Δραματική επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας διαπιστώνουν Ε.Ε. – ΔΝΤ

Δραματική επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας διαπιστώνουν Ε.Ε. – ΔΝΤ

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπαρκτός είναι ο κίνδυνος εμπλοκής στις διαπραγματεύσεις –που ακόμα δεν έχουν επισήμως ξεκινήσει– για το νέο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Η αιτία ή η αφορμή της ενδεχόμενης εμπλοκής δεν είναι άλλη από τη διαχείριση του ελληνικού χρέους και την πιθανή λήψη νέων μέτρων ελάφρυνσής του, με την Κομισιόν και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να έχουν ήδη οχυρωθεί πίσω από τις θέσεις τους επί του ζητήματος.

Τις δύο τελευταίες ημέρες, οι δύο οργανισμοί δημοσιοποίησαν εκθέσεις στις οποίες έχουν διαφορετικές προβλέψεις για την πορεία του χρέους της Ελλάδας. Αν και στις δύο εκθέσεις είναι σαφές ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, το ΔΝΤ διατηρεί μια πιο επιθετική προσέγγιση ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος, ενώ η Κομισιόν περισσότερο ήπια διαχείριση της κατάστασης. Επί της ουσίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκφράζει την αντίληψη που επικρατεί στη Γερμανία, απορρίπτοντας το ενδεχόμενο «κουρέματος». Κάτι που έπραξε χθες και ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, κ. Μάρτιν Γιέγκερ, ο οποίος, όμως, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο περαιτέρω παράτασης του χρόνου αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων, υπό την προϋπόθεση ότι η παράταση δεν θα είναι τόσο μεγάλη που να οδηγεί ουσιαστικά σε ένα έμμεσο «κούρεμα».

Στο περιβάλλον αυτό, τον ρόλο του διαμεσολαβητή φαίνεται να αναλαμβάνουν οι ΗΠΑ. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, κ. Τζακ Λιου, είχε χθες συνάντηση με τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κ. Μάριο Ντράγκι, ενώ σήμερα θα συναντηθεί με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, κ. Β. Σόιμπλε, και τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών, κ. Μ. Σαπέν. Οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει ξεκάθαρα ότι επιθυμούν την Ελλάδα εντός Ευρωζώνης, και, όπως φαίνεται, ο κ. Λιου ανέλαβε πρωτοβουλία γεφύρωσης των διαφορών που υπάρχουν μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ, ενόψει του ενδεχόμενου κινδύνου εμπλοκής για το θέμα του χρέους μέσα στον επόμενο μήνα.

Αλλωστε, μόνο τυχαία δεν μπορεί να είναι η δημόσια αντιπαράθεση των δύο οργανισμών, μέσω των ανακοινώσεων των ξεχωριστών εκθέσεων βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Την αρχή έκανε η Κομισιόν, όταν λίγες ημέρες πριν από την απόφαση του πρωθυπουργού για δημοψήφισμα παρουσίασε έκθεσή της, με πρόβλεψη για χρέος 137,5% του ΑΕΠ το 2020, και κατ’ επέκταση πολύ μικρή ανάγκη –έως καθόλου– αναδιάρθρωσής του. Η απάντηση ήρθε στις 2 Ιουλίου από το Ταμείο, που δημοσίευσε τη δική του έκθεση, σύμφωνα με την οποία, το χρέος το 2020 θα έφθανε στο 149,9% του ΑΕΠ, και ενδεχομένως να απαιτούνταν ακόμα και «κούρεμά» του.

Προχθές, το ΔΝΤ αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του και ανέβασε το δημόσιο χρέος στα επίπεδα του 200% του ΑΕΠ, το 2017, και του 170% του ΑΕΠ, το 2022, ενώ χθες η Κομισιόν επανήλθε με νέα έκθεσή της, που φέρνει το χρέος στο 165% του ΑΕΠ, το 2020, και στο 150% του ΑΕΠ, το 2022.

Ο λόγος για τον οποίο Κομισιόν και Ταμείο προχώρησαν τόσο σύντομα σε νέες εκθέσεις είναι η ενσωμάτωση των έντονα αρνητικών συνεπειών στην οικονομία από την τραπεζική αργία και τα capital controls.

Ωστόσο, είναι σαφές ότι η αντιμαχία μόλις έχει ξεκινήσει μεταξύ των δύο φορέων. Ειδικότερα:

Κομισιόν: Υφεση έως 4% για φέτος και έως 1,75% για το 2016. Το 2015, η Ελλάδα θα παρουσιάσει πρωτογενές έλλειμμα έως και 1% του ΑΕΠ, ενώ το 2016 αναμένεται να καταγραφεί μικρό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ. Παράλληλα, θεωρεί ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας από τον Αύγουστο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2018 ανέρχονται σε 74 δισ. ευρώ και οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες ανέρχονται, κατά μέσο όρο, στο 10,4% του ΑΕΠ για την περίοδο 2015-2030. Δεδομένου ότι «βλέπει» το δημόσιο χρέος σε μη βιώσιμα επίπεδα, παραδέχεται ότι θα χρειαστούν περαιτέρω παρεμβάσεις.

Αυτές, όμως, θα αποφασιστούν μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του πρώτου ελέγχου επί του νέου προγράμματος, ενώ θα αφορούν σε αύξηση της περιόδου χάριτος για την καταβολή τόκων και στην επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων.

ΔΝΤ: Το Ταμείο εκφράζει την αμφιβολία του για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ και τους ρυθμούς ανάπτυξης που προβλέπονταν πριν από την τραπεζική αργία και τα capital controls. Στο πλαίσιο αυτό, οι νέες του προβλέψεις δείχνουν σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας από φέτος τον Αύγουστο έως τον Ιούλιο του 2018 ανέρχονται σε 85 δισ. ευρώ, ενώ οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες ξεπερνούν, κατά το Ταμείο, το 15% του ΑΕΠ. Ποσοστό το οποίο δεν είναι βιώσιμο. Ετσι, προτείνει την παροχή περιόδου χάριτος κατά 30 έτη, τη δραστική επιμήκυνση της αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων ή εναλλακτικά ένα «βαθύ “κούρεμα”».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή