Αποψη: «Κόκκινα» δάνεια και επενδύσεις

Αποψη: «Κόκκινα» δάνεια και επενδύσεις

3' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ε​​κτος χρόνος, ουσιαστικά, ύφεσης της οικονομίας, με εξαίρεση μια ένδειξη ανάκαμψης το 2014, δεν έχει προηγούμενο στον ανεπτυγμένο κόσμο. Η πρόβλεψη του προσχεδίου προϋπολογισμού, για ύφεση 2,3% και 1,5% το 2015 και 2016 αντίστοιχα, πρέπει να αποτελέσει λόγο σοβαρής εγρήγορσης όλων όσοι έχουν άμεση σχέση με την πραγματική οικονομία.

Η γενική, λοιπόν, αναφορά στην ανάπτυξη, χωρίς να προσδιορίζονται οι λόγοι της ύφεσης, είναι εντελώς ανώφελη, γιατί οι όροι μιας ανάκαμψης της οικονομίας, όπως και οι λόγοι της ύφεσης και μάλιστα τόσο εκτεταμένης, έχουν συγκεκριμένες αιτίες κάθε φορά και διαφέρουν από χώρα σε χώρα.

Η ύφεση στην Ελλάδα οφείλεται στην έντονη εσωτερική υποτίμηση της περιόδου 2010- 2014 και στην πλήρη έλλειψη ρευστότητας τόσο σε επενδυτικά κεφάλαια όσο και στην κατανάλωση, που προκλήθηκαν πρωτίστως από την ασκούμενη περιοριστική οικονομική πολιτική και συνεχίζονται εντονότερα σήμερα, υπό το καθεστώς των capital controls και της προβληματικότητας του τραπεζικού συστήματος.

Ακόμη και αν υποθετικά ανακεφαλαιοποιηθούν πλήρως οι τράπεζες και ο κρατικός προϋπολογισμός περάσει σε πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2016, ακόμη και αν εκταμιευθεί εμπροσθοβαρώς το ΕΣΠΑ, η ρευστότητα στην οικονομία θα συνεχίσει εξαιρετικά περιορισμένη. Διότι κανείς από αυτούς τους, δημοσίου χαρακτήρα, παράγοντες και παρεμβάσεις δεν έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει επαρκώς τις ανάγκες της οικονομίας πριν περάσουν αρκετά χρόνια.

Αντίθετα με την Ελλάδα, η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία διαθέτει τεράστια ρευστότητα η οποία αναζητεί επενδυτικά σχέδια να διοχετευτεί, με τη μορφή εξαγορών, στρατηγικών επενδυτών ή απλώς επενδυτών συμμετοχής.

Η χώρα, από την άλλη πλευρά, έχει ελκυστική αποτίμηση, διαθέτει υψηλού επιπέδου υποδομή σε διάφορους παραγωγικούς τομείς -που απαξιώνονται με την πίεση της έλλειψης στοιχειώδους χρηματοδότησης- ενώ ως μέλος της Ευρωζώνης παρέχει, με την ευρεία έννοια, ασφάλεια επενδύσεων.

Πρέπει λοιπόν να τεθεί το ερώτημα γιατί οι δύο αυτές συνθήκες δεν συναντώνται στη χώρα μας, κάτι που συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες, τόσο εντός όσο και εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στις περισσότερες χώρες της περιοχής μας.

Η απάντηση είναι πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο ούτε ο μηχανισμός προσέλκυσης και διαχείρισης ξένων άμεσων επενδύσεων (FDI). Σήμερα, ένα σημαντικό μέρος της παραγωγικής υποδομής στην Ελλάδα απειλείται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και την αδυναμία αναχρηματοδότησης υφισταμένων δανείων.

Ο τουρισμός αναδείχθηκε και φέτος η λοκομοτίβα της οικονομίας. Χωρίς τα έσοδα από τον τουρισμό το 2015, το έλλειμμα και η αύξηση της ανεργίας θα προκαλούσαν δέος. Παρά την επιτυχημένη χρονιά, όμως, πολλές τουριστικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξυπηρέτησης δανειακών υποχρεώσεών τους και κινδυνεύουν να βρεθούν σε φάση εκκαθάρισης από τους αγοραστές (hedge funds) των προβληματικών τους δανείων. Εδώ είναι και η λανθασμένη επιλογή, να προκρίνεται η πώληση των NPLs σε μικρό ποσοστό της ονομαστικής τους αξίας, αντί να επιτραπεί στις τράπεζες να αναδιαρθρώσουν με πολύ υψηλότερα ποσοστά τα δάνεια των καθ’ όλα βιώσιμων επιχειρήσεων, με πιθανή είσοδο νέων κεφαλαίων ή στρατηγικών επενδυτών, ώστε να εξυγιανθούν και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.

Είναι επίσης παράδοξο μια χώρα που έχει ως βασικό της στόχο το «κούρεμα» και την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους της -και πολύ ορθά- να αρνείται την ίδια δυνατότητα στις επιχειρήσεις που αποτελούν και τον βασικό κορμό της οικονομίας της, με όρους απολύτως συμβατούς με τα διεθνή χρηματοοικονομικά πρότυπα.

Μια συγκροτημένη πολιτική προσέλκυσης FDI, στον τουρισμό και σε άλλες δραστηριότητες, μπορεί να προσελκύσει, χωρίς κόστος, περισσότερα από 100 δισ. στην επόμενη τετραετία, πολύ περισσότερα απ’ όλα μαζί τα πρωτογενή πλεονάσματα, τα πακέτα Γιούνκερ και το ΕΣΠΑ, και να δοθεί δυναμική αύξηση στο ΑΕΠ ώστε επιτέλους να δούμε θετικό ρυθμό ανάπτυξης. Απαιτείται τεχνογνωσία, αποφασιστικότητα και συνεργασία κράτους, τραπεζικού συστήματος, επιχειρηματικού κόσμου για την επεξεργασία των απαιτούμενων πολιτικών. Αλλιώς, η χώρα θα γίνει πτωχότερη σε επιχειρήσεις, θέσεις εργασίας και βιοτικό επίπεδο πολύ γρήγορα!

* Ο κ. Ανδρέας Α. Ανδρεάδης είναι πρόεδρος του ΣΕΤΕ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή