‘Αποψη: Για μια πιο δίκαιη φορολόγηση των πολιτών

‘Αποψη: Για μια πιο δίκαιη φορολόγηση των πολιτών

4' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επειτα από πολλές συζητήσεις εντός και εκτός Κοινοβουλίου, εκατέρωθεν κομματικές εξαγγελίες και πολιτικές διεργασίες που κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον των φορολογουμένων, σχετικά με την τελική του μορφή, ψηφίστηκε στο τέλος του 2013 και δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Α΄/287/31.12.2013) ο ν. 4223/2013, με τίτλο «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις».

Από την ανάγνωση των νέων αυτών διατάξεων ευχερώς διαπιστώνει κάποιος ότι ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων ισούται με το άθροισμα του κύριου φόρου επί του κάθε ακινήτου και του συμπληρωματικού φόρου επί της συνολικής αξίας των δικαιωμάτων επί των ακινήτων του υποκειμένου στον φόρο. Η επιβολή ενός φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας του υποκειμένου στον φόρο, αντί της αυτοτελούς επιβολής φόρου ανά ακίνητο, θα βρισκόταν εγγύτερα στις διατάξεις του άρθρ. 4 παρ. 5 του Συντάγματος, δεδομένου ότι η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται στο επίπεδο του υποκειμένου και όχι του αντικειμένου του φόρου. Τη διάσταση αυτή του νέου φόρου με το άρθρο 4 παρ. 5 Σ., περί φοροδοτικής ικανότητας, διαπίστωσε και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής.

Παρακάμπτοντας για λίγο τη συζήτηση για τη συνταγματική ανοχή του νέου φόρου, ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιγραμματική αποτύπωση των τάσεων διεθνώς σε ό,τι αφορά τη φορολογία της περιουσίας (κινητής ή και ακίνητης). Η κρατούσα τάση θέλει ο φόρος επί της κατοχής ακινήτων να επιβάλλεται σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων -κάτι αντίστοιχο του επιβαλλόμενου ΤΑΠ στην Ελλάδα-, ώστε να εξυπηρετείται κατ’ αυτόν τον τρόπο και η ανάγκη χρηματοδότησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και να μην επιβάλλονται σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης φόροι στην περιουσία (συμπεριλαμβανομένης και της ακίνητης), λόγω ακριβώς προβλημάτων συνταγματικότητας.

Εξάλλου, και αν ακόμα δεχτούμε ότι τα δημοσιονομικά της Ελλάδας εν μέσω οικονομικής κρίσης απαιτούν οπωσδήποτε επιπλέον έσοδα για το κράτος και δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας, θα ήταν ίσως προτιμότερο ο φορολογικός νομοθέτης να στρέψει το βλέμμα του σε χώρες που προσπάθησαν να συνδυάσουν αρμονικά -και το έχουν πετύχει σε ικανοποιητικό βαθμό- τους ταμιευτικούς σκοπούς του Δημοσίου με την πραγματική φοροδοτική ικανότητα των φορολογούμενων για την επιβολή φόρου στην περιουσία. Και το έχουν πετύχει χωρίς να καταφεύγουν σε μοντέλα τύπου ΕΝΦΙΑ, όπου επί της ουσίας φορολογούνται μέσω του κύριου και του συμπληρωματικού φόρου εις διπλούν και πέραν των λοιπών επιβαρύνσεων, όπως ενδεικτικά με το ΤΑΠ, τα ίδια δικαιώματα επί των αυτών ακινήτων του φορολογούμενου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ανωτέρω και μάλιστα εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι η Ολλανδία, η οποία από το 2001 κατήργησε τη φορολογία της περιουσίας σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης και από τότε προχώρησε στην εφαρμογή ενός φορολογικού μοντέλου, του λεγόμενου «Βοx 3», το οποίο είναι από δικαιικής απόψεως ένας «μεικτός φόρος» εισοδήματος και περιουσίας (κινητής και ακίνητης).

Βασικοί παράμετροι του ολλανδικού μοντέλου είναι οι ακόλουθοι: φορολογείται ένα μόνο τεκμαρτό ποσοστό εσόδων 4% (άλλως, το 4% της αξίας της περιουσίας), το οποίο τεκμαίρεται ότι αποφέρει η διατήρηση περιουσίας στην αρχή του χρόνου. Ετσι, κυρίως φορολογείται όχι η αξία των ακινήτων, αλλά ένας -έστω τεκμαρτά- προσδιοριζόμενος καρπός των ακινήτων αυτών. Προβλέπεται ένας αναλογικός φορολογικός συντελεστής (30%), ενώ για την εξεύρεση των τεκμαρτών φορολογικών εσόδων (4%) από τη διατήρηση περιουσίας στην αρχή του έτους, συνυπολογίζεται ένα αφορολόγητο όριο, η ηλικία των φορολογουμένων (ειδικές μειώσεις για συνταξιούχους και ηλικιωμένους). Δεν αποτελούν φορολογική βάση τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα, αφαιρούνται οι υποχρεώσεις της περιουσίας μέχρι ενός ορίου και κατά συνέπεια επιβαρύνεται τελικά φορολογικά μόνο το 1,2% της καθαρής θέσης της περιουσίας στην αρχή του έτους, με αποτέλεσμα ο επιβαλλόμενος φόρος να είναι συμβατός με την αρχή της φοροδοτικής ικανότητας και ως εκ τούτου να επιτυγχάνει υψηλό βαθμό φορολογικής συμμόρφωσης και να μειώνεται η φοροδιαφυγή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ανωτέρω σύγκριση, ήτοι ανάμεσα σε έναν φόρο που επιβαρύνει πολλαπλώς και αδιακρίτως την κατοχή ακίνητης περιουσίας και σε έναν φόρο που επιβαρύνει τις προσόδους -έστω και τεκμαρτώς υπολογισθείσες- από την περιουσία, προκειμένου να καταλήξει σε κρίση για τον καθορισμό των συνταγματικώς ανεκτών ορίων φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, οδηγήθηκε και ο Αρειος Πάγος (απόφαση 293/2014), διαπιστώνοντας ότι η επιβολή φόρου σε είδος περιουσίας από τυπικό νόμο προϋποθέτει αυτοτελές προσοδοφόρο (έστω και κατά τεκμήριο) περιουσιακό αντικείμενο, ενώ εμμέσως, τα ίδια διαπιστώνει και το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απόφασή του 520/2014 για την επιβολή ΕΤΑΚ σε αναγκαστικώς απαλλοτριωθέντα ακίνητα, όταν με ενέργειες τις διοικήσεως αυτά έχουν περιέλθει σε αδυναμία χρήσης και κάρπωσης, σύμφωνα με τον προορισμό τους. Συνεπώς, η πρόσφατη νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας μας δείχνει τον δρόμο σχετικά με τα όρια και τις παραμέτρους μιας συνταγματικώς ανεκτής φορολογικής επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας, εν προκειμένω, σε συνάρτηση και με τις κρατούσες διεθνείς τάσεις στη φορολογία της περιουσίας, απέχοντας από την παγιωμένη τα τελευταία χρόνια θέση του νομοθέτη να φορολογεί άνευ ετέρου την κατοχή ακίνητης περιουσίας.

Το φορολογικό μοντέλο «Box 3» φυσικά και δεν αποτελεί πανάκεια ως προς την επιλογή φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, είναι όμως ενδεικτικό ότι υπάρχουν φορολογικά μοντέλα διεθνώς που θα μπορούσαν έστω και παραλλαγμένα να υιοθετηθούν στην Ελλάδα και τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα μια περισσότερο εξορθολογισμένη φορολογική επιβάρυνση, χωρίς να οδηγείται σε πλήρη εξάντληση η φοροδοτική ικανότητα των φορολογούμενων από την επιβολή ακρίτως φορολογικών βαρών τα οποία έχουν «τιμωρητικό» χαρακτήρα για την κατοχή και διατήρηση περιουσίας από τον φορολογούμενο και ουδόλως ανταποκρίνονται στις αρχές ενός φορολογικού κράτους δικαίου.

* Δικηγόρος, LL.M. διδάκτωρ Φορολογικού Δικαίου Παν/μίου Χαϊδελβέργης, συνεργάτης της δικηγορικής εταιρείας PotamitisVekris

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή