«Η καρδάρα και το δημόσιο χρέος»

«Η καρδάρα και το δημόσιο χρέος»

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέσα σε πέντε μήνες καταφέραμε να χύσουμε την καρδάρα με το γάλα που μαζέψαμε με ιδρώτα από την εξαντλημένη αγελάδα. Η επιστροφή της ύφεσης και η παράταση της αβεβαιότητας ήδη κοστίζουν σε θέσεις εργασίας, σε λουκέτα επιχειρήσεων, στην υπομονή των εταίρων. Από την άλλη, για το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού η εκλογή ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να απομακρύνει από την εξουσία τα δύο κόμματα που συμβολίζουν το μεταπολιτευτικό κατεστημένο και να ξαναδώσει πνοή στο ζήτημα του χρέους, στον βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε τη βιωσιμότητά του σε μείζονα κυβερνητικό στόχο. Και, όμως, σχεδόν πέντε μήνες μετά, η υπόθεση «χρέος» δεν φαίνεται να προχωράει. Αντίθετα, με πράξεις και παραλείψεις τής κυβέρνησης, εξανεμίζονται οι πιθανότητες να πετύχουμε έναν καλύτερο συμβιβασμό. Η συζήτηση για το ελληνικό χρέος στην Ευρώπη έχει τρεις πυλώνες:

Πρώτος πυλώνας είναι η συμφωνία στο Eurogroup του Νοεμβρίου 2012. Ελεγε απλά ότι, αν τα καταφέρεις στα δημοσιονομικά και στα διαρθρωτικά, εμείς θα σε βοηθήσουμε ξανά στο θέμα του χρέους. Η απόφαση του ελληνικού λαού τον Ιανουάριο να αθετήσει τα συμφωνημένα ως προς τη συνεπή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων έδωσε το καλύτερο δώρο στην άλλη πλευρά να αθετήσει και αυτή τα συμφωνημένα στο σκέλος του χρέους. Η ρητορική της κυβέρνησης, ακόμη και σήμερα, περί «επαχθούς» χρέους προβάλλει έναν παραλογισμό ως επιχείρημα. Ο,τι δηλαδή τα ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια δανεισμού, πολλαπλάσια χαμηλότερα από ολόκληρη τη νομισματική μας ιστορία, είναι «παράνομα υψηλά» και παράγουν χρέος που «δεν αναγνωρίζουμε». Αλλά και η εμμονή στη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων ζημιώνει την υπόθεση του χρέους, καθώς δηλώνει αδυναμία εξυπηρέτησής του. Δεν γίνεται κατανοητό ότι το «κούρεμα» του χρέους, δημόσιου ή ιδιωτικού, δεν είναι προϊόν μιας σύγκρουσης. Αντίθετα, είναι προϊόν μιας «συμφωνίας» με τον δανειστή. Ο τελευταίος «τελικά» αποδέχεται να μειώσει την απαίτησή του από εσένα σε κεφάλαιο ή/και επιτόκιο με σκοπό να πάρει ένα μέρος από αυτά που σου δάνεισε. Στη βάση δηλαδή ότι θα είσαι σε θέση να το εξυπηρετείς. Οι τόκοι, με τα χαριστικά επιτόκια των Ευρωπαίων, ανέρχονται σε 9 δισ. ευρώ ετησίως. Σήμερα η κυβέρνηση ζητάει πρωτογενές πλεόνασμα 1%, δηλαδή να πληρώνει σε τόκους λιγότερα από 2 δισ. τον χρόνο και άρα να παράγει νέο χρέος. Η άλλη πλευρά βλέπει ότι δεν υπάρχει προοπτική βιωσιμότητας του χρέους και άρα δεν έχει κανένα λόγο να κάνει υποχωρήσεις.

Δεύτερος πυλώνας είναι ο απολογισμός του ευρώ. Η ακολουθούμενη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ τα 15 αυτά χρόνια δεν λειτούργησε προς όφελος όλων των μελών της. Αντίθετα, ευνόησε τις ανταγωνιστικότερες οικονομίες του Βορρά μέσα από το σκληρό νόμισμα που δεν διευκόλυνε τις εξαγωγές του Νότου. Το φετίχ του «ισχυρού ευρώ» ήταν βέβαια αυτό που συμφωνήθηκε στην Ευρώπη όταν σχεδιάστηκε η Ζώνη του Ευρώ. Αυτό δεν απαγορεύει, όμως, να γίνει απολογισμός για τη νομισματική πολιτική της Ε.Ε. Προϋπόθεση για την πολιτική διεκδίκηση εργαλείων που θα αντισταθμίζουν τις απώλειες από το σκληρό ευρώ για μερίδα χωρών είναι η «τεκμηρίωση» ότι αυτές υπάρχουν και συνέβαλαν στα κέρδη μερίδας χωρών. Είναι επιπλέον η ποσοτικοποίηση των αποτελεσμάτων που παρήγαγαν. Το ΑΕΠ σωρευτικά αυτά τα 15 χρόνια φτάνει τα 150 τρισ. ευρώ στην Ευρωζώνη, μέγεθος που επιτρέπει να συζητάμε για αντισταθμιστικά εργαλεία, όπως είναι ο «προϋπολογισμός της Ευρωζώνης» για την εξισορρόπηση των ανισορροπιών.

Τρίτος πυλώνας είναι ο καταμερισμός κόστους και οφελειών της ίδιας της κρίσης που περνάμε την τελευταία πενταετία. Η κρίση στην περιφέρεια έκανε τη Γερμανία καταφύγιο αποταμιεύσεων και επενδύσεων. Καμία σοβαρή προσπάθεια δεν έγινε μέχρι σήμερα με ελληνική πρωτοβουλία αυτό να τεκμηριωθεί και να ποσοτικοποιηθεί εκτός από μία που έγινε από γερμανικό ινστιτούτο (!) αποτιμώντας τα οφέλη σε περίπου 120 δισ. ευρώ. Η Γερμανία, μετά την ύφεση 5% του 2009, μπόρεσε να ανακάμψει γρήγορα από το 2010, οι τιμές των ακινήτων γνώρισαν άνοδο δυσανάλογα μεγαλύτερη από το ιστορικό τους, τα γερμανικά ομόλογα έγιναν περιζήτητα, τα καλύτερα μυαλά του Νότου ενίσχυσαν το εργατικό της δυναμικό. Αντίστοιχα οφέλη υπάρχουν και για άλλες χώρες του Βορρά κάνοντας το θέμα αυτό αμιγώς ευρωπαϊκό, αν μία ελληνική κυβέρνηση βέβαια ασχοληθεί σοβαρά με αυτό.

Σε αυτή την προσπάθεια, που σήμερα φαντάζει τρένο που απομακρύνεται, η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει πολιτική στήριξη από αυτόν που σήμερα φαίνεται ο σκληρότερος αντίπαλος: από τη γερμανική κυβέρνηση. Το Βερολίνο έχει αποδείξει ιστορικά ότι στα σοβαρά ζητήματα πράττει ευρωπαϊκά. Η Γερμανία είναι η χώρα που έχει το πολιτικό βάρος και ανάστημα να κάνει την Ευρώπη να δεχθεί το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Οι ηθικές εκκρεμότητες που έχει απέναντι στον ελληνικό λαό από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι δεσμοί φιλίας και αίματος του ελληνικού με τον γερμανικό λαό αποτελούν πρόσθετους παράγοντες υπέρ ενός ικανοποιητικού συμβιβασμού. Και αυτή η εθνική υπόθεση όμως προϋποθέτει πολιτική βούληση και τεχνική κατάρτιση, που σήμερα δεν υπάρχει στην ελληνική κυβέρνηση. Η κατάσταση θα συνεχίσει να επιδεινώνεται μέχρι του σημείου που θα συνειδητοποιήσουμε ότι ο δρόμος για την ευημερία είναι ένας, είναι ανηφορικός, αλλά αξίζει να τον περπατήσουμε.

* Ο Μιχάλης Πεγκλής είναι Research Associate στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελετών «Martens Centre».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή