Σοβαρό αντικίνητρο για την ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών συνιστά η πρόθεση της κυβέρνησης, όπως κατατέθηκε στους θεσμούς, να καταργήσει την απαλλαγή των ασφαλίστρων από τον ΦΠΑ. Οπως αναφέρεται στη σχετική πρόταση μεταξύ των παρεμβάσεων στον ΦΠΑ είναι η βελτιστοποίηση των εξαιρέσεων του ΦΠΑ, στην κατεύθυνση της «διεύρυνσης της βάσης και αύξησης του φόρου στα ασφάλιστρα». Η επιβολή ΦΠΑ θα αποτελέσει οριστικό πλήγμα κυρίως για τα αποταμιευτικά προγράμματα που σήμερα δεν επιβαρύνονται με φόρο. Η επιβάρυνση με 23% εκτός από τη σημαντική αύξηση του κόστους απόκτησής τους, καθιστά τα συμβόλαια μακροχρόνιας αποταμίευσης σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τα τραπεζικά προϊόντα, που αποτελούν τον βασικότερο ανταγωνιστή των ασφαλιστικών προϊόντων. Ειδικά για την κατηγορία των επενδυτικών προϊόντων, η επιβολή φόρου καθιστά απαγορευτική την προοπτική περαιτέρω ανάπτυξης της αγοράς σε σχέση με τα κύριο αντίπαλό τους, τα αμοιβαία κεφάλαια, που δεν επιβαρύνονται με φόρο και δη τα αμοιβαία κεφάλαια εξωτερικού, που προσελκύουν μεγάλο μέρος του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Στην κατηγορία των ασφαλιστικών προϊόντων ζημιών, όπως είναι η ασφάλιση αυτοκινήτου, η φορολόγησή τους μέχρι σήμερα περιορίζεται στην επιβολή φόρου κύκλου εργασιών ίσου με 10%. Η ενδεχόμενη αντικατάστασή του με τον ΦΠΑ, συνιστά μια πρόσθετη επιβάρυνση της τάξης του 13% και σε κάθε περίπτωση αυξάνει το κόστος ακόμη και της υποχρεωτικής ασφάλισης, όπως είναι η ασφάλιση αυτοκινήτου. Η καθολική εφαρμογή του αλλάζει τα δεδομένα του κλάδου, που σήμερα έχει απορροφήσει μεγάλο μέρος του κόστους, όπως τα ανταλλακτικά ή οι δαπάνες των συνεργείων. Παράγοντες του κλάδου επισημαίνουν ότι μια τέτοια εξέλιξη θα αυξήσει και το λειτουργικό κόστος της αγοράς