Αποψη: Ηγγικεν η ώρα…

3' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η χώρα μας έφτασε στο κρίσιμο, οριακό σημείο όπου μπορεί να πάψει να είναι ο Σίσυφος της διεθνούς κρίσης και να γίνει εκ νέου ένα ισότιμο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Είναι η στιγμή κατά την οποία οι αποφάσεις θα γείρουν αποφασιστικά την πλάστιγγα προς την αναπαραγωγή της κρίσης ή προς την οριστική έξοδο από αυτή. Γι’ αυτό, οι αποφάσεις δεν πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα τις πρόσκαιρες διαθέσεις διαφόρων θιγόμενων αλλά από τα μακροπρόθεσμα, θετικά αποτελέσματα για το σύνολο των κοινωνικών μας δυνάμεων.

Γιατί όμως, θεωρούμε ότι η στιγμή είναι κρίσιμη;

Πρώτα απ’ όλα, η ευρωπαϊκή συγκυρία είναι πιο θετική από αυτή του 2010. Εχει δυναμώσει σημαντικά η τάση που ζητεί την άμεση υιοθέτηση των επιλογών ανάπτυξης, χωρίς βέβαια να ενδίδει στη δημοσιονομική ανισορροπία. Μία τάση που έδειξε ότι ακόμα και η γερμανική ηγεμονία και η «ορθοδοξία της λιτότητας» έχουν περιορισμένα όρια, εάν συνταχθούν μαζί δυνάμεις που έχουν πρόταση και όχι μόνο έκφραση δυσαρέσκειας.

Δεν έχει τονιστεί πολύ αλλά είναι ενδεικτικό της δυναμικής του ευρωπαϊκού εγχειρήματος ότι ούτε ο Μ. Ντράγκι για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ούτε ο Ζαν – Κλoντ Γιουνκέρ για την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτέλεσαν επιλογές της γερμανικής κυβέρνησης – τουλάχιστον στην αρχή… Αναγκάσθηκε να τις αποδεχθεί, μέσα από μία δημοκρατική διαδικασία συζητήσεων και αναζήτησης λύσεων. Και θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι «αντισυμβατικές» πολιτικές που ακολουθούνται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συναντούν συχνά τη γερμανική αντίδραση αλλά προχωρούν κανονικά.

Το δεύτερο στοιχείο που επιτρέπει αισιοδοξία αλλά όχι αμετροέπεια και απερισκεψία είναι το γεγονός ότι αναγνωρίζεται από πολλούς διεθνώς, η θετική τροπή που έχουν πάρει τα δημοσιονομικά πράγματα της χώρας μας. Συνεπώς, το διεθνές momentum είναι το θετικότερο για τη χώρα μας από το 2010 και μετά.

Πώς μπορούμε λοιπόν, αντίθετα από τον Σίσυφο, να ολοκληρώσουμε το ανέβασμα του τρομερού βράχου στην κορυφή του λόφου και να μην τον αφήσουμε να κυλήσει πάλι πίσω;

Ενα πρώτο και άμεσο θέμα είναι η αποκλιμάκωση της υπερβολικής φορολόγησης που έχει βαρύνει κάθε Ελληνα – μισθωτό, επιχειρηματία, οικογενειάρχη. Η επιπόλαιη και ασύμμετρη φορολογική πολιτική της χώρας μας, λειτουργεί ως ένα από τα μεγαλύτερα αντικίνητρα για τις παραγωγικές επενδύσεις και την αύξηση της απασχόλησης.

Ενας επιμέρους αλλά χαρακτηριστικός δείκτης αφορά το Μη μισθολογικό κόστος της εργασίας: η χώρα μας, στην εποχή της ευημερίας πριν από 12 χρόνια περίπου, είχε Μη μισθολογικό κόστος εργασίας της τάξης του 41% περίπου και ήταν η τρίτη χώρα στην Ευρώπη (με τη Γερμανία να βρίσκεται 6,5 μονάδες χαμηλότερα και την Ιρλανδία 25 μονάδες). Σήμερα, είμαστε πρώτοι με 44% περίπου, η δε Γερμανία είναι χαμηλότερα από εμάς κατά 11 μονάδες περίπου και η Ιρλανδία 37 (7%!).

Η απίστευτη ελληνική γραφειοκρατία, το υψηλό ενεργειακό κόστος, η υπερφορολόγηση και το αυξημένο Μη μισθολογικό κόστος της εργασίας αποτελούν τροχοπέδη για τη βιομηχανική μας ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον μεταποιητικό τομέα.

Σήμερα, ίσως είναι η στιγμή να υιοθετήσουμε αποφασιστικά αυτό που πολλοί λένε, ακόμα και υψηλόβαθμα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ότι πλέον βρισκόμαστε σε μία οικονομική φάση όπου η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης είναι πιο σημαντική για την ανάκαμψη από την περαιτέρω διευκόλυνση της χρηματοδότησης από τις τράπεζες.

Προφανώς, είναι σημαντικό και οι ελληνικές τράπεζες να παίξουν τον δικό τους ρόλο για την ενίσχυση της Ανάπτυξης – ρόλος όχι εύκολος αλλά πάντως επιτεύξιμος μετά τις επιτυχείς ανακεφαλαιοποιήσεις, τα τεστ αντοχής και την πρόβλεψη επιστροφής σε κερδοφορία από την επόμενη χρονιά.

Ας κλείσουμε με τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν στο ζήτημα της μεταρρύθμισης στον δημόσιο τομέα. Αν εξαιρέσουμε τις μειώσεις μισθών (που δεν είναι μεταρρύθμιση), πολύ λίγα πράγματα έχουν γίνει για την ανασυγκρότηση και εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης στον τόπο μας.

Παρωχημένη νοοτροπία, ιεραρχικές αγκυλώσεις, χαμηλή παραγωγικότητα, ισοπεδωτική μισθολογική πολιτική και αρκετή διαφθορά είναι ορισμένες μόνον από τις παθογένειες που εξακολουθούν να δυναστεύουν τη δημόσια διοίκηση. Κι όμως, χωρίς καλό δημόσιο τομέα δύσκολα αναπτύσσεται η οικονομία μιας χώρας.

Είναι η στιγμή λοιπόν να δούμε τις βαθύτερες αλλαγές που έχει ανάγκη ο δημόσιος τομέας. Οι περικοπές μισθών και οι αλόγιστες υπερφορολογήσεις δεν δίνουν καμία προοπτική. Οι μεταρρυθμίσεις που θα ωθήσουν τη δημόσια διοίκηση κοντά στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές είναι αυτές που θα υποστηρίξουν μία γενικότερη αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Ηγγικεν γαρ η ώρα…

* Ο κ. Νίκος Ευθυμιάδης είναι πρόεδρος, REDESTOS Efthymiadis Agrotechnology Group και πρόεδρος, ε.τ. ΣΒΒΕ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή