Η κρίση διεύρυνε το οικονομικό χάσμα

Η κρίση διεύρυνε το οικονομικό χάσμα

2' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

 

Οι φτωχοί έχουν γίνει ακόμη πιο φτωχοί και οι πλούσιοι, πλουσιότεροι. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην τριμηνιαία έκθεσή του, το οποίο προειδοποιεί πως «εάν οι συνθήκες στο μέλλον δεν είναι καλύτερες απ΄ ότι στο παρελθόν, η παρούσα ανεργία θα μετατραπεί σε μακροχρόνια ανεργία με τρομακτικές συνέπειες για την κοινωνική συνοχή».

Μάλιστα, στην έκθεση αναφέρεται πως εάν σταθεροποιήσουμε τη γραμμή φτώχειας στο 2009 σε πραγματικούς αριθμούς, οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι σήμερα το 42% του πληθυσμού έχει πραγματικό εισόδημα χαμηλότερο από τη γραμμή φτώχειας του 2009. Και προσθέτει ότι «αν και σε απόλυτους όρους (σε ευρώ) συνεισέφεραν περισσότερο από τους φτωχούς, σε σχετικούς όρους (ως ποσοστό του εισοδήματός τους), συνυπολογιζομένης της επίδρασης του ΦΠΑ, οι φτωχοί συνεισέφεραν περισσότερο από τους πλούσιους»

Αναφέρει, δε, ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, η σημαντική αύξηση του κινδύνου της φτώχιας (at-risk-of-poverty) την περίοδο 2008-2012 σημαίνει ότι περαιτέρω προσπάθειες μεταρρυθμίσεων θα συναντήσουν αυξημένη αντίσταση και αποδοκιμασία από την ελληνική κοινωνία καθότι τα αποτελέσματα των ήδη εφαρμοσμένων ενεργειών οδήγησαν σε σαφή υποτίμηση του βιοτικού επιπέδου μεγάλης μερίδας πολιτών, με συνέπεια η μεταρρυθμιστική προσπάθεια να εξισωθεί στην αντίληψη των περισσότερων με την επιβολή εισπρακτικών μέτρων.

Παράλληλα, υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις του προγράμματος προσαρμογής («Μνημονίου») προχωρούν μεν έστω και αργά «πλην όμως επιλεκτικά, με ανακολουθίες, αμφιταλαντεύσεις και χωρίς σαφή κριτήρια ως προς την κατανομή των βαρών. Αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί τόσο στη στάση της κοινής γνώμης όσο και στην ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία».

Σε ότι αφορά στον προϋπολογισμό του 2013 και την επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής ζητά μέρος του πλεονάζοντος πλεονάσματος να διατεθεί και για δημόσιες επενδύσεις.

Επίσης, ασκεί κριτική για τη φορολόγηση, αναφέροντας ότι η ταυτόχρονη επιβολή του αναθεωρημένου ΕΕΤΗΔΕ, καθώς και των ΦΑΠ του 2011 και 2012 ενδέχεται να οδηγήσει σε υπερβολική φορολόγηση της περιουσίας των πολιτών για το 2014 και μετά «και αυτό με τη σειρά του να αυξήσει το κίνητρο της φοροδιαφυγής, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγήσει πολλούς φορολογούμενους σε ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις απέναντι στο δημόσιο λόγω αδυναμίας πληρωμής». Θεωρεί, δε, ότι η επιπλέον επιβάρυνση με νέους φόρους των ήδη φορολογουμένων πολιτών δεν βοηθά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την είσπραξη εσόδων. Απεναντίας αυξάνει το κίνητρο της φοροδιαφυγής και μειώνει τα φορολογικά έσοδα. «Η βελτίωση της φορολογικής διοίκησης με την ενδυνάμωση της Γενικής Γραμματείας Εσόδων και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης ώστε να συνεισφέρουν όλοι στα δημόσια έσοδα ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, είναι η πιο αποτελεσματική (και κοινωνικά δίκαιη) πολιτική» σύμφωνα με την έκθεση.

Σημειώνει, μάλιστα, ότι «οι φορολογικοί συντελεστές, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις, είναι υψηλότεροι από το μέσο όρο των χωρών τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της Ευρωζώνης».

Πέραν αυτών, από εδώ και στο εξής το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη της οικονομίας κατά το Γραφείο Προϋπολογισμού. «Θεωρούμε όμως ότι δεν μπορεί να επέλθει ουσιαστική ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία όσο αυτή εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο, όσο δεν έχουν εξασφαλιστεί ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για την μελλοντική πορεία και τις στρατηγικές επιλογές της και όσο, βέβαια, δεν υπάρχει επαρκής ρευστότητα. Οι εγχώριες και διεθνείς επενδύσεις προϋποθέτουν την ικανοποίηση όλων αυτών των συνθηκών, ενώ οι εξαγωγές από μόνες τους δεν έχουν το κρίσιμο μέγεθος ώστε να βοηθήσουν με την αύξησή τους την αναπτυξιακή πορεία της χώρας», αναφέρεται στην έκθεση.

Ωστόσο, επισημαίνει ότι «η κυβέρνηση οφείλει να επισπεύσει τον ήδη δρομολογημένο μακροχρόνιο αναπτυξιακό προγραμματισμό9 που θα είχε ως στόχο να μετασχηματίσει την ελληνική οικονομία με βάση τα μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα μας στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στις νέες τεχνολογίες, στην ενέργεια, στον τουρισμό, στη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, κ.ά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή