Αποψη: Η Αθήνα μπορεί να διεκδικήσει μερίδιο από το Brexit

Αποψη: Η Αθήνα μπορεί να διεκδικήσει μερίδιο από το Brexit

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν λάβει κανείς σοβαρά την άποψη του πρωθυπουργού –όπως μεταφέρθηκε από τους Financial Times– πως «τέτοιες ψηφοφορίες (όπως στη Βρετανία) δεν είναι δύσκολο να προβλεφθούν και πως μόνο δύο αποτελέσματα είναι πιθανά, άρα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος και για τα δύο», δύσκολα ο ίδιος άνθρωπος θα βρει κάποιου είδους προετοιμασία στη χώρα μας για τη διαδικασία του Brexit. Κυρίως όμως δεν φαίνεται η παρούσα κυβέρνηση να έχει τη δυνατότητα να σχεδιάσει ένα πλάνο για να αδράξει τις όποιες ευκαιρίες.

Για τους κινδύνους έχει ήδη χυθεί πολύ μελάνι (για την αβεβαιότητα, για τις τράπεζες, για τον τουρισμό). Ας δούμε λίγο τις ευκαιρίες.

Σίγουρα δεν θα είμαστε ανάμεσα στις πρώτες χώρες που θα προσελκύσουν τις επιχειρήσεις που πρόκειται να εγκαταλείψουν το Ηνωμένο Βασίλειο (π.χ. το 10% των εταιρειών χρηματοοικοινομικών υπηρεσιών θεωρούσε τη φυγή του σχεδόν βέβαιη και ένα επιπρόσθετο 30% πιθανή), μπορούμε όμως και θα πρέπει να διεκδικήσουμε το όποιο μερίδιο μπορούμε να κερδίσουμε.

Τι όμως θα μπορούσαμε να κερδίσουμε;

Από τη στιγμή που η Αθήνα δεν αποτελεί ένα αξιόλογο χρηματοοικονομικό κέντρο, ούτε σημείο αναφοράς σε κάποιον τομέα αιχμής, δεν μπορούμε να προσμένουμε πως θα είμαστε χώρος επιλογής των μεγάλων επιχειρήσεων και των κεντρικών γραφείων τους. Μπορούμε όμως να διεκδικήσουμε τη μεταφορά σε εμάς μιας σειράς –δευτερευουσών ίσως αλλά απολύτως χρήσιμων και αναγκαίων– εργασιών, όπως ενδεχομένως το data-center της Visa που θα πρέπει να έχει έδρα σε χώρα της Ε.Ε., SaaS εταιρείες που χρειάζονται την ενιαία αγορά, τμήματα της Vodafone της EasyJet και της IAG που έχουν διατυπώσει παρόμοιες ανησυχίες ή θέσεις εργασίας από μικρότερες εταιρείες ή startups όπως αυτές που θα δημιουργήσει η YoYo Wallet (εταιρεία mobile payment) στην Πορτογαλία.

Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι η κυβέρνηση –με έναν μαγικό τρόπο– αρχίζει να ενδιαφέρεται για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, ποιοι είναι οι παράγοντες από τους οποίους θα εξαρτηθεί η επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος; Οι παράγοντες αυτοί είναι τρεις.

• O πρώτος είναι ο τύπος αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. και το μέγεθος της «σύγκρουσης» και της αβεβαιότητας ώσπου αυτή να πραγματοποιηθεί.

• Ο δεύτερος έχει να κάνει με την εικόνα της χώρας μας και το σχέδιο προσέλκυσης επιχειρήσεων που αυτή θα αναπτύξει και ο τρίτος παράγοντας έχει να κάνει με το τι θα πράξουν οι ανταγωνιστές μας σε αυτή την κούρσα. Και αν για τον πρώτο και τον τρίτο πολύ λίγα πράγματα μπορούμε να κάνουμε, για τον δεύτερο μπορούμε πολλά. Το πρώτο είναι να κλείσουμε το ταχύτερο δυνατό την επόμενη αξιολόγηση δημιουργώντας «συνθήκες ομαλότητας και σταθερότητας» για τη χώρα. Ετσι θα μετριάσουμε την εικόνα μιας χώρας με πολύ υψηλό ρίσκο.

Παράλληλα θα πρέπει να επιλέξουμε το είδος και το μέγεθος των εταιρειών που επιθυμούμε να προσελκύσουμε, για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε εναλλακτικά σχέδια (ειδικά πακέτα θα μπορούσε κάποιος να τα ονομάσει) για κάθε τύπο Brexit από τη μια και για είδη και μεγέθη εταιρειών από την άλλη. Αυτά τα σχέδια θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μικρότερους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις που θα μεταφερθούν λόγω Brexit, με παράλληλη δέσμευση ότι τα έσοδα που θα προκύψουν θα χρησιμοποιηθούν για τη μείωση της φορολογίας. Ή την αξιοποίηση του Ελληνικού για τη δημιουργία υποδομών υψηλών προδιαγραφών. Πρέπει δηλαδή να προσπαθήσουμε να αξιοποιήσουμε τα θετικά στοιχεία μας και να μειώσουμε τα μειονεκτήματά μας ως προορισμός σε σχέση με τις επιχειρήσεις που θέλουμε να προσελκύσουμε. Αυτό εξάλλου θα κάνουν και όλοι οι ανταγωνιστές μας, ήδη οργανώσεις πρότειναν στο υπουργείο Εργασίας της Γερμανίας να δημιουργηθεί μια ζώνη στη Φρανκφούρτη όπου θα ισχύει η βρετανική εργατική νομοθεσία για να προσελκύσουν, έτσι, τράπεζες.

Βασικό λοιπόν στοιχείο είναι πως θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα και να αναγνωρίσουμε τα όρια των δικών μας δυνατοτήτων όσο και των ανταγωνιστών μας. Πιθανότατα δεν θα κατορθώσουμε να προσελκύσουμε τον αριθμό και το μέγεθος των εταιρειών που θα κατευθυνθούν στο Αμστερνταμ, στο Δουβλίνο ή στη Μαδρίτη. Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να περιμένουμε ότι η Αθήνα θα γίνει το νέο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης, δεν χρειάζονται τέτοιες αυταπάτες. Δεν χρειάζεται όμως και μεμψιμοιρία. Αν αρχίσουμε να σχεδιάζουμε πάνω σε μια ορθολογική βάση, τα αποτελέσματα σταδιακά θα έρθουν, αλλιώς η κυβέρνηση μπορεί απλά να αντιγράψει την καμπάνια του γερμανικού FDP (Free Democratic Party), ανεβάζοντας διαφημίσεις σε οχήματα στο Λονδίνο για να μας… προτιμήσουν.

* Η κ. Αθηνά Δρέττα είναι π.γ.γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στέλεχος στο Ποτάμι.

**Ο κ. Παναγιώτης Μανωλάκος είναι κοινωνιολόγος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή