Το ρίσκο των πιστωτών και οι επιλογές της Ελλάδας

Το ρίσκο των πιστωτών και οι επιλογές της Ελλάδας

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν συμφωνήσει με τους πιστωτές της και μείνει χωρίς χρήματα, οι άμεσες οφειλές της είναι προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Σύμφωνα με τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, μια στάση πληρωμών προς τους δύο θεσμούς δεν συνεπάγεται απαραιτήτως υποβάθμισή της στην κατηγορία default (πτώχευση). Εκείνο που έχει σημασία, όμως, είναι οι συνέπειες μιας στάσης πληρωμών προς τους δύο θεσμούς.

Οι ισολογισμοί των τραπεζών πρέπει άμεσα να «παγώσουν» με την επιβολή περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων και στις αναλήψεις. Στη συνέχεια να διαχωριστεί ο τραπεζικός τομέας σε μία «καλή τράπεζα» που θα διατηρήσει το ευρώ και μία «κακή τράπεζα» που θα συμψηφίσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια με τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανεπίσημες εκτιμήσεις φέρουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο 40% του συνόλου των δανείων. Υποθέτουμε πως πρέπει να υπάρξει ανάλογη διαγραφή 40% σε άλλα στοιχεία ενεργητικού, που μετά την εξυγίανσή τους θα μεταφερθούν στην καλή τράπεζα. Εφόσον θα έχουν εξαλειφθεί οι απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, μπορούμε να έχουμε μια σταθερή, καλή τράπεζα. Η επιλογή φαίνεται αρκετά ελκυστικά στα χαρτιά. Στην πράξη αντιπροσωπεύει τη μεταφορά της ελληνικής οικονομίας σε ξένο νόμισμα. Αποτελεί, όμως, απολύτως εχθρική κίνηση εναντίον των επίσημων πιστωτών.

Σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ και η επανεισαγωγή του ως ξένου νομίσματος μπορεί να είναι θετική για την ελληνική οικονομία. Μπορεί να επαναφέρει την εμπιστοσύνη καθώς θα έχει μειωθεί το υπερβολικό χρέος του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα εις βάρος των ξένων πιστωτών. Η καλή τράπεζα θα έχει υγιή ισολογισμό και θα μπορεί να χορηγεί νέα δάνεια. Για να αποφευχθεί η εισαγωγή νέου νομίσματος για την κάλυψη ελλειμμάτων, η κυβέρνηση πρέπει να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτός ήταν, όμως, ο στόχος ευθύς εξαρχής. Η καλή τράπεζα δεν θα έχει ένα δανειστή ύστατης προσφυγής όπως είναι η κεντρική τράπεζα, αλλά αυτό δεν είναι απαραιτήτως σοβαρό μειονέκτημα. Με κεφαλαιακή επάρκεια στο 100% των καταθέσεων και ένα υγιές «μαξιλάρι» κεφαλαίου, η καλή τράπεζα δεν θα χρειάζεται ούτε κεντρική τράπεζα ούτε εγγύηση του κράτους για τις καταθέσεις.

Οι πιστωτές θα πληγούν βέβαια. Οχι μόνο θα χάσουν τα 216 δισ. ευρώ που έχουν δανείσει στην Ελλάδα, αλλά θα πρέπει να καλύψουν τις ζημίες της ΕΚΤ και τις απαιτήσεις του συστήματος διατραπεζικών πληρωμών Target 2. Είναι λογικό να καταστήσουν όσο γίνεται πιο επιζήμια μια πτώχευση για την Ελλάδα ώστε να αποτρέψουν μια μονομερή διαγραφή του ελληνικού χρέους και να αποθαρρύνουν άλλες χώρες από την ίδια στρατηγική. Θα μπορούσαν να απειλήσουν την Ελλάδα με αποκλεισμό από τα διαρθρωτικά ταμεία. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν περιμένει παρά λίγο περισσότερα από τρία δισ. ευρώ τον χρόνο μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Η ελάφρυνση του χρέους ισοδυναμεί με 100 χρόνια διαρθρωτικών ταμείων. Μπορούν να την εξωθήσουν σε έξοδο από την Ε.Ε. Το κόστος μιας τέτοιας εξέλιξης μπορεί να είναι πολύ υψηλό και αποτρεπτικό. Κάτι τέτοιο δεν είναι ιδιαιτέρως πιθανόν όμως, επειδή οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να κρατήσουν την Ελλάδα στην Ε.Ε. Η μόνη βιώσιμη στρατηγική για τους πιστωτές είναι να προσφέρουν στην Ελλάδα την ελάφρυνση του χρέους με μέτριο κόστος. Φαίνεται, όμως, πως πρέπει να κρύψουν από τους ψηφοφόρους τους τη διαγραφή του ελληνικού χρέους για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος.

* Ιδρυτικό στέλεχος και διευθυντής του Flossbach von Storch Research Institute

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή