Η αντίσταση της Γερμανίας και οι ευρωεκλογές
Το ότι θα έβγαινε η γερμανική κυβέρνηση τον προσεχή Απρίλιο και θα έλεγε «τώρα θα καλύψουμε το χρηματοδοτικό κενό και θα διευθετήσουμε το ελληνικό χρέος», όπως θα ήθελε η ελληνική κυβέρνηση, έπρεπε να αποκλειστεί από την πρώτη στιγμή. Συνεπώς, το γεγονός ότι το Βερολίνο αρνείται και να το συζητήσει τώρα, μάλλον δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση σε κανέναν. Οπως λένε στη στήλη πηγές από τη γερμανική πρωτεύουσα, κοινή είναι η εκτίμηση εκεί ότι κάτι τέτοιο θα προκαλούσε ένα κύμα αντιδράσεων ενόψει των ευρωεκλογών και θα έφερνε σε δύσκολη θέση τις κυβερνήσεις χωρών, όπως η Γαλλία αλλά και η Ιταλία, στις οποίες η επιμήκυνση των δανείων και η μείωση του επιτοκίου θα στοιχίσει πολύ περισσότερο από τους Γερμανούς. Γνωρίζοντας αυτό, η γερμανική κυβέρνηση μάλλον θα παραμείνει σιωπηλή ώς τις ευρωεκλογές. Στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, μάλιστα, δείχνουν να εκτιμούν ότι η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει χωρίς πρόσθετη χρηματοδότηση, αν οι θετικές προβλέψεις για την ανάπτυξη επαληθευτούν. Θεωρούν, όμως, ότι ένα τρίτο πακέτο συνοδευόμενο από δεσμευτικούς όρους θα ήταν η καλύτερη λύση, αφού θα ενθάρρυνε τις ξένες επενδύσεις, που τώρα διστάζουν, και θα διασφάλιζε την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, τις οποίες θεωρούν απαραίτητες. Το μεταρρυθμιστικό τέλμα στην Ελλάδα έχει προκαλέσει μεγάλη δυσφορία στους εταίρους και το επιχείρημα «η κυβέρνηση δεν θα αντέξει άλλα μέτρα» θεωρείται εξόχως αντιπαραγωγικό. Οπως αναφέρει πηγή στο Βερολίνο, «το ακούμε τέσσερα χρόνια και δεν ενισχύει την αξιοπιστία σας»…
Να οδηγήσει
η σταθεροποίηση της οικονομίας στην πολυπόθητη βιώσιμη ανάπτυξη, αναμένεται να ζητήσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γ. Προβόπουλος, μέσω της ετήσιας έκθεσής του που θα παρουσιαστεί την Πέμπτη κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης της Κεντρικής Τράπεζας. Οι βασικές προϋποθέσεις είναι δύο: Πρώτον, η ελαχιστοποίηση των κινδύνων και των αβεβαιοτήτων τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Η διπλή εκλογική μάχη του Μαΐου, καθώς και το ενδεχόμενο νέων εθνικών εκλογών εντός του 2015, με αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, δημιουργούν γενικότερα έντονη ανησυχία.
Τα βήματα προς την ανάκαμψη
Δεύτερη βασική προϋπόθεση για να διασφαλιστεί η μετάβαση της Ελλάδας σε κατάσταση βιώσιμης ανάπτυξης, αποτελεί η συνεπής υλοποίηση του προγράμματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος αναγνωρίζει τη μεγάλη δημοσιονομική προσπάθεια και την επιτυχία της χώρας σε αυτόν τον τομέα, αλλά αναμένεται να επισημάνει για πολλοστή φορά τη σημασία και την αναγκαιότητα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Το ζητούμενο από εδώ και στο εξής είναι η προώθηση των αλλαγών εκείνων που θα στηρίξουν το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας. Αλλωστε, η επισήμανση, ότι έχει τελειώσει το αναπτυξιακό πρότυπο των περασμένων ετών που βασιζόταν στην κατανάλωση και στην οικοδομή, έχει γίνει πολλές φορές από την Κεντρική Τράπεζα και μάλιστα από τις αρχές της κρίσης.
Τα «προαπαιτούμενα» για την έξοδο στις αγορές
Πώς σχολιάζουν στην Ουάσιγκτον τις ελληνικές προθέσεις για έξοδο στις αγορές, λίαν συντόμως; Καλά πληροφορημένες πηγές, μιλώντας στη στήλη, υποστηρίζουν ότι σύμφωνα με τους Αμερικανούς, η Ελλάδα θα μπορούσε να κάνει κάποια πρώτα βήματα για να δοκιμάσει τα νερά, αλλά με τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της στο 8%-9%, δεν μπορεί ρεαλιστικά να αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στις αγορές. Σημειώνουν δε ότι με τα κρατικά ομόλογα της Πορτογαλίας να βρίσκονται στο 5% και της Ιρλανδίας στο 3%, η Ελλάδα έχει ακόμη δρόμο να διανύσει για να βρεθεί σε αυτά τα επίπεδα. «Αντί να προσπαθεί να βρεθεί μπροστά με ένα άλμα», λένε, «καλύτερα να προχωρήσει πιο σταθερά, κάνοντας κάποια ενδιάμεσα βήματα». Παράγοντες με γνώση των αγορών, σημειώνουν ότι η πλήρης πρόσβαση στις αγορές μπορεί να έρθει μόνο όταν οι επενδυτές πιστέψουν ότι οι μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν έχουν γίνει κι ότι υπάρχει μία σταθερή κυβέρνηση συνασπισμού που μπορεί να τις εφαρμόσει.
Το μεγάλο δίλημμα
Ποιο είναι το μεγάλο δίλημμα που αντιμετωπίζουν σε αυτή τη φάση οι Κεντρικές Τράπεζες και οι ρυθμιστικές αρχές σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου; Το ερώτημα απηύθυνε η στήλη στον κ. Χιου Πιλ, Chief European Economist της Goldman Sachs και η απάντησή του ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. «Από τη μία» μας είπε, «από μια μεσοπρόθεσμη δομική άποψη, θα ήθελαν να ενισχύσουν το τραπεζικό σύστημα επιμένοντας σε υψηλότερα κεφάλαια, καλύτερη διαχείριση ρίσκου και εκκαθάριση ισολογισμών, που μπορεί να αφορά, εφόσον καθίσταται αναγκαίο, ακόμα και την εκκαθάριση τραπεζών που δεν διαθέτουν βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα». Εντυπωσιακό; Διαβάστε και παρακάτω: «Από την άλλη, από μια βραχυπρόθεσμη κυκλική άποψη, οι αρχές θα ήθελαν να δουν τις τράπεζες να δανείζουν περισσότερο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά προκειμένου να υποστηρίξουν την ανάπτυξη στην πραγματική οικονομία». Το συμπέρασμα: «Η εν εξελίξει αξιολόγηση των τραπεζικών ισολογισμών από την ΕΚΤ πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα και στις δύο ανάγκες». Θα τα καταφέρει; Αγνωστο…