Παρασκηνιακές επαφές για ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση

Παρασκηνιακές επαφές για ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με την κυβέρνηση να θέλει πάση θυσία την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (Q.E.) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), το τελευταίο διάστημα εκτυλίσσονται πυρετώδεις διαβουλεύσεις μεταξύ όλων των αρμόδιων οργανισμών ώστε να βρεθεί λύση στο θέμα του ελληνικού χρέους, που θα ανοίξει την «πόρτα» του Q.E. Κοινός παρονομαστής και για τα δύο ζητήματα, όμως, είναι η Αθήνα να ολοκληρώσει επιτυχώς και γρήγορα τη δεύτερη αξιολόγηση. Χθες, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γ. Στουρνάρας είχαν συνάντηση στην αντιπροεδρία με τη συμμετοχή του κ. Γ. Δραγασάκη. Αμέσως μετά ο υπουργός δήλωσε πως «όλοι μιλούν με όλους, υπάρχουν πολλοί παίκτες που ενδιαφέρονται να βρεθεί λύση (σ.σ. για το θέμα του χρέους) και αυτό μας επιτρέπει να είμαστε αισιόδοξοι». Παράλληλα, υψηλόβαθμος τραπεζικός παράγοντας ανέφερε ότι «υπάρχει πυρετός διαβουλεύσεων στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο, με πρωτοβουλία κυρίως της ΕΚΤ, προκειμένου να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση στο θέμα του χρέους».

Αρμόδια στελέχη του οικονομικού επιτελείου σημείωναν χθες πως από την πλευρά της η Ελλάδα το μόνο που πρέπει να κάνει είναι να ανταποκριθεί πλήρως στις δεσμεύσεις της, όπως αυτές απορρέουν από το μνημόνιο. «Κλειδί είναι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης» όπως υποστήριξε και τραπεζικός παράγοντας μετά τη σύσκεψη στην αντιπροεδρία.

Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα θέλει διακαώς να ενταχθεί η χώρα στο Q.E. της ΕΚΤ. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να κλείσει επιτυχώς η δεύτερη αξιολόγηση και να υπάρξει λύση για το ζήτημα του χρέους. Δεδομένου ότι το θέμα της αξιολόγησης βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια της κυβέρνησης, οι διαβουλεύσεις που λαμβάνουν χώρα αυτή την περίοδο μεταξύ των θεσμών έχουν ως στόχο να βρεθεί ένα πακέτο μέτρων που θα καλύπτει τις απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και ταυτόχρονα δεν θα δημιουργεί «πρόβλημα» στο Βερολίνο, για τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.

Επί του θέματος της συμμετοχής ή μη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε έκανε λόγο για «παρεξήγηση» και ότι δεν προτίθεται καθόλου να συγκρουσθεί με το Ταμείο. «Το ΔΝΤ αμφιβάλλει –και αυτό δεν είναι νέο– ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει αυτά για τα οποία έχει δεσμευθεί και ότι αυτό αρκεί ώστε να βαδίσει η χώρα προς ένα διαρκές μονοπάτι ανάπτυξης. Οι Ελληνες αντίθετα επαναλαμβάνουν: θα τα καταφέρουμε», δήλωσε ο κ. Σόιμπλε. Ερωτηθείς, δε, αν πρόκειται να γίνει ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ο κ. Σόιμπλε απάντησε ότι «θα διεκπεραιώσουμε το τρίτo πρόγραμμα έως το τέλος του 2018 και τότε θα αποφασίσουμε τι είναι ενδεχομένως ακόμα αναγκαίο. Εάν μιλάμε τώρα για ελαφρύνσεις του χρέους, αποδυναμώνεται η διάθεση για μεταρρυθμίσεις. Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος, αλλά η αδυναμία της διοίκησης και η ανεπαρκής ανταγωνιστικότητά της. Αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν». Και για μία ακόμα φορά σημείωσε πως «οι Ελληνες κάνουν πρόοδο, δεν θα πρέπει όμως να πιστέψουν ότι μπορούν να σταματήσουν τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις».

Από την πλευρά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ο κ. Kαλίν Ανεφ Γιάνσε, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του και γενικός γραμματέας του ESM και του EFSF, σε συνέντευξη που έδωσε στη γερμανική εφημερίδα Boersen-Zeitung, δήλωσε ότι «αυτή τη στιγμή επεξεργαζόμαστε τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Δεν μπορώ να πω παρά πολλά γι’ αυτά, επειδή έχουμε ακόμη αρκετή δουλειά μπροστά μας και δεν έχουμε ανακοινώσει κάτι. Είναι μια πολιτική διαδικασία ακόμη και δεν έχει ολοκληρωθεί. Υπάρχουν διαφορετικές προτιμήσεις μεταξύ των μετόχων, τις οποίες πρέπει να λάβουμε υπόψη», όπως εξήγησε.

Σε κάθε περίπτωση, περιέγραψε τις τρεις κατευθυντήριες γραμμές για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, όπως αυτές προκύπτουν από τη σχετική απόφαση του Eurogroup. «Το πρώτο είναι η εξομάλυνση του προφίλ των αποπληρωμών. Η μέση διάρκεια αποπληρωμής είναι σήμερα τα 28 χρόνια. Μπορούμε να την αυξήσουμε στα 32,5 χρόνια» ανέφερε και συμπλήρωσε ότι «δεύτερον, εξετάζουμε μέτρα για να μειωθεί ο κίνδυνος από τα επιτόκια. Και τρίτον, είναι η άρση μιας μεγάλης αύξησης των επιτοκίων το 2017, για ένα μικρό μέρος του ελληνικού χρέους».

Τέλος, ο αρμόδιος κοινοτικός επίτροπος Π. Μοσκοβισί υποστήριξε χθες ότι η υλοποίηση μέτρων για το χρέος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ανακτήσει η ελληνική οικονομία εμπιστοσύνη. Απαντώντας στην επιστολή των 38 ευρωβουλευτών της Προοδευτικής Συμμαχίας στο Ευρωκοινοβούλιο, αναφορικά με την ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και τη στροφή της Ελλάδας σε αναπτυξιακή τροχιά, ο κ. Μοσκοβισί ανέφερε επίσης ότι «δεσμεύεται προσωπικά να στηρίξει την Ελλάδα και τον λαό της, που έχει υποφέρει τόσο πολύ εξαιτίας της κρίσης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή