1990, οπότε έληξε η τριακονταετής διάρκεια της πατέντας που είχε κατοχυρώσει ο Αριστόβουλος. Η διεθνής πρωτοκαθεδρία της βιομηχανίας θα ξεκινήσει να κλονίζεται με την είσοδο στην αγορά νέων παικτών. Η τοποθέτηση στη διοίκηση του ομίλου έμπειρων στελεχών και με θητεία σε κυβερνητικούς θώκους, οι αυξήσεις κεφαλαίου, η είσοδος στρατηγικών επενδυτών και βέβαια ο νέος δανεισμός κατάφεραν μόνο να καθυστερήσουν την κατάρρευση.

Η ελεύθερη πτώση

Το 2010 η παραγωγική δραστηριότητα της «Πετζετάκις» είχε σταματήσει, ομολογιακά δάνεια της τάξεως των 122 εκατ. ευρώ είχαν καταγγελθεί και η εταιρεία χρωστούσε δεδουλευμένα άνω των έξι μηνών. Τη συγκεκριμένη χρονιά, οπότε η μετοχή τέθηκε σε αναστολή, η πλαστικοβιομηχανία είχε συνολικές υποχρεώσεις 237 εκατ. ευρώ, από τα οποία 143 εκατ. ευρώ αντιστοιχούσαν σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό, όπως και αρνητικά ίδια κεφάλαια 83 εκατ. ευρώ. Την ελεύθερη πτώση τής άλλοτε κραταιάς βιομηχανίας επιτάχυνε το distress fund Javes Services Inc, που δεν παρέσχε χρηματοδότηση ύψους 25 εκατ. ευρώ, σε αντίθεση με όσα είχε συμφωνήσει με τη διοίκηση της εταιρείας. Ο Γ. Πετζετάκις συνελήφθη το 2011 για οφειλές προς το Δημόσιο της τάξεως των 2 εκατ. ευρώ και λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 2015 η εταιρεία τέθηκε σε καθεστώς χρεοκοπίας.

Μαρινόπουλος 

Αποτελούσε συστημικό κίνδυνο για την οικονομία

Η άνοδος και η πτώση των ελληνικών Evergrande-3

Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις, που συνδέθηκε με τον μεγαλύτερο συστημικό κίνδυνο για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και ευρύτερα το επιχειρείν, αφορά την αλυσίδα σούπερ μάρκετ Μαρινόπουλος, η οποία την 1η Μαρτίου του 2017 περιήλθε στον έλεγχο της «Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης». Με περισσότερα από 820 καταστήματα, 12.500 εργαζομένους, χρέη 700 εκατ. ευρώ προς προμηθευτές, συνολικές υποχρεώσεις 1,8 δισ. ευρώ και τζίρο 1,6 δισ. ευρώ, η κατάρρευση της «Μαρινόπουλος» θα επέφερε ένα ιδιαίτερα ισχυρό πλήγμα στην ελληνική οικονομία. Η συντριπτική πλειονότητα των πιστωτών της, οι προμηθευτές, οι τράπεζες και οι πολυάριθμοι ιδιοκτήτες που εκμίσθωναν τα ακίνητά τους στη «Μαρινόπουλος» θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια «μαύρη τρύπα», η οποία δύσκολα θα έκλεινε. Η αλυσίδα σούπερ μάρκετ αποτελούσε κορυφαία περίπτωση υπερδανεισμένης εταιρείας: Από το 2011 εμφάνιζε τα μεγαλύτερα χρέη συγκριτικά με τους υπόλοιπους παίκτες του κλάδου, το ύψος των οποίων δεν δικαιολογούνταν ούτε από το γεγονός ότι καταλάμβανε ηγετική θέση στην αγορά. Κι αυτό δεδομένου ότι επρόκειτο για μια εμπορική επιχείρηση που εισέπραττε τοις μετρητοίς, αλλά πλήρωνε με σημαντική καθυστέρηση τους προμηθευτές της.

Το αδιέξοδο της εταιρείας αποτέλεσε συνδυασμό γεγονότων, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς που παραπέμπουν στο 2012, οπότε απαιτήθηκαν σημαντικά κεφάλαια, της τάξεως των 350 εκατ. ευρώ, για την εξαγορά από τη «Μαρινόπουλος» του ποσοστού 50% με το οποίο η Carrefour συμμετείχε στην έως τότε ελληνογαλλική κοινοπραξία. Η κίνηση εκείνη, παρότι κρίθηκε επιβεβλημένη, άφησε την ελληνική εταιρεία χωρίς την «ασφάλεια» που παρέχει η συμπόρευση με έναν πολυεθνικό όμιλο, επίπτωση που έγινε αισθητή όταν η «Μαρινόπουλος» αποφάσισε να διευρύνει την παρουσία της σε μια έντονα, τότε, υφεσιακή αγορά. Και παρότι η οικογένεια Μαρινόπουλου στήριξε και με προσωπικά κεφάλαια την εταιρεία, παραμένει ακόμη αναπάντητο το ερώτημα πώς η αλυσίδα, ενώ δεν είχε δημοσιεύσει οικονομικές καταστάσεις για τρεις συναπτές χρήσεις κι εμφάνιζε αρνητική καθαρή θέση, εξακολουθούσε να λαμβάνει τραπεζικό δανεισμό.

Ωστόσο, ο όμιλος Μαρινόπουλος υπήρξε «too big to fail» και το καλοκαίρι του 2016 υπέβαλε αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 του πτωχευτικού δικαίου. Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, η «Σκλαβενίτης» έδωσε το «παρών», δηλαδή μέσω επιστολής εκδήλωσε, σε πρώτη φάση, μη δεσμευτικό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή της στη διαδικασία εξυγίανσης της «Μαρινόπουλος», προχωρώντας σε μια κίνηση στρατηγικού χαρακτήρα που θα της επέτρεπε να διευρύνει την παρουσία της ανά την επικράτεια και κυρίως εκτός Αττικής, όπου το δίκτυό της δεν ήταν ανεπτυγμένο. Παρά την πολυπλοκότητά του, το deal έγινε πράξη, απαιτώντας όμως και γενναία χρηματοδότηση με ποσά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ από τη «Σκλαβενίτης».

Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία 

Από το χρηματιστηριακό άλμα, στην κατάρρευση

Παταγώδης υπήρξε και η κατάρρευση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας  (Εν.Κλω.) του Θωμά Λαναρά, της οποίας την επαναλειτουργία ευαγγελιζόταν η προηγούμενη κυβέρνηση. Μέχρι όμως και σήμερα, παρά τις πολυάριθμες απόπειρες εκποιήσεων, στα αζήτητα παραμένουν τα εργοστάσια, τα ακίνητα και ο μηχανολογικός εξοπλισμός τού, κάποτε, πέμπτου μεγαλύτερου κλωστοϋφαντουργικού ομίλου στην Ευρώπη. Οπως και ενός από τους μεγαλύτερους εργοδότες με περισσότερους από 3.400 εργαζομένους, από τους οποίους οι 1.760 ήταν στην Ελλάδα. Το 1999 η Κλωνατέξ –όπως λεγόταν τότε η μετονομασθείσα αργότερα σε Εν.Κλω.– είχε χρηματιστηριακή αξία 3 δισ. ευρώ, έχοντας αντλήσει, μέσω αυξήσεων κεφαλαίου, από το χρηματιστήριο περίπου 300 εκατ. ευρώ. Εκείνη τη χρονιά, εν μέσω χρηματιστηριακής φρενίτιδας, ο Θωμάς Λαναράς είχε εξαγοράσει τρεις εισηγμένες επιχειρήσεις και δεκάδες ακόμα μη εισηγμένες, ενώ υπολογίζεται ότι περίπου 300.000 μικρομέτοχοι είχαν τοποθετήσει τμήμα ή το σύνολο των χρημάτων τους στη μετοχή της εταιρείας που είχε φθάσει το 2000 να διαπραγματεύεται προς 100 ευρώ.

Ωστόσο, τη χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων, το 2004 το νήμα της Εν.Κλω. αρχίσει να ξεθωριάζει, υπό το βάρος υποχρεώσεων που ξεπερνούσαν τα 230 εκατ. ευρώ και αυξήθηκαν στα 280 εκατ. ευρώ, έχοντας, τα επόμενα χρόνια, εξασφαλίσει νέα τραπεζική χρηματοδότηση 50 εκατ. ευρώ. Τον Μάρτιο του 2009 η παραγωγική δραστηριότητα της εταιρείας σταμάτησε, ενώ τον Φεβρουάριο του 2010 ανεστάλη η διαπραγμάτευση της μετοχής και παραιτήθηκε από την προεδρία του Δ.Σ. της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας ο Θ. Λαναράς. Τα εργοστάσια της εταιρείας είχαν κατεβάσει ρολά στη Νάουσα, όπου λειτουργούσαν τα κλωστήρια, η ανεργία ξεπέρασε το 40%, οι εργαζόμενοι ήταν σε επίσχεση εργασίας και περισσότεροι από 300.000 μικρομέτοχοι βρίσκονταν σε απόγνωση.

Τον Ιούνιο του 2010 η κυβέρνηση Παπανδρέου στήριξε ένα ακόμα σχέδιο αναδιάρθρωσης και η κλωστοϋφαντουργία συμφώνησε να λάβει κοινοπρακτικό δάνειο 63,6 εκατ. ευρώ με την εγγύηση του Δημοσίου. Είχαν όμως τεθεί ως προϋποθέσεις η εταιρεία να συρρικνωθεί δραστικά και να αποκλειστεί ο Θωμάς Λαναράς και άνθρωποι του περιβάλλοντός του από το νέο σχήμα. Ενάμιση χρόνο αργότερα, θα φύγει από τη ζωή, με το σχέδιο εξυγίανσης της εταιρείας να μην προχωράει ποτέ. Δύο από τις πιστώτριες τράπεζες δεν υπέγραψαν τη δανειακή συμφωνία, επικαλούμενες την, τότε, έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για παράνομες κρατικές ενισχύσεις, που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2010. Ως αποτέλεσμα τα 63,6 εκατ. ευρώ δεν καταβλήθηκαν ποτέ. Τον Φεβρουάριο του 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι το Δημόσιο είχε παραβιάσει τους κανόνες περί ενισχύσεων το 2007 και το 2009. Το λουκέτο της Εν.Κλω. υπήρξε ένα σημαντικό κομμάτι του παζλ της αποβιομηχάνισης της χώρας, αλλά και του brain drain που γιγαντώθηκε τα μνημονιακά χρόνια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή