Αποψη: Αντικατάσταση οικονομικής λογικής με παρωχημένη ιδεολογία

Αποψη: Αντικατάσταση οικονομικής λογικής με παρωχημένη ιδεολογία

6' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​α οικονομικά, ή ορθότερα η πολιτική οικονομία, δεν είναι μία ακριβής επιστήμη. Ακριβώς γιατί είναι μια κοινωνική επιστήμη είναι αδύνατο να υπολογίσει επακριβώς όλες τις παραμέτρους που καθορίζουν την οικονομική εξέλιξη. Ιδιαίτερα σε περιόδους ανωμαλίας και κρίσης, η αδυναμία αυτή κορυφώνεται, εξ ου και η πληθώρα λαθών, εσφαλμένων επιλογών πολιτικής και η αστοχία προβλέψεων αναλυτών και διεθνών οργανισμών. Θα ήμουν ο τελευταίος, λοιπόν, που θα διεκδικούσε το αλάθητο για τις θέσεις και τις πολιτικές που επιλέγω να προωθήσω ως υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης με κάθε επίγνωση της τεράστιας ευθύνης που αναπότρεπτα τις συνοδεύουν.

Από την άποψη αυτή, κάθε κριτική είναι ευπρόσδεκτη, αρκεί να είναι τεκμηριωμένη και στοιχειωδώς καλοπροαίρετη. Δυστυχώς, η προσπάθεια της κ. Μπακογιάννη το περασμένο Σάββατο στην «Καθημερινή» («Η υψηλή φορολόγηση υπονομεύει την ανάπτυξη») να επικρίνει το άρθρο μου της 24/12/2016 στην ίδια εφημερίδα –όπου εξηγούσα γιατί η μείωση της φορολογίας δεν σημαίνει αυτόματα αύξηση επενδύσεων– στερείται της αναγκαίας τεκμηρίωσης, που ούτως ή άλλως επιβάλλει ο θεσμικός της ρόλος ως εκπροσώπου της Ν.Δ.

Συγκεκριμένα, η κ. Μπακογιάννη θεωρεί ότι επιχείρησα να αποσυνδέσω «το επίπεδο της εταιρικής φορολόγησης από τους ρυθμούς ανάπτυξης μιας οικονομίας… επικαλούμενος τη φυσιολογική υποχώρηση των ευρωπαϊκών επενδύσεων σε μία περίοδο αναιμικής ανάπτυξης λόγω της κρίσης (2009-2015)», κάτι που δεν διαφαίνεται από τα διαθέσιμα στοιχεία, μιας και, όπως λέει, «οι διαθέσιμες εμπειρικές μελέτες επιβεβαιώνουν την αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην αύξηση των εταιρικών φορολογικών συντελεστών και στα επίπεδα απασχόλησης και αμοιβών των εργαζομένων», όπως μαρτυρεί έκθεση της Fed για 45 πολιτείες των ΗΠΑ την περίοδο 1970-2010.

Μερικές πρώτες απλές παρατηρήσεις σχετικά με τα παραπάνω:

1. Δεν προσπάθησα να αποσυνδέσω τη μείωση της φορολογίας από την ανάπτυξη, όπως κακώς αντιλήφθηκε η κ. Μπακογιάννη. Αυτό που προσπάθησα να κάνω κατανοητό είναι πως η μείωση της φορολογίας είναι περιορισμένης αποτελεσματικότητας και δεν εγγυάται την αύξηση των επενδύσεων σαν κάποια μαγική συνταγή, όπως την προβάλλει το πρόγραμμα της Ν.Δ.

2. Δεν έχει τίποτα το «φυσιολογικό» η μείωση των επενδύσεων στην Ευρώπη το διάστημα 2009-2015, με τον ίδιο τρόπο που δεν έχει τίποτα το «φυσιολογικό» η κρίση επενδυτικής άπνοιας που ταλανίζει ακόμη και σήμερα την Ε.Ε. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για απλή ύφεση που ήλθε και σε 1-2 χρόνια πέρασε οριστικά δίνοντας νέα δυναμική στην ανάπτυξη των οικονομιών. Αν κανείς δεν προέβλεψε την άφιξη της κρίσης αυτής το 2007-2008 είναι επειδή αυτή δεν ήταν συνηθισμένη και φυσιολογική. Ο λόγος που η κ. Μπακογιάννη και η Ν.Δ εστιάζουν την πολιτική τους στη μείωση της φορολογίας και ισόποσα των κρατικών δαπανών ως σωτήρια λύση στην κρίση της ελληνικής οικονομίας είναι επειδή τη θεωρούν μια απλή, φυσιολογική κρίση του ελληνικού Δημοσίου που αντιμετωπίζεται με το συμβατικό μέσο της μείωσης του μεγέθους του κράτους. Πολιτική που όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες εφάρμοσε μονομερώς η Ν.Δ. επί κ. Σαμαρά με την αγαστή σύμπνοια της τρόικας με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα. Ομως, το δημοσιονομικό σκέλος της κρίσης είναι το σύμπτωμα και όχι η αιτία. Η πραγματική αιτία βρίσκεται στο στρεβλό και παρασιτικό παραγωγικό μοντέλο της χώρας που άνθισε στη σκιά των πελατειακών σχέσεων κράτους – επιχειρήσεων, την κερδοσκοπική μεταστροφή, τη χρηματιστικοποίηση και υπερχρέωση της οικονομίας και τη συνακόλουθη διαπλοκή/διαφθορά και ελλιπή λειτουργία του ανταγωνισμού στις αγορές. Το αναπτυξιακό πρόβλημα της Ελλάδας είναι δομικό-παραγωγικό, όχι δημοσιονομικό, όπως προτάσσουν τρόικα και Ν.Δ. Εξ ου και η διαφορά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που επιχειρεί να αναδιαπραγματευθεί τα πρωτογενή πλεονάσματα και το χρέος ώστε να ελαφρύνει τα χρηματοδοτικά, φορολογικά και άλλα βάρη των επιχειρήσεων και με τη βοήθεια των μεταρρυθμίσεων να ανακάμψει η οικονομία.

3. Οι εμπειρικές μελέτες που επικαλείται η κ. Μπακογιάννη για την αναπτυξιακή σημασία της μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων είναι η εξής μία της Fed που αφορά τις 45 πολιτείες των ΗΠΑ και η οποία ουσιαστικά: (α) διακρίνει θετική συσχέτιση με την αύξηση της απασχόλησης και του εισοδήματος των εργαζομένων, αλλά όχι με την αύξηση του ΑΕΠ (δεν είναι επιτρεπτό να τα συγχέουμε) (β) εξ αρχής τονίζει ότι «βρίσκουμε λίγες ενδείξεις πως η μείωση της εταιρικής φορολογίας επιδρά θετικά στην οικονομική δραστηριότητα, εκτός και εάν εφαρμοστεί στη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης». Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τη μελέτη της Fed, η νέα φορολογική πολιτική της Ν.Δ. είναι παρωχημένη και έπρεπε να είχε εφαρμοστεί την περίοδο 2009-2013 κι όχι σήμερα που η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί και ανακάμπτει και (γ) η μελέτη δηλώνει ρητά πως δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν πως η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων επιδρά πάνω στις επενδύσεις, ενώ παραπέμπει σε άλλη μελέτη η οποία δείχνει πως τα επενδυτικά πλάνα των εισηγμένων στο χρηματιστήριο επιχειρήσεων μένουν ανεπηρέαστα από τη μείωση της εταιρικής φορολογίας. Αυτά όλα, άραγε, τα διάβασε η κ. Μπακογιάννη πριν σπεύσει με απόλυτη βεβαιότητα να δηλώσει ότι, αν και οικονομολόγος, υποκατέστησα την οικονομική λογική με παρωχημένο ιδεολογικό λόγο;

4. Αν πρόσεχε η κ. Μπακογιάννη, το άρθρο μου κατά 40%-50% βασιζόταν σε τεκμηριωμένες διαπιστώσεις ενός κορυφαίου διεθνούς οργανισμού, του ΟΟΣΑ, ο οποίος τονίζει ότι «η ανάλυση δείχνει περιορισμένη ανταπόκριση των επενδύσεων σε χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση», συμπληρώνοντας πως «η φορολογική επιβάρυνση μιας χώρας είναι ένας από τους πολλούς, και δεν είναι πάντα ο πιο σημαντικός παράγοντας που εξετάζεται από τους δυνητικούς επενδυτές, όταν σταθμίζουν τις επενδυτικές τους αποφάσεις». Πολύ περισσότερο, «όταν μια οικονομία προσφέρει πληθώρα ευκαιριών κέρδους από συγκεκριμένες τοποθεσίες (βλ. Ελλάδα), οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορεί δικαιολογημένα να αντισταθούν σε πιέσεις να υιοθετήσουν μια σχετικά χαμηλή φορολογική επιβάρυνση για την προστασία της βάσης των εσόδων τους. Περαιτέρω, ένα υψηλότερο επίπεδο φορολογικής επιβάρυνσης από τη χώρα υποδοχής θα μπορούσε σε γενικές γραμμές να είναι αποδεκτό από τους επενδυτές, εάν η χώρα προσφέρει ελκυστικές συνθήκες επιχειρηματικής δράσης, ένα σταθερό μακροοικονομικό πλαίσιο, ένα σταθερό περιβάλλον φορολογικής πολιτικής, κράτος δικαίου, ένα καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό, την ασφάλεια των κανονισμών και συστήματα αποτελεσματικής προώθησης επενδύσεων». Αυτά, δηλαδή, για τα οποία αγωνίζεται η σημερινή κυβέρνηση και τα πρώτα αποτελέσματα των οποίων βλέπουμε στις τελευταίες θετικές οικονομικές επιδόσεις της χώρας. Μήπως και ο ΟΟΣΑ υποκατέστησε την οικονομική λογική με παρωχημένο ιδεολογικό λόγο;

5. Ανεξάρτητα απ’ όλα τα παραπάνω, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προέκρινε την προσωρινή αύξηση της φορολογίας αντί της περαιτέρω μείωσης των δαπανών για τον απλό λόγο ότι ο πολλαπλασιαστής και άρα το αναπτυξιακό αποτέλεσμα των δημοσίων δαπανών είναι αποδεδειγμένα (βλ. ΟΟΣΑ και Ε.Ε.) υψηλότερα αυτών της μείωσης των φόρων.

Αν πάντως η κ. Μπακογιάννη, ως σκιώδης υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, ενδιαφέρεται να εντρυφήσει στη σχετική διεθνή οικονομική ανάλυση, θα της πρότεινα να μελετήσει, μεταξύ άλλων, το «CEOs are Holding Back on Funding Business Investments, Some Say» του CEO της DB, το «Taxes and the Economy: An Economic Analysis of the Top Tax Rates Since 1945» της Υπηρεσίας Ερευνας του Αμερικανικού Κογκρέσου, όπως βεβαίως σχετικά κείμενα των Robert Hall, Barry Eichengreen, Kevin O’Rourke, Emi Nakamura, John Steinsson, Joseph Stiglitz, Christina Romer, Paul Krugman.

Τέλος, ασφαλώς και υπάρχουν κάποιες κοινές παραδοχές με την κ. Μπακογιάννη όσον αφορά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και το φιλικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον για την προσέλκυση επενδύσεων. Ομως, βασική προϋπόθεση ενός γόνιμου διαλόγου είναι η αναγνώριση της πραγματικότητας. Κάτι που δεν συμβαίνει σε όσα άλλα παραμορφωτικά αναφέρει για την οικονομία στο άρθρο της, διακρίνοντας παντού χάος και καταστροφή σε αντίθεση με τα δεδομένα. Γιατί έτσι επιβεβαιώνει τη ρήση του Αϊνστάιν πως, «αν τα γεγονότα δεν ταιριάζουν με τη θεωρία, άλλαξε τα γεγονότα». Αλλά όπως έλεγε ο Αλντους Χάξλεϊ, «τα γεγονότα δεν παύουν να υπάρχουν επειδή αγνοούνται».

* Ο κ. Δημήτρης Παπαδημητρίου είναι υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή