Αποψη: ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα εξωτερικού ή φόρος πλούτου;

Αποψη: ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα εξωτερικού ή φόρος πλούτου;

4' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει αναπτυχθεί ένας έντονος διάλογος σχετικά με τη δυνατότητα επιβολής ΕΝΦΙΑ στην ακίνητη περιουσία ιδιοκτησίας φορολογικών κατοίκων Ελλάδος που βρίσκεται σε χώρες του εξωτερικού, κατά τα πρότυπα του νόμου που θεσπίστηκε στη γειτονική Ιταλία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία από τη γειτονική χώρα, δηλώθηκαν από 102.000 Ιταλούς φορολογούμενους ακίνητα που βρίσκονται στο εξωτερικό συνολικής αξίας 23,8 δισ. ευρώ. Το πλήθος των ακινήτων εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 10% των συνολικών ιδιοκτησιών Ιταλών πολιτών στο εξωτερικό. Δεδομένου ότι ο σχετικός νόμος προέβλεπε φορολόγηση με συντελεστή 0,76%, το μέγιστο όφελος για το ιταλικό Δημόσιο θα ήταν 180 εκατ. ευρώ περίπου. Παρ’ όλα αυτά, εξαιτίας του συμψηφισμού φόρου αλλοδαπής και διαφόρων διατάξεων περί μείωσης του φόρου (συντελεστής 0,40% αν πρόκειται για κύρια κατοικία, υπολογισμός μόνο για τους μήνες οίκησης και κατά το ποσοστό ιδιοκτησίας, μη βεβαίωση φόρου αν δεν υπερβαίνει τα 200 ευρώ κ.ά.), γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το συνολικό πραγματικό όφελος για την ιταλική οικονομία ανέρχεται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα.

Ο διάλογος λοιπόν αυτός έχει περιστραφεί κυρίως γύρω από το ύψος των εσόδων που ενδεχομένως θα ήταν χαμηλά για το ελληνικό Δημόσιο συγκριτικά με τις αντικειμενικές δυσκολίες και τις χρονοβόρες και κοστοβόρες διαδικασίες που απαιτεί η ανεύρεση και καταγραφή των ακινήτων αυτών. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η αναφορά γίνεται περιοριστικά σε ακίνητα που είναι ιδιοκτησίας φυσικών πρόσωπα και όχι σε ακίνητα που ανήκουν σε οποιοδήποτε εταιρικό σχήμα, ημεδαπό ή αλλοδαπό.

Ωστόσο, με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, υφίσταται άραγε κάποια φορολογική ή άλλη υποχρέωση των ιδιοκτητών ακινήτων στην αλλοδαπή, με την οποία αυτοί δεν έχουν συμμορφωθεί;

Εως και σήμερα, για τα ακίνητα που βρίσκονται στο εξωτερικό δεν υπάρχει καμία υποχρέωση να απεικονιστούν σε οποιοδήποτε φορολογικό έντυπο ως περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων. Εξαίρεση αποτελεί το έντυπο «Δήλωση περιουσιακής κατάστασης» (γνωστό ως «πόθεν έσχες») που υποβάλλεται από συγκεκριμένες κατηγορίες υπόχρεων (πολιτικά πρόσωπα, μέλη Δ.Σ. εισηγμένων κ.λπ.). Με βάση λοιπόν τη μη υποχρέωση καταγραφής των αλλοδαπών ακινήτων σε οποιοδήποτε φορολογικό έντυπο ή βάση δεδομένων από τους φορολογούμενους, ευνόητο είναι ότι οι ελληνικές σρχές δεν έχουν στη διάθεσή τους στοιχεία για τα ακίνητα που βρίσκονται στην αλλοδαπή γιατί, απλούστατα, ποτέ δεν τα ζήτησαν. Εάν τα στοιχεία αυτά είχαν ήδη ζητηθεί, τότε σίγουρα ένα μέρος των ακινήτων αυτών θα βρισκόταν ήδη στη διάθεση των ελληνικών αρχών.

Τι ισχύει όμως στην περίπτωση πώλησης των ακινήτων που βρίσκονται στο εξωτερικό; Εδώ λοιπόν ενδεχομένως να εκπλαγούμε διαπιστώνοντας ότι η υπεραξία (τιμή πώλησης μείον τιμή αγοράς) που προκύπτει από την πώληση ακινήτων που βρίσκονται στο εξωτερικό δεν φορολογείται. Μεταφράζοντας λοιπόν τα παραπάνω προκύπτει, μάλλον αβίαστα, ότι οι Ελληνες φορολογικοί κάτοικοι που διαθέτουν ακίνητη περιουσία στο εξωτερικό και σε κάποιες περιπτώσεις έχουν αποκομίσει μεγάλες υπεραξίες από πωλήσεις ακινήτων κυρίως σε πρωτεύουσες χωρών με μεγάλη ανάπτυξη στο real estate, όπως το Λονδίνο, δεν θα είχαν καμία απολύτως αντίρρηση να δηλώσουν τα ακίνητά τους αυτά σε οποιοδήποτε έντυπο –αν τους είχε ζητηθεί– δεδομένου ότι φορολόγηση της εν λόγω υπεραξίας δεν υφίσταται.

Περαιτέρω, διαπιστώνουμε ότι αντίστοιχες φορολογικές απαλλαγές ισχύουν και στην περίπτωση κληρονομιάς ή γονικής παροχής ακινήτων του εξωτερικού. Ο νόμος 2961/2001 προβλέπει ότι σε φόρο κληρονομίας υπόκειται μόνο η ευρισκόμενη στην αλλοδαπή ενσώματη ή ασώματη κινητή περιουσία Ελληνα υπηκόου. Δεν αποτελεί δηλαδή αντικείμενο της φορολογίας αυτής η ακίνητη περιουσία του που βρίσκεται εκτός της ελληνικής επικράτειας και συνεπώς δεν προβλέπεται καμία φορολογική επιβάρυνση.

Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι πολλά από τα ακίνητα των Ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό δεν είναι σε γνώση των ελληνικών φορολογικών αρχών διότι απλώς οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν είχαν ιδιαίτερο κίνητρο να ζητήσουν την καταγραφή τους, δεδομένου ότι τόσο φόρος υπεραξίας κεφαλαίου όσο και φόρος κληρονομιών και γονικών παροχών δεν υφίστανται. Εύκολα ωστόσο θα υποστηριχθεί ότι κάποια εκ των ακινήτων αυτών αγοράστηκαν με μη δηλωθέντα εισοδήματα. Δεν θα διαφωνήσω, αν και οι αοριστίες ποτέ δεν βοηθούν. Η ανεύρεση των αδήλωτων εισοδημάτων είναι θέμα των αρμοδίων ελεγκτικών οργάνων, που οφείλουν να ελέγξουν με όσους τρόπους και μέσα έχουν στη διάθεσή τους και να αποκαλύψουν τα αδήλωτα αυτά εισοδήματα.

Η επιβολή ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα εξωτερικού, κατά την εκτίμησή μας, είναι μια ανεδαφική και πρόχειρη –θα χαρακτήριζα– πρόταση, η λογική της οποίας εντάσσεται σε μια επιδιωκόμενη φορολόγηση του συνολικού πλούτου των Ελλήνων φορολογουμένων, μέσω της επιβολής φόρου πλούτου (wealth tax). Η σκέψη αυτή βρίσκεται στα σχέδια των κυβερνώντων παρόλο που είτε δεν το εκφράζουν δημόσια είτε το αρνούνται για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων. Στη δύσκολη οικονομικά περίοδο που διανύουμε όμως, είναι χρήσιμο να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Η δημιουργία του περιουσιολογίου –που αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσής της εντός του Νοεμβρίου– σκοπεύει μεν στην αποτύπωση του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας, αλλά κυρίως αποσκοπεί στην επιβολή φόρου πλούτου (wealth tax) επί της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων του κάθε πολίτη, όπως ισχύει και σε κάποια άλλα κράτη π.χ. Γαλλία, Ελβετία.

Η δημιουργία του περιουσιολογίου είναι μια κίνηση κατ’ αρχήν προς τη σωστή κατεύθυνση και μπορεί να αποτελέσει, μεταξύ άλλων, ένα χρήσιμο εργαλείο για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Απαραίτητο είναι ωστόσο, πριν από την έναρξη εφαρμογής του, να συνοδευτεί με τη δυνατότητα «νομιμοποίησης» αδήλωτων εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων με τέτοιο τρόπο, που αφενός το Δημόσιο θα εισπράξει ικανοποιητικά έσοδα, αφετέρου θα υπάρξει το κίνητρο από τους πολίτες να δηλώσουν τα εισοδήματα αυτά και εν συνεχεία να αποτυπώσουν στο περιουσιολόγιο την πραγματική περιουσιακή τους κατάσταση.

Χωρίς τη δυνατότητα αυτή, φοβούμαι πως η δημιουργία του περιουσιολογίου θα είναι ακόμα μία κίνηση άσκοπου εντυπωσιασμού, αντίστοιχη με την επιβολή ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα εξωτερικού, επιφέροντας πενιχρά ουσιαστικά αποτελέσματα.

* Ο κ. Νίκος Σιακαντάρης είναι Managing Partner στη UnityFour Private Consulting House.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή