Μια πρόταση, δύο διδακτικές ιστορίες: φορομπηχτισμός – επιβάρυνση νέας γενιάς

Μια πρόταση, δύο διδακτικές ιστορίες: φορομπηχτισμός – επιβάρυνση νέας γενιάς

3' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ρεπορτάζ είναι διασταυρωμένο: Προκειμένου να μην προχωρήσει η κυβέρνηση σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις, προτείνει να αναβιώσει η εισφορά στην εργασία 3,9 ποσοστιαίων μονάδων που είχε καταργηθεί με επιμονή της τρόικας μόλις το 2014. Αυτή η ιστορία είναι διπλά διδακτική. Μας λέει κάτι για τον καθεστωτικό φορομπηχτισμό του ελληνικού κράτους: Οποιος φόρος μπαίνει, δεν βγαίνει ποτέ. Μας λέει, όμως, και για το πώς το πολιτικό σύστημα αντιλαμβάνεται το πολιτικό κόστος: πάντα έτοιμο να επιβαρύνει τους νέους, προκειμένου να μην ενοχληθούν από τη φασαρία οι πελάτες του.

Δίδαγμα Πρώτον, ο Φορομπηχτισμός. Προτείνεται να επανέλθει η εισφορά εργοδότη 3,9 ποσοστιαίων μονάδων (δηλαδή πάνω από το ένα δέκατο του μη μισθολογικού κόστους). Η εισφορά αυτή χρηματοδοτούσε παροχές κυρίως προς συνδικαλιστές που καταργήθηκαν το 2011. Αφού δεν συνέτρεχε ο λόγος επιβολής, η τρόικα επέμενε να καταργηθεί η εισφορά. Ο λόγος ήταν ότι η εισφορά του εργοδότη δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας φόρος στην εργασία. Μείωση του φόρου αυτού ενθαρρύνει τις προσλήψεις και βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών – αφού η εισφορά περνά στις τιμές της παραγωγής που εξάγεται.

Θα ρωτούσε ο καθένας: Σε μια εποχή υψηλής ανεργίας όπου η κύρια ελπίδα ανάκαμψης είναι οι εξαγωγές, κάνουμε εμείς ακριβώς το αντίθετο; Επιδοτούμε τις μη προσλήψεις (και ίσως, τις απολύσεις) και ταυτόχρονα αβαντάρουμε τις εισαγωγές;

Η απάντηση έχει να κάνει με την ιδιοκτησιακή αντίληψη των φορομπηχτών που κυβερνούν τη χώρα επί δεκαετίες: Αφού η εισφορά ήταν από παλιά πόρος των Ταμείων, πρέπει να παραμείνει εκεί εσαεί – ακόμη και αν ο λόγος ύπαρξής του τέλειωσε και ο καθένας βλέπει ότι είναι πολλαπλά βλαπτικός.

Οι καταργημένοι φόροι είναι σαν τις χαμένες πατρίδες: Πάλι με χρόνια, με καιρούς, πάλι δικά τους θα ’ναι.

Δίδαγμα Δεύτερον, Πολιτικό κόστος και νέα γενιά. Η ίδια η Επιτροπή που διάλεξε η κυβέρνηση ανέφερε ότι ο τρόπος που λειτουργεί το σύστημα συντάξεων είναι πολλαπλά επιβαρυντικός και απαιτεί ουσιαστικές αλλαγές. Στόχος είναι να υπάρχει εξισορρόπηση στο ιδιαίτερα επιβαρυμένο ισοζύγιο μεταξύ της Γενιάς του Πολυτεχνείου (και γενικά των βολεμένων) και της γενιάς της Κρίσης (και των οριζόντιων γενικών επιβαρύνσεων σε όλους). Αυτό αναπόφευκτα θα επιφέρει άμεση δυσαρέσκεια στους λίγους βολεμένους– οπωσδήποτε ώσπου να ξαναπάρει εμπρός η οικονομία. Ομως, η ευγνωμοσύνη των πολλών που θα κερδίσουν θα είναι στο μέλλον. Η εξήγηση ότι τελικά ό,τι δεν μας βουλιάζει ίσως μας σώσει, είναι πολύ σύνθετη για τα κουρασμένα παλικάρια του επικοινωνιακού μετώπου.

Η κυβέρνηση δεν αμφισβητεί ότι η λειτουργία του παλιού συστήματος επιβαρύνει σε καθημερινή βάση την κοινωνία και την οικονομία. Το είπε ο αρμόδιος υπουργός, και, προς τιμή της, η Επιτροπή Σοφών με το πόρισμά της. Μετά το πόρισμα αυτό, η αναζήτηση ισοδύναμων προκειμένου να μην προχωρήσουν αλλαγές -που χαρακτηρίζονται απαραίτητες-, δεν είναι παρά μια κυνική αναβίωση του δόγματος του πολιτικού κόστους.

Δηλαδή: Γνωρίζω ότι επέκταση της σημερινής κατάστασης είναι βλαπτική. Ομως, δεν επιθυμώ να μπω εγώ στον κόπο να εξηγήσω γιατί πρέπει να αλλάξει. Ας μπαλώσω ό,τι μπορώ, με ισοδύναμα και άλλες ευρεσιτεχνίες, προκειμένου να μη θίξω ισορροπίες και υποστηρικτές. Οι απαραίτητες αλλαγές ας μείνουν για τους επόμενους. Γιατί να βγάλουμε εμείς το φίδι από την τρύπα;

Η λογική αυτή είναι δοκιμασμένη. Ετσι και αλλιώς θα πληρώσουν οι νέοι. Αυτοί, από τη μια πλευρά, δεν παραπονιούνται γιατί δεν το έχουν καταλάβει ακόμη. Από την άλλη, τόσα και τόσα τους έχουμε φορτώσει, αυτό θα τους πειράξει;

Το πολιτικό μας σύστημα αυτό ξέρει να κάνει. Τη λογική του πολιτικού κόστους την εφάρμοσε με συνέπεια ώς το 2010: «Κάνουμε ό,τι έκαναν και οι προηγούμενοι. Γιατί να χρεοκοπήσουμε εμείς;». Ωσπου χρεοκοπήσαμε. Η διαφορά με το τότε είναι ότι αυτοί οι νέοι, του 2015, δεν θα έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν τα νέα βάρη σε άλλους. Αυτοί θα πληρώσουν τον λογαριασμό της ατολμίας, μαζί με το χρέος, την ανεργία, τη βύθιση της παραγωγής.

Για το πολιτικό κόστος πριν από το 2010 αρκούσε η μυωπία. Για να επιμένουμε με τον ίδιο τρόπο χρειάζεται επιπλέον απώλεια μνήμης και ικανότητας κρίσης.

* Καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο, πρώην βουλευτής με το ΠΟΤΑΜΙ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή