Η άνοδος και η πτώση του ακινήτου ως ασφαλούς επενδυτικού καταφυγίου

Η άνοδος και η πτώση του ακινήτου ως ασφαλούς επενδυτικού καταφυγίου

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ασύμφορη, πολλές φορές ακόμα και ζημιογόνος, έχει καταστεί η εκμετάλλευση κατοικιών κι επαγγελματικών ακινήτων (γραφεία, καταστήματα, αποθήκες) για την πλειονότητα των ιδιοκτητών, καθιστώντας το επενδυτικό μοντέλο που είχε ακολουθηθεί από χιλιάδες νοικοκυριά τις τελευταίες δεκαετίες, παρωχημένο και εκτός της σημερινής φορολογικής πραγματικότητας. Ο λόγος αφορά την πρακτική που εφάρμοζαν πολλοί αποταμιευτές στο πρόσφατο παρελθόν, οι οποίοι επένδυαν τα κεφάλαιά τους στην απόκτηση ακινήτων (π.χ. μια γκαρσονιέρα, ένα μικρό κατάστημα, ένα δυάρι στο κέντρο), με στόχο την ενοικίασή τους.

Σήμερα, υπό το βάρος της οικονομικής κρίσης, αλλά και των πάσης φύσεως επιτήδειων που σπεύδουν να την εκμεταλλευτούν, για το περίπου 50% των ενοικιαζόμενων ακινήτων (είτε πρόκειται για κατοικίες, είτε για επαγγελματικά ακίνητα) καταγράφονται σημαντικές καθυστερήσεις στην εξόφληση ενοικίων, που, όπως αναφέρουν φορείς της αγοράς ακινήτων, κατά μέσο όρο, κυμαίνονται μεταξύ τεσσάρων και πέντε μηνών, ή και ακόμα παραπάνω. Ταυτόχρονα, ένα σημαντικό ποσοστό ακινήτων είναι κενά και μάλιστα επί σειρά μηνών, με αποτέλεσμα να μην προσφέρουν κάποιο έσοδο στους κατόχους τους, οι οποίοι όμως καλούνται να καταβάλουν ΕΝΦΙΑ, έστω και με έκπτωση 20%, που ισχύει για τα κενά/μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα.

Ως εκ τούτου, είναι αρκετές οι περιπτώσεις ιδιοκτητών, ιδίως όσων επιβαρύνονται και με τον συμπληρωματικό φόρο ακίνητης περιουσίας (αφορά ιδιοκτησίες αξίας μεγαλύτερης των 300.000 ευρώ), στους οποίους τα καθαρά έσοδα από την εκμετάλλευση της περιουσίας τους, είναι μηδαμινά. Πολλοί επίσης είναι εκείνοι που εισπράττουν μόλις 2-3 καθαρά ενοίκια ετησίως, με τα υπόλοιπα έσοδά τους να κατευθύνονται σε φόρους και λοιπές δαπάνες συντήρησης, ιδίως μάλιστα αν εκμεταλλεύονται πάνω από ένα ακίνητο.

Στα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογιστεί επίσης και το ζήτημα των μειωμένων τιμών ενοικίασης έναντι του παρελθόντος. Η συνολική πτώση των τιμών των ενοικίων, από το δεύτερο τρίμηνο του 2011, όταν και ξεκίνησε η υποχώρηση των τιμών, έως το δεύτερο τρίμηνο του 2015 αγγίζει το 19% κατά μέσο όρο. Ωστόσο, όπως τονίζει η Alpha Bank σε σχετική της εβδομαδιαία ανάλυση, σήμερα παρατηρείται επιβράδυνση του ρυθμού μειώσεως των ενοικίων, καθώς στο δεύτερο τρίμηνο 2015 ο δείκτης τιμών ενοικίων, μειώθηκε οριακά κατά 0,6% σε 90,3 μονάδες, από 90,8 μονάδες το πρώτο τρίμηνο 2015.

Η εικόνα είναι ακόμα χειρότερη στην Αττική, όπου με βάση στοιχεία από μεσιτικά γραφεία προκύπτει ότι μόνο κατά τη διάρκεια του τελευταίου 12μήνου, τα ενοίκια έχουν μειωθεί κατά 7-8% κατά μέσο όρο, παρά μάλιστα την εκδήλωση υψηλότερης ζήτησης για ενοικιάσεις. Οπως τονίζουν στελέχη του κλάδου, όσο υποχωρεί η αγοραστική δύναμη των πολιτών, τόσο θα μειώνονται και οι τιμές ενοικίασης. Αλλωστε, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες προτιμούν να μειώσουν τις απαιτήσεις τους, προκειμένου να διασφαλίσουν τουλάχιστον ότι θα εισπράξουν τα οφειλόμενα, παρά να συμφωνήσουν σε ένα υψηλότερο τίμημα, που όμως δεν θα εισπραχθεί ποτέ.

Στο πλαίσιο αυτό, όλο και περισσότερα νοικοκυριά προτιμούν πλέον την ενοικίαση, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες στέγασής τους, με τη ζήτηση μάλιστα να αφορά περισσότερο τις κατοικίες μεσαίας/καλής ποιότητας, δηλαδή όσο το δυνατόν μικρότερης ηλικίας και σε καλύτερες περιοχές. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην προσπάθεια των ενδιαφερόμενων να επωφεληθούν των χαμηλών τιμών ενοικίασης.

Τα σενάρια για την επόμενη μέρα της αγοράς

Η απόσυρση από το πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα των διατάξεων που αφορούσαν την αύξηση των συντελεστών αυτοτελούς φορολόγησης των ενοικίων και η διαβεβαίωση ότι η κατάργηση της εκχώρησης ανείσπρακτων ενοικίων στο Δημόσιο, δεν θα σημάνει την φορολόγηση των ιδιοκτητών για έσοδα που δεν έχουν εισπράξει, κρίνονται ως θετικές πρωτοβουλίες. Αλλωστε, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ειδικά αυτήν την περίοδο και για όσο διαρκούν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, κανένας ιδιοκτήτης δεν μπορεί να προχωρήσει σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων έξωσης ενοικιαστών, όπως προκύπτει από τις σχετικές υπουργικές αποφάσεις. Ως εκ τούτου, επιβραβεύονται στην ουσία οι επαγγελματίες κακοπληρωτές. Αυτήν την περίοδο, το οικονομικό επιτελείο μελετά διάφορες εναλλακτικές, ώστε να αποφεύγεται η φορολόγηση για εισοδήματα που δεν έχουν εισπραχθεί. Μία εξ αυτών είναι να συμπεριληφθεί στη νέα φορολογική δήλωση, ειδικός κωδικός, στον οποίο να μπορούν οι ιδιοκτήτες να δηλώνουν τα μη εισπραχθέντα ενοίκια, αποφεύγοντας τη φορολόγηση. Εναλλακτικά, για να αποδεικνύεται η είσπραξη του πραγματικού ποσού των ενοικίων, το υπουργείο Οικονομικών, μελετά το να καταστήσει υποχρεωτική την πληρωμή των μισθωμάτων, μέσω του τραπεζικού συστήματος, καθιστώντας την είσπραξη με μετρητά φορολογική παράβαση.

Αντίστοιχα, οι ιδιοκτήτες κρίνουν ως θετική τη διατήρηση των σημερινών συντελεστών φορολόγησης των ενοικίων, καθώς με βάση την αρχική ρύθμιση του πολυνομοσχεδίου, για εισόδημα έως 12.000 ευρώ, ο συντελεστής θα αυξανόταν στο 15% από 11% και για εισόδημα πάνω από 12.000 ευρώ από το 33% στο 35%. Ετσι, για παράδειγμα ένας ιδιοκτήτης ακινήτων με ετήσιο εισόδημα από ενοίκια 12.000 ευρώ, ενώ με τον αρχικό συντελεστή πλήρωνε φόρο εισοδήματος 1.320 ευρώ, με τους αυξημένους συντελεστές θα έπρεπε να πληρώσει 1.800 ευρώ, δηλαδή 480 ευρώ περισσότερα. Στο πλαίσιο αυτό, στο επόμενο νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα, αναμένεται η εισαγωγή νέων συντελεστών που θα κατανέμουν τα βάρη δικαιότερα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή