Αποψη: Η καινοτομία ως ισοδύναμο μέτρο

Αποψη: Η καινοτομία ως ισοδύναμο μέτρο

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα ισοδύναμα μέτρα εμφανίστηκαν στο λεξιλόγιο των Ελλήνων την ημέρα εφαρμογής του πρώτου μνημονίου και είναι οι δράσεις που εξοικονομούν χρήματα για να πληρωθούν κρατικές δαπάνες. Κάθε φορά που οι κυβερνήσεις έψαχναν χρήματα να στηρίξουν τις πολιτικές τους, χρησιμοποιούσαν ως μοναδικό ισοδύναμο τον εξωτερικό δανεισμό. Κάποτε όμως τα δανεικά τελειώνουν και η ανελέητη πραγματικότητα βρίσκει κυβερνήσεις και πολίτες σε δύσκολη κατάσταση, με τον δανειστή να απαιτεί τα χρήματα που δάνεισε. Αυτή είναι η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα.

Γιατί η χώρα μας χρειάζεται συνεχώς και πάντα δανεικά από άλλες χώρες, και πώς αυτές μπορούν να μας δανείζουν ενώ εμείς δημιουργούμε συνεχή ελλείμματα. Σίγουρα ο καθένας μπορεί να σκεφτεί τους λόγους, από την κακοδιαχείριση του δημόσιου πλούτου μέχρι την αναξιοκρατία και την αστόχαστη παροχολογία. Τα φαινόμενα όμως αυτά είναι εγγενή στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες που σήμερα μας δανείζουν έχουν ένα βασικό πλεονέκτημα: παράγουν και μας πωλούν διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα, γιατί αυτά είναι καινοτόμα.

Η καινοτομία είναι μια καλά καθορισμένη διαδικασία με τρεις διακριτές φάσεις: της ιδέας, της απόδειξής της και της εφαρμογής της στην αγορά. Για να είναι η καινοτομία βιώσιμη, κάθε φάση καινοτομίας πρέπει να υλοποιείται ανταγωνιστικά. Τα τελευταία 20 χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο, η διδασκαλία της καινοτομίας μετασχηματίσθηκε σε ένα μάθημα με αυστηρό περιεχόμενο και έννοιες για όλες τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που στοχεύουν στη μεγέθυνση και τις οικονομικές επιδόσεις. Ακόμη, έχει γίνει αποδεκτή η στρατηγική χρησιμότητα της έρευνας ως μάθημα στα business schools που συνοδεύεται με πιστοποιήσεις του τύπου AACSB, EQUIS, κ.ά. Η δραστηριότητα της έρευνας μετριέται με την επίδραση που θα έχει σε δείκτες όπως η αύξηση των πωλήσεων, των κερδών και της απασχόλησης, τόσο σε επιχειρήσεις δημόσιες όσο και ιδιωτικές.

Στην Ελλάδα υπάρχουν λαμπρές ιδέες, άνθρωποι και πανεπιστήμια, υπάρχουν εκπληκτικοί επιχειρηματίες και έμποροι, αλλά η δεύτερη φάση της καινοτομίας που απαιτεί την τεχνολογία για τη δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών έχει σοβαρά προβλήματα. Η ανταγωνιστική τεχνολογική εκπαίδευση στη χώρα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, χωρίς εθνικό στόχο και όραμα, χωρίς δομή και αξιολόγηση, υποτιμημένη από την κοινωνία, υποστελεχωμένη, κυρίως θεωρητική και ξεπερασμένη, και εντελώς λανθασμένα θεωρείται ο φτωχός συγγενής της ανώτατης εκπαίδευσης και υποδοχέας όσων δεν μπορούν να τα καταφέρουν με τα «γράμματα». Σε κάθε περίπτωση, απέχει πολύ από το να αποτελεί τη συνειδητή επιλογή των ανθρώπων που θέλουν να χτίσουν την αυριανή ανταγωνιστική και καινοτόμα Ελλάδα με την εξυπνάδα, τα χέρια και τα εργαλεία τους. Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει, ας πούμε, στη Γερμανία, όπου τα ακριβοπληρωμένα στελέχη σε θέσεις-κλειδιά της βιομηχανίας είναι οι άνθρωποι που προέρχονται κυρίως από την τεχνολογική εκπαίδευση και ξέρουν να βιδώνουν βίδες και να φτιάχνουν συσκευές. Ακόμη κι αν δεχτούμε πως η χώρα δεν είναι ικανή να παράγει τα δικά της αυτοκίνητα, γιατί η ελληνική βιομηχανία να μην συμμετέχει στο cluster της αυτοκινητοβιομηχανίας όπως η Ρουμανία, η Τσεχία, και η Πολωνία, παράγοντας τμήματα κινητήρων και ηλεκτρονικά εξαρτήματα.

Στην Ελλάδα υπάρχει ένα εχθρικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, και η επιχειρηματική αποτυχία τιμωρείται παραδειγματικά. Οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν στην τεχνολογική εκπαίδευση με κύριο χαρακτηριστικό την έλλειψη καινοτομίας οδήγησαν στο να παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες με στόχο τις επιδοτήσεις ή την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, που οδηγεί σε μη ανταγωνιστικά προϊόντα, και έτσι ο φαύλος κύκλος της καταστροφής συνεχίζεται.

Το ισοδύναμο της καινοτομίας είναι αυτό που μας λείπει, και η έλλειψή του άνοιξε την κερκόπορτα για να έρθουν όλα τα άλλα οδυνηρά ισοδύναμα, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στη συρρίκνωση της παραγωγής, στην ανέχεια και τέλος στην απόλυτη καταστροφή.

Ακόμη και σήμερα όμως καμία μέριμνα δεν υπάρχει για την ενίσχυση της καινοτομίας, αλλά μόνον επιμονή στα παραδοσιακά προϊόντα και στις επιδοτήσεις που ουσιαστικά, για να παραχθούν, καταναλώνουν τις καινοτομίες άλλων και εξάγουν εισόδημα.

Η καινοτομία, το απόλυτο δηλαδή ισοδύναμο μέτρο, που θα μπορούσε να λύσει ριζικά και βιώσιμα το εθνικό οικονομικό πρόβλημα, χωρίς την ανάγκη εύρεσης άλλων θλιβερών ισοδυνάμων, έχει παντελώς αγνοηθεί και αγνοείται έστω και πέντε χρόνια μετά την εφαρμογή του μνημονίου.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι ακαδημαϊκός καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης, Distinguished Research Professor, Audencia Nantes School of Management, πρόεδρος της Financial Engineering and Banking Society.

** Ο κ. Μιχάλης Καθαράκης είναι διευθυντής του ΚΕΚ του Επιμελητηρίου Ηρακλείου, υποψήφιος δρ και μέλος του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης Πολυτεχνείου Κρήτης. Διδάσκει το μάθημα της Καινοτομίας στο Μεταπτυχιακό Αυτοματισμού του ΤΕΙ Κρήτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή