Αποψη: Πολιτικό σύστημα και διαφθορά

Αποψη: Πολιτικό σύστημα και διαφθορά

3' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​α φαινόμενα διαφθοράς που έρχονται στο φως της δημοσιότητας διεθνώς πληθαίνουν και αναφέρονται σε όλο και περισσότερες δραστηριότητες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Είναι όμως η διαφθορά στον δημόσιο τομέα που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών αναζητήσεων και προβληματισμών. Και επειδή η διαφθορά εκδηλώνεται όταν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες, κάθε προσπάθεια για την αντιμετώπισή της πρέπει να έχει ως αφετηρία την αναζήτηση των παραγόντων που την ευνοούν ή την αποθαρρύνουν.

Οι παράγοντες αυτοί και κατ’ επέκταση τα μέτρα για την αντιμετώπισή της μπορούν να διακριθούν σε τέσσερις κατηγορίες: α) Σε αυτά που προκαλούν μείωση της ζήτησης υπηρεσιών διαφθοράς από την πλευρά του ιδιωτικού τομέα, β) σε αυτά που προκαλούν μείωση της προσφοράς υπηρεσιών διαφθοράς από στελέχη του δημόσιου τομέα, γ) σε αυτά που αφορούν το σύστημα ελέγχων και ποινών και δ) σε αυτά που άπτονται πολιτικής βούλησης, κυβερνητικών προτεραιοτήτων και επιλογών.

Οσον αφορά τον περιορισμό της ζήτησης υπηρεσιών διαφθοράς, πρωτεύοντα ρόλο έχει ο περιορισμός των κανονιστικών ρυθμίσεων (όρων, διαδικασιών κ.λπ.) και γενικά η αναθεώρηση του ρυθμιστικού πλαισίου.

Γιατί ο περιορισμός αυτός θα μειώσει από μόνος του τη ζήτηση υπηρεσιών διαφθοράς. Αυτό μπορεί να γίνει με τη μελέτη του ρυθμιστικού πλαισίου σε μηδενική βάση και υπό τις σύγχρονες συνθήκες και αντιλήψεις, ώστε να καταργηθούν ρυθμίσεις που θεωρούνται απαξιωμένες και να αναθεωρηθούν άλλες που δεν λειτουργούν αποτελεσματικά ή δεν συνδέονται αρμονικά με το λοιπό σύστημα.

Για να μειωθεί επίσης η ζήτηση αλλά και η προσφορά υπηρεσιών διαφθοράς, πρέπει να απλοποιηθεί και να κωδικοποιηθεί η νομοθεσία. Και οι επανειλημμένες αλλαγές σ’ αυτήν τα τελευταία χρόνια έχουν επενεργήσει μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση, σημειώνοντας ότι η πολυπλοκότητα, ασάφεια και αντιφατικότητα των διατάξεων δυσκολεύουν τη διάκριση αιτίου-αιτιατού. Ετσι, ενώ βραχυχρόνια ωθούν τους πολίτες στη ζήτηση υπηρεσιών διαφθοράς, μακροχρόνια δίνουν κίνητρο για θεσμοθέτηση πρόσθετων ή σκόπιμα ασαφών (ή αντιφατικών) διατάξεων, ώστε να υπάρξουν ευκαιρίες επιλεκτικών αντιμετωπίσεων και δωροδοκιών. Χρειάζεται λοιπόν επανεξέταση των διατάξεων με στόχο τον περιορισμό τους και την αύξηση της διαφάνειας και σαφήνειας αυτών που θα διατηρηθούν, για να μην αφήνουν περιθώρια ερμηνειών.

Πρέπει επίσης να τυποποιηθούν οι διαδικασίες της διοίκησης και να τεθούν αυστηρά χρονικά όρια διεκπεραίωσής τους. Γιατί ο καθορισμός και μόνο τέτοιων κανόνων και η τήρησή τους θα μειώσει τις πιθανότητες ζήτησης ή προσφοράς υπηρεσιών που υποκρύπτουν συνδιαλλαγή. Οσον αφορά τα συστήματα ελέγχου και επιβολής ποινών και την αναποτελεσματικότητά τους στην Ελλάδα, έχουν γραφεί τόσα, που η επανάληψή τους είναι περιττή.

Ιδιαίτερη σημασία όμως για τον περιορισμό της διαφθοράς έχει το κλίμα που δημιουργούν οι κατέχοντες κυβερνητικά αξιώματα και γενικώς ο πολιτικός κόσμος της χώρας. Διότι είναι προφανές ότι δεν μπορεί να απαιτεί κανείς μια καθ’ όλα έντιμη δημόσια διοίκηση σε ένα περιβάλλον που υπάρχουν υπόνοιες για διαφθορά σε πολιτικό επίπεδο. Κατά μείζονα λόγο, δεν μπορεί να απαιτεί κανείς μια έντιμη και αδιάβλητη δημόσια διοίκηση, αν οι κατηγορίες ή υπόνοιες για διαφθορά σε πολιτικό επίπεδο προέρχονται από τους ίδιους τους πολιτικούς, ανεξάρτητα από το αν αυτές τελικά αποδεικνύονται. Κατά συνέπεια, η προσπάθεια για τον περιορισμό της διαφθοράς πρέπει να ξεκινήσει από τους ίδιους. Και για τον σκοπό αυτό δεν αρκούν οι δηλώσεις, αλλά πράξεις που να δείχνουν ότι η διαφθορά και η διαπλοκή δεν διευκολύνονται, δεν συγκαλύπτονται και δεν συμψηφίζονται, ανεξάρτητα από τα πρόσωπα που αφορούν. Δεν θα υπάρξει επίσης αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση της διαφθοράς αν ο πολιτικός κόσμος της χώρας δεν δεχθεί να αναλάβει το κάθε μορφής κόστος που συνεπάγεται ο περιορισμός της. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η μη διάδοση φημών και γενικά η δημιουργία κλίματος διαφθοράς αποκλειστικά και μόνο για πολιτικά οφέλη, η επίδειξη μεγαλύτερης ευαισθησίας και αυστηρότητας στην τήρηση κανόνων και διαδικασιών που αφορούν οικονομικούς παράγοντες, φιλικά και συγγενικά πρόσωπα, πολιτικούς και κομματικούς φίλους, ο περιορισμός των δυνατοτήτων που φαίνεται μερικές φορές ότι έχουν άτομα του στενού εργασιακού και πολιτικού περιβάλλοντος ατόμων σε υψηλές θέσεις στο να εξασφαλίζουν προσβάσεις ή να επηρεάζουν γνώμες στη διαμόρφωση πολιτικής κ.λπ. Πρέπει επίσης διατάξεις οι οποίες, ακόμη και αν δεν το κάνουν στην πραγματικότητα, δίνουν την εντύπωση ότι έχουν φωτογραφικό ή χαριστικό χαρακτήρα, πρέπει να αποφεύγονται ή να είναι πλήρως τεκμηριωμένες, να τυγχάνουν ευρύτερης συναίνεσης και επιμελούς επικοινωνιακής πολιτικής. Αλλά και οι συζητήσεις για τη διαφθορά, αν δεν οδηγούν πουθενά, όχι μόνο δεν συμβάλλουν στον περιορισμό της, αλλά προκαλούν και το κοινό αίσθημα. Υπό αυτό το πρίσμα οι πολιτικοί μας θα πρέπει να αναρωτηθούν αν η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή βοήθησε στην αντιμετώπιση της διαφθοράς ή ενίσχυσε την άποψη αυτών που ισχυρίζονται πως «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι» και κατά συνέπεια είχε το αντίθετο αποτέλεσμα.

* Ο κ. Νίκος Τάτσος είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή