Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Δύο χρόνια μετά την 23η Ιουλίου 2018 τα συγκλονιστικά και τεκμηριωμένα στοιχεία που αποκαλύπτει η «Κ» αναζωπυρώνουν την αδικαίωτη οργή συγγενών θυμάτων της εκατόμβης στο Μάτι.
ΕΡΕΥΝΕΣ 19.07.2020 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ
Συμπληρώνονται δύο χρόνια από την αποφράδα 23η Ιουλίου 2018, ημέρα εθνικού πένθους, από την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι με την εκατόμβη θυμάτων και ακόμη οι συγγενείς τους, οι άνθρωποι που έζησαν δραματικές ώρες περιμένουν να αποδοθεί Δικαιοσύνη, ως φόρος τιμής στους αδικοχαμένους. Είναι μια έρευνα δύσκολη και φορτισμένη. Η μακρά διαδικασία είναι έως ένα βαθμό αναμενόμενη για τα ελληνικά δεδομένα, κρύβει όμως και έντονο, σκοτεινό παρασκήνιο. Η «Κ» μέσα από δικαστικά έγγραφα και μαρτυρίες αποκαλύπτει πώς αυτά τα δύο χρόνια κάποιοι έχουν προσπαθήσει να βάλουν εμπόδια στη διαδικασία με μοναδικό σκοπό να αποκρύψουν πράξεις και παραλείψεις που οδήγησαν στην τραγωδία.
Την επόμενη κιόλας ημέρα της πυρκαγιάς, η τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου ζητάει από τον τότε προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Ηλία Ζαγοραίο να διερευνήσει «τι συνέβη». Ενα εικοσιτετράωρο αργότερα, τηλεφωνούν από την Εισαγγελία στον αξιωματικό της Πυροσβεστικής Δημήτρη Λιότσιο. Είναι εγγεγραμμένος στη λίστα πραγματογνωμόνων και του ζητούν να αναλάβει την έρευνα για το Μάτι. Εκείνος ξέρει πως είναι μια δύσκολη αποστολή – θεωρεί πως θα πρέπει να αναζητήσει τυχόν ευθύνες ανωτέρων του και οι ισορροπίες θα είναι λεπτές. Δέχεται όμως χωρίς δεύτερη σκέψη.
Ξεκινάει άμεσα, ζητώντας αρχικά διάφορα έγγραφα από το Πυροσβεστικό Σώμα. Κάποιοι δυσανασχετούν, άλλοι όμως αρνούνται ευθέως να συνδράμουν λέγοντάς του πως δεν έχει δικαίωμα να ερευνήσει ερωτήματα πέραν αυτών του διοριστηρίου του. Εκείνος απορεί για το πώς γνωρίζουν αυτή τη λεπτομέρεια. Ο ίδιος, άλλωστε, θεωρεί πως το έγγραφο του διοριστηρίου είναι κάτι τυπικό αλλά γρήγορα επιβεβαιώνει πως το μόνο που του έχει ζητηθεί είναι ένα πόρισμα «για τις επικρατούσες συνθήκες. Καιρικές και περιβαλλοντικές κατά την εκδήλωση της πυρκαγιάς. Ποια ήταν η αρχική εστία και εάν ήταν περισσότερες από μία».
Ο κ. Λιότσιος, γνωρίζοντας πως τα ερωτήματα αυτά είναι στην πραγματικότητα επουσιώδη, απευθύνεται στην Εισαγγελία ζητώντας την άδεια να κάνει μια έρευνα εις βάθος. Εάν δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, τους λέει τότε, δεν έχει κανένα νόημα να συνεχίσει. Ο κ. Ζαγοραίος αποδέχεται το αίτημα και με δική του πρωτοβουλία, του στέλνει την ίδια κιόλας ημέρα (3 Αυγούστου) ένα νέο διοριστήριο, αυτή τη φορά δίνοντάς του το ελεύθερο να διερευνήσει ό,τι θεωρεί εκείνος σημαντικό.
Ο κ. Λιότσιος θα δεχθεί, όπως θα διαβάσετε στη συνέχεια, πολλές πιέσεις, ακόμα και απειλές, αλλά παρ’ όλα αυτά καταθέτει το πρώτο πόρισμα δύο μόλις μήνες μετά την τραγωδία. Την ίδια κιόλας ημέρα όμως μια παραγγελία της τότε Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου έρχεται να βάλει φρένο στην έρευνα. Η κ. Ξένη Δημητρίου ενημερώνει τον κ. Ζαγοραίο πως προτού συνεχίσει πρέπει να έχει ολοκληρωθεί ένα διοικητικό πόρισμα της επιθεωρήτριας Δημόσιας Διοίκησης. Ο χρόνος όμως πιέζει, ιδιαίτερα τον κ. Ζαγοραίο, ο οποίος εκείνο το διάστημα ολοκληρώνει τη θητεία του. Το διοικητικό πόρισμα που έχει ζητηθεί μπορεί να πάρει μήνες για να ολοκληρωθεί (και πράγματι, ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί).
Το κίνητρο πίσω από αυτή την εντολή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή προβληματίζει. Το περιεχόμενο της παραγγελίας διαρρέει και οι αντιδράσεις που ακολουθούν από τον Τύπο αλλά και την τότε αντιπολίτευση οδηγούν την Εισαγγελία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αναδίπλωση. Το έγγραφο και κυρίως η πρόθεσή της, είπε τότε η κ. Δημητρίου, είχαν παρερμηνευθεί.
Η εισαγγελική έρευνα συνεχίζεται αλλά κάποιοι προσπαθούν να υποβαθμίσουν την πραγματογνωμοσύνη του κ. Λιότσιου, θέτοντας ζήτημα ακυρότητάς της με την πρόφαση πως ο ίδιος φέρει τον βαθμό του πυραγού και ως εκ τούτου δεν δύναται να ελέγχει ενέργειες ανωτέρων του στην ιεραρχία του Σώματος. Ανάμεσα σε εκείνους που εγείρουν δημοσίως ερωτήματα για την ισχύ του πορίσματος είναι και η γενική επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης Μαρία Παπασπύρου, η οποία έχει αναλάβει το διοικητικό πόρισμα για τη φονική πυρκαγιά.
Το εισαγγελικό πόρισμα καταλήγει τον Μάρτιο του 2019 σε ποινική δίωξη για 20 κρατικούς και αυτοδιοικητικούς παράγοντες (βάσει νόμου, η έρευνα δεν ήλεγξε πολιτικά πρόσωπα). Το πόρισμα περιγράφει τα λάθη, τις παραλείψεις, την έλλειψη συντονισμού. Οι κατηγορίες όμως είναι σε βαθμό πλημμελήματος.
Τη σκυτάλη παίρνει στη συνέχεια ο ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης. Αναλαμβάνει τις ανακρίσεις για τους υπευθύνους της φονικής πυρκαγιάς με σκοπό να συντάξει τα κατηγορητήρια και να αρχίσουν οι απολογίες. Για τρεις μήνες μελετά τη δικογραφία. Είναι σαφές σε όλους τους εμπλεκομένους πως εξετάζει την υπόθεση εις βάθος προκειμένου να διαπιστώσει ο ίδιος εάν πρέπει να διευρυνθεί ο κατάλογος των κατηγορουμένων ή η λίστα των αδικημάτων εφόσον θεωρεί πως στοιχειοθετείται βαρύτερο αδίκημα.
Καλεί για εξέταση 500 μάρτυρες, ταξιδεύει στην Κόρινθο για να ερευνήσει τι πραγματικά συνέβη εκεί και πώς επηρεάστηκαν οι αποφάσεις για το Μάτι, κάνει έρευνα σε επτά αεροδρόμια για να διαπιστώσει την αλήθεια για τα εναέρια μέσα και σχεδιάζει αιφνιδιαστικές εφόδους σε διάφορους φορείς για να συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία που του λείπουν.
Και εκείνος, όμως, στην πορεία της διαδικασίας συναντά εμπόδια. Πολλές φορές τραγελαφικά – π.χ. όταν σε κάποιες υπηρεσίες τα συστήματα είναι τόσο παλιά που το κλιμάκιο της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος δεν βρίσκει τρόπο να μεταφέρει το περιεχόμενο σε σκληρούς δίσκους. Αλλες φορές όμως συναντά σοβαρές αντιστάσεις: όπως όταν μαθαίνει την ύπαρξη ενός δεύτερου καταγραφικού των επικοινωνιών της Πυροσβεστικής. Το αναζητεί σε έφοδό του στο Συντονιστικό Κέντρο αλλά οι αξιωματικοί αρνούνται να τον βοηθήσουν. «Ποιος είσαι; Θέλουμε ένταλμα», του λένε. «Μα εγώ είμαι το ένταλμα», τους απαντά ο ανακριτής... Υστερα απο τέσσερις ώρες αναμονής εντοπίζει το μικρό δωμάτιο στο ισόγειο από όπου όμως έχουν ξηλώσει το καταγραφικό με την αιτιολογία πως έχει βλάβη (το καταγραφικό βρέθηκε σε μια άλλη τοποθεσία εκτός Πυροσβεστικής και τώρα ερευνάται).
Το σοβαρότερο εμπόδιο όμως επιχειρείται να ορθωθεί τον Σεπτέμβριο του 2019. Ο ανακριτής διαβάζει τυχαία στο Διαδίκτυο πως πρόκειται να αντικατασταθεί από έναν εφέτη ανακριτή. Τα δημοσιεύματα κάνουν λόγο για αναβάθμιση της δικαστικής έρευνας, κάποια άρθρα αφήνουν υπονοούμενα πως ο ανακριτής καθυστερεί και δεν είναι αποτελεσματικός. Για δύο μήνες η διαδικασία ουσιαστικά «παγώνει» μέχρι που η ολομέλεια του Εφετείου συνεδριάζει, απορρίπτει το αίτημα για αντικατάσταση και ο ανακριτής Μαρνέρης παίρνει ξανά το πράσινο φως να συνεχίσει.
Στα μέσα Ιουνίου ολοκληρώνεται η έρευνα του ανακριτή και ζητάει από την εισαγγελία συμπληρωματική δίωξη για το Μάτι. Στο έγγραφο που στέλνει υπάρχουν ενδεικτικά κάποια από τα νέα στοιχεία που έχουν προκύψει στη δικογραφία. Κυρίως υπάρχουν πολλές από τις απαντήσεις για το τι πήγε τόσο λάθος. Ο ανακριτής κρίνει πως όσα έπραξαν συγκεκριμένοι αξιωματικοί πυροσβέστες και υπάλληλοι της Πολιτικής Προστασίας δεν εντάσσονται σε αδικήματα από αμέλεια –δηλαδή πλημμελήματα– αλλά πως στοιχειοθετούν κακουργήματα.
Το πώς ξεκίνησε η πυρκαγιά είναι ήδη γνωστό. Το μεσημέρι της 23ης Ιουλίου ένας 65χρονος ανάβει φωτιά σε οικόπεδο στο Νταού Πεντέλης προκειμένου να κάψει κλαδιά – θεωρώντας πως την έχει σβήσει, φεύγει. Μεταξύ 16.20 και 16.30 εκδηλώνεται η φωτιά. Το αργότερο μέχρι τις 16.41 η φωτιά λαμβάνει διαστάσεις πυρκαγιάς και εξαπλώνεται ταχύτατα. Στις 17.13 υπάρχουν πλέον δυο ισχυρά μέτωπα. Το πρώτο προς την Καλλιτεχνούπολη και το δεύτερο προς τον Νέο Βουτζά.
Η θερμοκρασία είναι ιδιαίτερα υψηλή, η υγρασία πολύ χαμηλή, ενώ πνέουν άνεμοι ισχυροί ιδιαίτερα επικίνδυνοι για την εξάπλωση της πυρκαγιάς. Σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο ανάγλυφο της περιοχής η φωτιά είναι πραγματικά δύσκολη. Είναι όμως επίσης σαφές πως με βάση τα ευρήματα της ανακριτικής διαδικασίας έγιναν μοιραία λάθη και παραλείψεις.
Κατ’ αρχάς εκείνη την ημέρα παρότι οι αρμόδιοι γνωρίζουν πολύ καλά τις ιδιαίτερα δύσκολες καιρικές συνθήκες, δεν υπάρχει εναέρια επιτήρηση από το ΓΕΑ. Εάν υπήρχε, ο εντοπισμός της πυρκαγιάς στην περιοχή Νταού θα ήταν άμεσος. Με την πρώτη βολή που θα έκανε το αεροσκάφος επιτήρησης στο Νταού, θα είχε καλυφθεί και ο χρόνος προετοιμασίας –είκοσι καθοριστικών λεπτών– για τα υπόλοιπα αεροσκάφη που θα λάμβαναν μέρος στην κατάσβεση. Προκύπτει πως υπήρχαν διαθέσιμα τρία αεροσκάφη γι’ αυτή την επιχείρηση αλλά ουδέποτε κλήθηκαν. Αντίστοιχα, ανεκμετάλλευτη έμεινε η νεοσύστατη υπηρεσία των drones που θα μπορούσαν να έχουν δώσει πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο στο συντονιστικό κέντρο της Πυροσβεστικής.
Το δεύτερο σημαντικό λάθος ήταν η απόφαση μεταστάθμευσης των εναέριων μέσων στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Παρότι ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας είχε ενημερώσει το συντονιστικό κέντρο της Πυροσβεστικής από τις 14.27 ότι το αεροδρόμιο της Ελευσίνας θα έβγαινε εκτός ενέργειας λόγω ανέμων, κανείς δεν έλαβε υπ’ όψιν την πληροφορία αυτή με αποτέλεσμα τρία από τα εναέρια να πάρουν εντολή να ανεφοδιαστούν εκεί χωρίς να μπορούν στη συνέχεια να απογειωθούν. Ο ανακριτής τονίζει πως εάν είχαν προσγειωθεί για ανεφοδιασμό σε κάποιο άλλο αεροδρόμιο ή ελικοδρόμιο της ευρύτερης περιοχής, θα υπήρχε η δυνατότητα να επιχειρήσουν τουλάχιστον μία φορά την κρίσιμη χρονική περίοδο.
Το χειρότερο όμως λάθος κατά τον ανακριτή είναι το πώς η ηγεσία της Πυροσβεστικής διαχειρίζεται την πυρκαγιά στα διυλιστήρια της Motor Oil και ειδικότερα τα εναέρια μέσα. Συγκεκριμένα, ενώ από τις 16.46 έχουν ενημέρωση στο συντονιστικό κέντρο από αξιωματικό που πετάει στην περιοχή, πως η φωτιά κοντά στα διυλιστήρια είναι ελεγχόμενη «έρπουσα σε θάμνους», εκείνοι συνεχίζουν τις εκτροπές προς την Κόρινθο, αφήνοντας όμως το Μάτι χωρίς εναέρια. Από τις 17.04 μέχρι και τις 17.30 επιχειρεί στην περιοχή Νταού μόνο ένα ελικόπτερο για την κατάσβεση της πυρκαγιάς, που κάνει από μία ρίψη, σε τρία διαφορετικά σημεία. Ο ανακριτής παραθέτει μια λίστα με 12 αεροσκάφη που θα μπορούσαν και έπρεπε να έχουν επιχειρήσει στο Μάτι από τις 16.41 έως και τις 18.00. Κάποια έχουν σταλεί χωρίς να υπάρχει τελικά ανάγκη στην Κόρινθο, κάποια έχουν καθηλωθεί με υπαιτιότητα της Πυροσβεστικής στην Ελευσίνα και ορισμένα άλλα –όπως τα δύο ελικόπτερα που βρίσκονται στην Πυροσβεστική Υπηρεσία του αεροδρομίου– δεν λαμβάνουν ποτέ εντολή να συνδράμουν.
Λάθη γίνονται επίσης στις αποφάσεις σχετικά με την εκκένωση και τη διάσωση των εγκλωβισμένων στη φωτιά. Συγκεκριμένα, στελέχη της Πυροσβεστικής αλλά και της Περιφέρειας, ενώ γνωρίζουν πλέον την επικινδυνότητα της κατάστασης και παρότι ξέρουν πως δεν θα στείλουν τα εναέρια μέσα που πρέπει, δεν προχωρούν στην απόφαση εκκένωσης της περιοχής την κρίσιμη στιγμή (μεταξύ 17.30 και 17.40), ενώ παράλληλα κανείς δεν δίνει εντολή στα πυροσβεστικά πλοιάρια (τέσσερα στον αριθμό) αλλά και σε σωστικές λέμβους των ΕΜΑΚ να μεταβούν στην περιοχή και να συνδράμουν στη διάσωση όσων είχαν βρει καταφύγιο στη θάλασσα.
Το αίτημα του ανακριτή για συμπληρωματική άσκηση δίωξης απορρίπτεται από την Εισαγγελία Αθηνών. Ενας από τους λόγους που επικαλούνται είναι πως δεν έχουν προκύψει νέα στοιχεία (σύμφωνα όμως με πληροφορίες της «Κ» οι εισαγγελείς ουδέποτε ζήτησαν να εξετάσουν το σύνολο της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί). Το βασικό επιχείρημα πίσω από την απόρριψη είναι πως για τα αδικήματα αυτά απαιτείται δόλος.
Και όμως, η ιστορία που αποκαλύπτει σήμερα η «Κ» δείχνει πως υπήρχε δόλος αλλά και ξεκάθαρη εντολή για συγκάλυψη. Σύμφωνα με τον ίδιο τον πρώην αρχηγό της Πυροσβεστικής, η εντολή αυτή είχε έρθει από την τότε πολιτική ηγεσία...
Οταν ο Δημήτρης Λιότσιος, αξιωματικός της Πυροσβεστικής ανέλαβε να κάνει την έρευνα πραγματογνωμοσύνης για το Μάτι, το βασικό ζητούμενο για εκείνον ήταν η απόδοση Δικαιοσύνης. Εβλεπε όμως και μια ευκαιρία για το Σώμα στο οποίο υπηρετεί εδώ και 24 χρόνια. Μετά τα όσα τραγικά συνέβησαν στην πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου πίστευε πως είχε έρθει η κατάλληλη στιγμή να αναλύσουν τι πήγε στραβά και να διασφαλίσουν ότι τα λάθη που στοίχισαν τόσες ζωές δεν θα επαναληφθούν στην επόμενη μεγάλη φωτιά. Ισως για αυτό τον λόγο δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί τα όσα διαδραματίστηκαν λίγες ημέρες πριν καταθέσει το πρώτο πόρισμα.
Σύμφωνα με πρόσφατη καταγγελία του κ. Λιότσιου στη Δικαιοσύνη, ανώτατα στελέχη του Σώματος του είχαν ζητήσει ευθέως, πολλές φορές, να μην προχωρήσει με την πραγματογνωμοσύνη που είχε αναλάβει. Συγκεκριμένα, ο τότε αρχηγός Βασίλης Ματθαιόπουλος τον απείλησε, τον εκβίασε και του ζήτησε να θάψει στοιχεία και όλα αυτά, ισχυριζόμενος πως έπραττε με εντολή της τότε πολιτικής ηγεσίας.
Οι καταγγελίες που φέρνει στο φως η «Κ» είναι εξαιρετικά σοβαρές, όχι μόνο σε σχέση με το τι πραγματικά συνέβη στο Μάτι και τη δικαστική έρευνα που ακολούθησε, αλλά και για το πώς λειτουργεί παρασκηνιακά ένας ολόκληρος μηχανισμός. Τα όσα διαβάζετε είναι πλήρως επιβεβαιωμένα και αυτό γιατί ο κ. Λιότσιος νιώθοντας την ανάγκη να προστατευθεί, σε μία από τις συναντήσεις με τον τότε αρχηγό πατάει το κουμπί εγγραφής στο κινητό του τηλέφωνο...
Το βράδυ πριν από την επίμαχη συνομιλία, τον καλούν επίμονα από το αρχηγείο για να του μιλήσουν για κάτι σοβαρό. Πράγματι, την επομένη παρουσιάζεται, και εκεί ο τότε αρχηγός ακούγεται να του λέει πως έχει μια πληροφόρηση, για το πόρισμα που ήταν έτοιμος να καταθέσει: «Εγώ κλήθηκα σε ανώτατο επίπεδο και μου λένε, ο κύριος Λιότσιος; Εντάξει (λέω) θα βοηθήσει. Τι θα βοηθήσει; Εδώ καταφέρεται και κάνει κρίσεις ανωτέρων του, με ποιο δικαίωμα; […] Ο κ. Λιότσιος πρέπει να φτιάξει ένα πόρισμα για τη φωτιά και όχι μέσα από το πόρισμα να φαίνεται ποιος φταίει. Κάλεσέ τον και πες του τα. Σε κάλεσα λοιπόν και στα είπα. Για να ξυπνήσεις».
Στην ίδια συνάντηση άλλοτε προσπαθεί να τον καλοπιάσει: «Σε έχω στην άκρη της καρδιάς μου και θα σε στηρίξω γιατί είσαι εξελίξιμος, έχεις τα προσόντα να φτάσεις στην ηγεσία» αλλά βασικά, για τριάντα λεπτά που διαρκεί η συνάντησή τους τον εκβιάζει και τον απειλεί: «Πού πας εσύ να δείξεις ικανότητες με τα θηρία, με 100 νεκρούς. Πού πας ρε;», του λέει. «Εάν γράψεις για ευθύνες των ανωτέρων σου, όλοι θα μαζευτούμε και θα σε σκίσουμε», του ξεκαθαρίζει.
Τον επιπλήττει που ζητάει έγγραφα από τη Ρένα Δούρου, το Δασαρχείο ή από το Σώμα και τον κατηγορεί πως δεν έχει τις κατάλληλες γνώσεις για να αξιολογήσει τι έφταιξε: «Τα βάζεις με το Δασαρχείο; Θα σου ανοίξουν τον κώλο. Θα τα βάλεις με τη Δούρου; Θα σου ανοίξει τα καπούλια. […] Μόλις δούμε ποιοι θα κατηγορηθούμε θα βάλουμε τρεις δικηγόρους […] Και το μεμονωμένο μετά. Δεν είναι απλά τα πράγματα», του λέει, χωρίς όμως να του εξηγεί τι είναι το «μεμονωμένο» που θα συμβεί μετά.
Οταν ο κ. Λιότσιος προσπαθεί να του πει πως το πόρισμά του είναι βασισμένο στα στοιχεία και στα έγγραφα που έχει συλλέξει, ο συνομιλητής του τα απορρίπτει:
Ματθαιόπουλος: Με τι γνώσεις εσύ έχεις να πεις ότι το αυτοκίνητο άργησε;
Λιότσιος: Σύμφωνα με τα χαρτιά που πήρα...
Ματθαιόπουλος: Ποια χαρτιά; Το αποδεικνύεις; Εάν εγώ έχω άλλα χαρτιά από πίσω; Τι κάνουμε. Εγώ απλά στα λέω, έχεις τον χρόνο, κάτσε, συμβουλέψου και βγάλε τον εαυτό σου απέξω, πρώτα να σώσεις τον εαυτό σου.
Οσο για την πραγματογνωμοσύνη που πρέπει να παραδώσει στον εισαγγελέα, του λέει πως δεν χρειάζονται πολλές λεπτομέρειες: «Φτιάχ’ τα απλά και ας σε περάσουν για κουτό. […] Πέντε πραγματάκια: Ανεμοι, καύσιμος ύλη, μείξη πεύκων με σπίτια, δόμηση αναρχική, αυθαίρετη. Με αποτέλεσμα η πυρκαγιά μέσα στη μια ώρα να φύγει. Εγώ δεν σε βάζω ούτε να μπλέξεις ούτε τίποτα, πέντε πραγματάκια γράψε από την εμπειρία σου, αν είναι ελλιπή στοιχεία στα αρ...α σου, τι θα σου πει ο εισαγγελέας; Τίποτα. Αυτά είχα, αυτά βρήκα, αυτά έβαλα. Εάν δε σας κάνουν βάλτε άλλους (σ.σ. πραγματογνώμονες)».
«Ξέρει ο εισαγγελέας τι χαρτιά έχεις ζητήσει;» ρωτάει ο Ματθαιόπουλος. Ο Λιότσιος του εξηγεί πως τα περισσότερα έγγραφα έχουν ήδη κοινοποιηθεί στην εισαγγελία. Τότε ο τέως αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος τον προτρέπει να δει ποια δεν έχουν κοινοποιηθεί και να τα θάψει: «Κοίτα ποια έχουν, ποια δεν έχουν… και θάψ’ τα. Με ηρεμία, δεν χρειάζεται πανικός».
Ματθαιόπουλος: Τι είναι ο εισαγγελέας; Τώρα είναι, αύριο έφυγε. Και θα φύγει ο Ζαγοραίος, θα πάει πιο ψηλά.
Λιότσιος: Το ξέρω, το ξέρω...
Ματθαιόπουλος: Θα έρθει άλλος, ποιος σε είδε, ποιος σε ξέρει, μη το βλέπεις τώρα, Θα μπλέξεις. [...] Μη νομίζεις, πες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει τις εκλογές και έρχεται η Νέα Δημοκρατία...
Λιότσιος: Δεν παίζω εγώ σε αυτό το παιχνίδι…
Ματθαιόπουλος: Εκεί πάλι θα είσαι φαγωμένος 1.000% από τους ιδίους [...] Κάτσε εκεί, πέντε αράδες, πέντε λέξεις και δώσ’ το. Οι εισαγγελείς; Κάποιοι μπορεί να πάρουν την πίτα και εσύ θα πάρεις την π...α. Ετσι είναι το παιχνίδι στην Ελλάδα. Το 2007 στον Πύργο φάγανε και τα λεφτά που είχε μαζέψει ο κόσμος και μοίρασαν και τις αποζημιώσεις μετά εισαγγελείς και δικηγόροι.
Το ίδιο θεωρεί πως θα γίνει και τώρα: «Η φωτιά στην Κινέτα θα στοιχίσει 500 εκατ., η φωτιά στο Μάτι θα πάει 1 δισ., από αυτά τα 100 θα μοιραστούνε, τα 200 θα μοιραστούνε… Πρόσεξε, πρόσεξε».
«Ετσι όπως είναι τώρα, είναι προτιμότερο να ήσουν στη φωτιά παρά με αυτή την υπόθεση που έχεις αναλάβει» του λέει. Το σκεπτικό του τότε αρχηγού είναι πως στην περίπτωση της φωτιάς δεν θα μπορούσε κανείς να του ρίξει κάποια κατηγορία: «Εκανα ό,τι μπορούσα. Ημουν στο Κέντρο παρουσία των υπουργών δεν πήγα (σ.σ. στη φωτιά) γιατί μου είπαν να μην πάω, ό,τι μπορούσα ως άνθρωπος και ως επαγγελματίας πυροσβέστης το έκανα».
Τώρα όμως, τον προειδοποιεί, θα μπλέξει σε μια δικαστική περιπέτεια: «Αυτή η υπόθεση δεν κλείνει. Θα κλείσει σε έξι-επτά χρόνια, κάθε μέρα θα πηγαίνεις το πρωί στο δικαστήριο και μετά στην υπηρεσία. […] Και θα σε παίρνει ο δικηγόρος του Τερζούδη (ο πρ. αρχηγός του Σώματος), μετά θα σε παίρνει ο δικηγόρος του Ματθαιόπουλου και θα στο κάνει το κωλάκι τόσο. Με τι γνώσεις και στοιχεία βγάλατε εσείς αυτό; [...] Μόλις δούμε ποιοι είμαστε στο κατηγορητήριο θα βάλουμε τους δικηγόρους. Εγώ φιλικά στα λέω γιατί σε ξέρω χρόνια και στο είπα και χθες, μη με αναμείξεις πουθενά, τελείως φιλικά, στο είπα 50 φορές συμβουλευτικά να σε σώσω».
Επαναλαμβάνει δύο φορές πως του μιλάει ακολουθώντας εντολές της τότε πολιτικής ηγεσίας και σε κάποιο σημείο διευκρινίζει πως η εντολή για συγκάλυψη ήρθε από «την υπουργό», εννοώντας προφανώς την τότε πολιτική του προϊσταμένη, την υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Ολγα Γεροβασίλη: «Η υπουργός αυτό μου είπε. Κάλεσέ τον και πες του μη γράψει για ευθύνες ανωτέρων και μη γράψει ότι ευθύνεται ο δήμαρχος, η Δούρου, ή κάποια υπηρεσία, ή το Δασαρχείο».
Στην ηχογραφημένη συνομιλία που κατέθεσε στον ανακριτή ο πραγματογνώμονας της Πυροσβεστικής Δημήτρης Λιότσιος, ο τέως αρχηγός του Σώματος Βασίλης Ματθαιόπουλος κάνει λόγο για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» μεταξύ αξιωματικών, με μεθοδεύσεις που θέτουν σε κίνδυνο ζωές και περιουσίες: «Ετσι γίνονται τα παιχνίδια. Ετσι έγιναν πέρυσι τα παιχνίδια με τον Καπέλιο (σ.σ. πρώην αρχηγό του Π.Σ.) και τον Βασιλειάδη (σ.σ. πρώην υπαρχηγό Επιχειρήσεων). Για να καθαρίσει ο Καπέλιος τον Βασιλειάδη τον άφησε και στα Κύθηρα χωρίς εναέρια και στη Μάνη χωρίς εναέρια. Τόσοι είναι οι φάκελοι στους εισαγγελείς του Γυθείου και του Πειραιά... Ετσι παίζεται το παιχνίδι».
Κατά τη διάρκεια της ηχογραφημένης συνομιλίας ο κ. Λιότσιος μιλάει ελάχιστα, ακούγεται συχνά να ξεφυσάει και να αναστενάζει. Κατέθεσε στον ανακριτή πως ένιωθε φόβο και πως γι’ αυτό τον λόγο σε διάφορα σημεία δείχνει πως συμφωνεί, του προτείνει να του δείξει το πόρισμα, ακόμα και να παραιτηθεί από την έρευνα «εάν αυτό βολεύει».
Ο αρχηγός όμως επιμένει να γράψει τα «πέντε πραγματάκια» που του υποδεικνύει και να τελειώνει. Ο κ. Λιότσιος δεν το κάνει. Πριν πάει σε εκείνη τη συνάντηση είχε ήδη ολοκληρώσει την πραγματογνωμοσύνη για το Μάτι. Την είχε τυπώσει σε ένα και μοναδικό αντίτυπο και εκείνο το ίδιο αντίτυπο θα παραδώσει την επομένη της συνομιλίας στον εισαγγελέα χωρίς να αναφερθεί στις συγκεκριμένες απειλές που έχει ηχογραφήσει. Στις 185 σελίδες του πορίσματος γράφει όσα έχει εντοπίσει στην έρευνά του: Τις λάθος ενέργειες των ανωτέρων του στον σχεδιασμό και στο επιχειρησιακό σκέλος αλλά και την έλλειψη επικοινωνίας των εμπλεκόμενων φορέων κατά τη διαχείριση της κρίσης. Σημειώνει επίσης πως υπάρχουν αναντιστοιχίες και λανθασμένα δεδομένα στα όσα έχουν παραδώσει στη Δικαιοσύνη οι εμπλεκόμενοι για το μοιραίο απόγευμα.
Και τα δύο πορίσματά του για το Μάτι και την Κινέτα θα μπουν στη δικογραφία. Στην πορεία θα συνεργαστεί με τους εισαγγελείς αλλά και με τον ανακριτή για διευκρινίσεις και με συμπληρωματικές καταθέσεις. Αποφάσισε τώρα, μετά δύο χρόνια, να καταθέσει στην ανάκριση τη συνομιλία με τον πρώην αρχηγό της Πυροσβεστικής, κατ’ αρχάς για να προστατευθεί (ο ίδιος θεωρεί πως μια απόπειρα δολιοφθοράς στη μηχανή του και η κλοπή της αργότερα, συνδέονται με την υπόθεση) αλλά κυρίως για να μην υπάρχουν πλέον σκιές συγκάλυψης. Θέλει να έρθουν όλα στο φως και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Εις μνήμην...
Ισως όμως το πιο φοβερό από όλα όσα ειπώθηκαν σε αυτή τη συνομιλία είναι η απειλή για το τι θα συμβεί εάν δεν υποκύψει στις πιέσεις: «Εχεις 15 χρόνια, 20 για να πάρεις σύνταξη. Θα έρθει το χαρτάκι από πάνω, χωρίς να το θέλω εγώ, για τη Σάμο, και στην πρώτη φωτιά μην του σηκώνεις και τίποτα».
Δύο μόλις μήνες μετά την τραγωδία στο Μάτι και τους 102 νεκρούς, αυτή η απειλή συγκλονίζει – πως δηλαδή σαν αντίποινα για την έκθεση πραγματογνωμοσύνης, θα βγει μια δυσμενής μετάθεση και στην πρώτη φωτιά κάποιοι δεν θα δώσουν εντολή για να συνδράμουν τα εναέρια μέσα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την απώλεια ανθρώπινων ζωών και περιουσιών.
Αυτό όμως που πραγματικά σοκάρει είναι η κυνική παραδοχή ενός αρχηγού της Πυροσβεστικής πως η απειλή αυτή έχει γίνει πράξη στο παρελθόν: «Ετσι γίνονται τα παιχνίδια. Ετσι έγιναν πέρυσι τα παιχνίδια με τον Καπέλιο (σ.σ. πρώην αρχηγό του Π.Σ.) και τον Βασιλειάδη (σ.σ. πρώην υπαρχηγό Επιχειρήσεων). Για να καθαρίσει ο Καπέλιος τον Βασιλειάδη τον άφησε και στα Κύθηρα χωρίς εναέρια και στη Μάνη χωρίς εναέρια. Τόσοι είναι οι φάκελοι στους εισαγγελείς του Γυθείου και του Πειραιά... Ετσι παίζεται το παιχνίδι».
Ο ηχογραφημένος διάλογος πέραν της πολιτικής σημασίας έχει και άλλες βαρύτατες προεκτάσεις. Για πρώτη φορά ακούγεται τόσο καθαρά η απόπειρα συγκάλυψης, η απαξίωση του ρόλου των εισαγγελικών αρχών, ο κυνισμός αλλά και ο δόλος με τον οποίο έχουν λειτουργήσει ανώτατα στελέχη της Πυροσβεστικής όχι μόνο στο Μάτι αλλά και σε τουλάχιστον άλλες δύο φωτιές στο παρελθόν. Στα Κύθηρα το 2017, όπου η φωτιά έκαψε πάνω από 20.000 στρέμματα αλλά και στη Μάνη το ίδιο καλοκαίρι, όπου η φωτιά είχε μπει σε οικισμούς καταστρέφοντας σπίτια. Και στις δύο πυρκαγιές υπήρχαν καταγγελίες για λανθασμένη διαχείριση των εναέριων μέσων.
Στα Κύθηρα ο δήμαρχος δήλωσε πως καθυστέρησαν να φτάσουν στο νησί και πως σταμάτησαν να επιχειρούν στις 6.30 το απόγευμα. Ενώ στη Μάνη, σύμφωνα με καταγγελίες της αντιπεριφερειάρχου, τα εναέρια είχαν καθυστερήσει και η πρώτη ρίψη νερού πραγματοποιήθηκε στις 7 το απόγευμα, όταν ήδη η φωτιά είχε φτάσει σε οικισμούς.
Κανείς όμως τότε δεν μπορούσε να φανταστεί πως η καθυστέρηση μπορεί να οφειλόταν σε παιχνίδια εξουσίας μεταξύ των ανώτατων στελεχών του Πυροσβεστικού Σώματος. Σύμφωνα πάντα με την ηχογραφημένη συνομιλία του Ματθαιόπουλου (που στη φωτιά στη Μάνη ήταν συντονιστής), ο τότε αρχηγός του σώματος Καπέλιος άφησε χωρίς εναέρια δύο περιοχές για να «φάει» τον Βασιλειάδη, ο οποίος για την ιστορία πράγματι αποστρατεύθηκε στις αμέσως επόμενες τακτικές κρίσεις του 2018. Τη θέση του ως υπαρχηγός Επιχειρήσεων πήρε ο Ματθαιόπουλος, ο οποίος μετά την τραγωδία στο Μάτι έγινε αρχηγός του Σώματος.
Ρεπορτάζ: ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ
Διαβάστε όλη την απομαγνητοφώνηση του ηχητικού εδώ.
Μοντάζ βίντεο: Μυρτώ Λεκατσά
Ευχαριστούμε τους: Up Drones, Χρόνη Τσιχλάκη, Αλεξία Τσαγκάρη και Γιώργο Καλλίγερο για την παραχώρηση των πλάνων.
Για την Kαθημερινή της Κυριακής και το Kathimerini.gr.
19.07.2020