Το χρονικό της κρίσης του ’87

Πώς μια αντιπαράθεση στο Αιγαίο παραλίγο να οδηγήσει την Ελλάδα στο... Σύμφωνο της Βαρσοβίας

14' 18" χρόνος ανάγνωσης

Οι μοναδικές δραματικές ώρες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις των τελευταίων 100 ετών που έφεραν μια απροσδόκητα θριαμβευτική κατάληξη εκτυλίχθηκαν ακριβώς πριν από 35 χρόνια – σαν σήμερα. Στις 27 Μαρτίου 1987, οι Eλληνες υπερέβησαν τον διχασμό που είχε προκαλέσει το νομοσχέδιο του Αντώνη Τρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία. Επικράτησε εθνική ανάταση από το γεγονός ότι η Τουρκία υπάκουσε στο τελεσίγραφο του Ανδρέα Παπανδρέου και ματαίωσε τη δεύτερη έξοδο του ερευνητικού τουρκικού πλοίου «Πίρι Ρέις» (πρώην Σισμίκ). Το γεγονός έχει εγγραφεί στη συλλογική μνήμη ως «νίκη», αλλά λίγοι στην Ελλάδα γνωρίζουν ότι εξίσου ως «νίκη» του Τουργκούτ Οζάλ έχει εγγραφεί στην Τουρκία. Πώς γίνεται οι δύο χώρες να έφτασαν πιο κοντά από ποτέ σε πόλεμο, αλλά να τον απέφυγαν πιστεύοντας η καθεμία ότι υποχώρησε η άλλη;

Τα κοιτάσματα της Θάσου

Η κρίση ουσιαστικά ξεκίνησε όταν η κοινοπραξία που εκμεταλλευόταν τα κοιτάσματα της Θάσου, με επικεφαλής την καναδική Denison, αποφάσισε να προχωρήσει σε γεώτρηση στη θέση Μπάμπουρα, 10 μίλια ανατολικά της Λήμνου, εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων. Η κυβέρνηση έλαβε δραστικά μέτρα για να την αποτρέψει. Τον Φεβρουάριο του 1987 επιχείρησε να αγοράσει αναγκαστικά το ποσοστό της εταιρείας. Σιωπηλή πρόθεση της Αθήνας ήταν να τηρηθεί το πρωτόκολλο της Βέρνης του 1975 μεταξύ ΚαραμανλήΝτεμιρέλ, με το οποίο είχε συμφωνηθεί ότι οι δύο χώρες θα αποφύγουν ενέργειες εκτός των χωρικών υδάτων των 6 μιλίων μέχρι να συμφωνηθεί η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.

Το θέμα έλαβε διαστάσεις γιατί το υπουργείο Εξωτερικών διέδιδε ατύπως ότι η Ελλάδα δεν υποχωρεί από κανένα δικαίωμα, απλώς θα επιλέξει εκείνη τον χρόνο και τον τόπο των ερευνών. Η τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα ερμήνευσε αυτή τη «διαρροή» ως μυστικό σχέδιο των Ελλήνων να «τρυπήσουν» αιφνιδιαστικά στον Μπάμπουρα για να δημιουργήσουν τετελεσμένα στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ετσι, στις 19 Μαρτίου 1987 η Αγκυρα έστειλε το «Πίρι Ρέις» στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου και στη συνέχεια διαμαρτυρήθηκε ότι το ελληνικό Ναυτικό παρενόχλησε το πλοίο. Εν τω μεταξύ, ο Τουργκούτ Οζάλ είχε μεταβεί στο Χιούστον του Τέξας για εγχείρηση καρδιάς.

Ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου απέδιδε την έξοδο του τουρκικού ερευνητικού «Πίρι Ρέις» σε σχέδιο των Αμερικανών.

Στις 25 Μαρτίου, η κατάσταση κλιμακώνεται αφού οι Τούρκοι έχουν αναστατώσει το ΝΑΤΟ με κατηγορίες ότι η Ελλάδα έχει θέσει σε επιφυλακή τις Ενοπλες Δυνάμεις της για να προχωρήσει σε γεώτρηση. Το «Πίρι Ρέις» λαμβάνει άδεια από την Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίου να επιστρέψει στο Αιγαίο και πρώτο εκείνο να πραγματοποιήσει έρευνες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συγκαλεί σύσκεψη στο Καστρί με τη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας Κάρολου Παπούλια και Γιάννη Χαραλαμπόπουλου, όπου αποφασίζεται ότι η Ελλάδα θα αντιδράσει. Στις 26 Μαρτίου η Τουρκία ανακοινώνει ότι το «Πίρι Ρέις» θα πλεύσει στο Αιγαίο την επομένη. Στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας στην Αγκυρα ο πρόεδρος της χώρας Κενάν Εβρέν δηλώνει ότι «η Τουρκία θα προχωρήσει σε έρευνες αν η Ελλάδα κάνει το ίδιο».

Το χρονικό της κρίσης του ’87-1

Την Παρασκευή 27 Μαρτίου, ο Ανδρέας Παπανδρέου συγκαλεί εκτάκτως το υπουργικό συμβούλιο και δηλώνει ότι αν οι Τούρκοι επιχειρήσουν γεώτρηση, η Ελλάδα θα χτυπήσει. Ταυτόχρονα, δίδεται η εντολή να κλείσει η αμερικανική βάση της Νέας Μάκρης και ο Κάρολος Παπούλιας ταξιδεύει στη Σόφια προκειμένου να δοθεί το μήνυμα ότι η Ελλάδα, αν δεχτεί επίθεση, θα αλλάξει Συμμαχία. Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ απέδιδε την έξοδο του «Πίρι Ρέις» σε σχέδιο των Αμερικανών. Ο συνδυασμός συνωμοσιολογίας και πατριωτισμού άγγιξε ευαίσθητες χορδές της κοινής γνώμης. Οι Τούρκοι μετέδωσαν ότι η έξοδος του «Πίρι Ρέις» στόχο έχει να αποτρέψει την Ελλάδα από δημιουργία τετελεσμένων στο Αιγαίο και θα ματαιωθεί αν η Ελλάδα σεβαστεί τη Βέρνη και δεν προχωρήσει σε γεωτρήσεις. Δηλαδή η κάθε χώρα απαιτούσε από την άλλη το ίδιο πράγμα: να μην «τρυπήσει» στον Μπάμπουρα.

Ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Λόρδος Κάριγκτον σήκωσε τα τηλέφωνα και μίλησε και με τις δύο πλευρές. Ο Οζάλ από το Λονδίνο όπου βρισκόταν, καθώς επέστρεφε από το Χιούστον, δήλωσε ότι αποδέχεται τη μεσολάβηση του Λόρδου Κάριγκτον και το «Πίρι Ρέις» ξεμύτισε μεν από τα Δαρδανέλλια, αλλά έπλευσε… παραλιακά εντός των τουρκικών χωρικών υδάτων. Οι Τούρκοι υποδέχτηκαν τον Οζάλ ως νικητή επειδή η Ελλάδα δεν θεμελίωσε μονομερώς δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, όπως η Αγκυρα ανησυχούσε ότι θα έκανε, και οι Ελληνες μνημονεύουμε μέχρι σήμερα την αποφασιστικότητα με την οποία ο Παπανδρέου απαίτησε από τους Τούρκους να ματαιώσουν την πλεύση ενός πλοίου που στόχο είχε να θεμελιώσει πρώτο ένα τουρκικό τετελεσμένο στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Ο Ανδρέας Παπανδρέου χειρίστηκε πράγματι με σθένος μια κρίση που προέκυψε λόγω της υπέρμετρης αμοιβαίας ελληνοτουρκικής καχυποψίας, αλλά είναι γεγονός ότι η ελληνική υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο παραμένει ακαθόριστη επί 50 χρόνια.

«Η Ελλάδα κερδίζει στο Αιγαίο, αλλά χάνει στην Κύπρο»

Ο Αμερικανός αναλυτής Χάρι Ντινέλα, στην αρχή της σταδιοδρομίας του ήταν αξιωματούχος του ΝΑΤΟ και σύνδεσμος με το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού. Προφανώς άντλησε αρκετά στοιχεία από τις συζητήσεις του με τους Ελληνες επιτελείς και απέκτησε τη δυνατότητα να προχωρεί σε εύστοχες αναλύσεις. Λίγους μήνες μετά την ελληνοτουρκική κρίση του Μαρτίου 1987 κλήθηκε να περιγράψει με δύο απόρρητες εκθέσεις του προς το Κέντρο Ανάλυσης και Πληροφοριών του αμερικανικού στρατού στην Ουάσιγκτον, τι πραγματικά συμβαίνει κατά τη γνώμη του στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την ισορροπία ισχύος μεταξύ των δύο χωρών. 

Είναι μάλλον αυτονόητο σε όποιον τις διαβάζει, ότι οι εκθέσεις αυτές, που αποχαρακτηρίστηκαν μόλις το 2013, επηρέασαν και ενδεχομένως εξακολουθούν να επηρεάζουν την αμερικανική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα και την Τουρκία. Η πρώτη έκθεση είναι συνοπτική, αλλά η δεύτερη είναι εξαιρετικά λεπτομερής και αναλύει την ελληνοτουρκική ισορροπία από το 1974 και μετά, ενώ συνδέει ευθέως το Αιγαίο και το Κυπριακό. Η ανάγνωση των εκθέσεων είναι εξαιρετικά απολαυστική και σε στιγμές προκαλεί αμηχανία με τις οξυδερκείς παρατηρήσεις περί ημών και Τούρκων, με τη συνειδητοποίηση του πόσο λίγα έχουν αλλάξει αυτά τα 35 χρόνια (στο μεγαλύτερο μέρος τους οι εκθέσεις θα μπορούσαν να ήταν σημερινές!), αλλά και με την ιδιαίτερα αναπτυγμένη στρατηγική σκέψη του συγγραφέα, που μέσα στις επόμενες δεκαετίες διατέλεσε διδάσκων σε πανεπιστήμια και σύμβουλος σε δεξαμενές σκέψης της Ουάσιγκτον.

Οι απόρρητες εκθέσεις στα «απόνερα» του «Πίρι Ρέις»

Η πρώτη έκθεση, με ημερομηνία 16 Οκτωβρίου 1987, αναφέρει τα εξής:
«Α: Στο Αιγαίο και τη Θράκη υπάρχει μια στρατιωτική ισορροπία ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία.
• Είναι απίθανο η Ελλάδα ή η Τουρκία να πετύχουν κέρδη η μία εναντίον της άλλης στη Θράκη. Στην περίπτωση ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, ακόμα και μικρής διάρκειας, το ενδεχόμενο μαχών με μεγάλες απώλειες και για τις δύο πλευρές σε επίπεδο προσωπικού και εξοπλισμών θα πρέπει να αναμένεται στη Θράκη – με καμία πλευρά να μην κερδίζει κάποιο ουσιαστικό πλεονέκτημα ή έδαφος.
• Η Ελλάδα είναι πιθανό ότι μπορεί να υπερασπίσει και τα έξι κύρια νησιά της στο Αιγαίο, ακόμα και απέναντι σε μία αποφασιστική απόπειρα της Τουρκίας να κατακτήσει ένα από αυτά. Οι απώλειες και για τις δυο πλευρές θα πρέπει να αναμένονται υψηλές.
• Υπάρχει η δυνατότητα για την Τουρκία να κατακτήσει ένα από τα μικρότερα νησιά του Αιγαίου. Ενας πιθανός στόχος θα ήταν το Καστελλόριζο. Η κατάκτηση εδαφών από οποιαδήποτε πλευρά θα καθιστούσε έναν πόλεμο στο Αιγαίο πολύ πιο δύσκολο να οδηγηθεί σε σύντομη λήξη έπειτα από πολιτική παρέμβαση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
• Στο Αιγαίο η Ελλάδα φαίνεται ότι διαθέτει το πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας στον αέρα και τη θάλασσα. Αυτό εν μέρει εξηγεί το ελληνικό θάρρος κατά τη διάρκεια της κρίσης του Μαρτίου 1987.
• Καμία πλευρά δεν θέλει έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο. Ωστόσο, η Ελλάδα, όπως φάνηκε τον Μάρτιο του 1987, είναι σήμερα λιγότερο πιθανό να υποχωρήσει σε μια ενδεχόμενη κατάσταση σύγκρουσης –ειδικά στο Αιγαίο– από όσο ήταν στο παρελθόν.
Οι ΗΠΑ πρέπει να σχεδιάσουν τη στρατιωτική βοήθεια στην Ελλάδα και την Τουρκία με τέτοιο τρόπο ώστε να προσφέρουν εξοπλισμούς που να ενδυναμώνουν τη συνολική αποτελεσματικότητα της κάθε πλευράς απέναντι σε οποιαδήποτε επιβουλή από το Σύμφωνο (της Βαρσοβίας) και την ίδια στιγμή να ενισχύουν την αποτρεπτική δυνατότητα της κάθε πλευράς απέναντι σε επίθεση της άλλης πλευράς.
 
Β: Η Τουρκία διαθέτει –και θα συνεχίσει να διατηρεί– το στρατιωτικό και πολιτικό πλεονέκτημα στην Κύπρο.
• Η Ελλάδα μπορεί να πολεμήσει με την Τουρκία στο Αιγαίο και τη Θράκη, αλλά δεν μπορεί να υπερασπιστεί τη νότια Κύπρο απέναντι σε μια αποφασιστική τουρκική επίθεση.
• Σε περίπτωση πολέμου στην Κύπρο, οι απώλειες και των δύο πλευρών, αλλά ειδικά στη νότια Κύπρο σε επίπεδο ανθρώπων, εξοπλισμών και περιουσιών αναμένεται να είναι μεγάλες.
• Σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου στο Αιγαίο, η πιθανότητα μιας τουρκικής επίθεσης στη νότια Κύπρο θα αυξηθεί δραματικά – ειδικά αν η Τουρκία υποστεί βαριές απώλειες στο Αιγαίο.
• Τα επίπεδα των τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο αντιπροσωπεύουν έναν παράγοντα αυτοσυγκράτησης για την Ελλάδα σε ό,τι αφορά τις σκέψεις για μια ελληνοτουρκική σύγκρουση στο Αιγαίο.
Αναμένεται ότι η στρατιωτική ισορροπία που σήμερα υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία στο Αιγαίο θα αρχίσει να μετακινείται προς όφελος της Τουρκίας μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Εως τα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Τουρκία θα έχει διπλάσια ή και ακόμα περισσότερα αεροσκάφη υψηλών επιδόσεων F-16 από αυτά που διαθέτει η Ελλάδα. Το τουρκικό ναυτικό θα πραγματοποιήσει σημαντικό εκσυγχρονισμό (νέα πλοία) κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Οι ΗΠΑ πρέπει να ενισχύουν στρατιωτικά τις δύο χώρες έτσι ώστε να επιτυγχάνουν την βελτίωση της αμυντικής ικανότητας της καθεμιάς και ταυτόχρονα να αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της αποτροπής ενός πολέμου που η κάθε πλευρά μπορεί να προβάλει στην άλλη.

Η Ελλάδα είναι παρανοϊκή σε ό,τι αφορά την ασφάλεια των νησιών της και της Θράκης. Περισσότερα και πιο αποτελεσματικά αντιαρματικά και αντιαεροπορικά συστήματα θα την κάνουν να αισθάνεται πιο ασφαλής. Η Τουρκία πιθανώς αισθάνεται άβολα με την ικανότητα της Ελληνικής Αεροπορίας να πραγματοποιεί επιχειρήσεις στην τουρκική επικράτεια. Πρόσθετα αντιαεροπορικά συστήματα θα την καθησυχάσουν και θα ενισχύσουν την ελληνική αντίληψη ότι η δική της αποτελεσματικότητα έχει μειωθεί.

Η πιθανότητα ελληνοτουρκικού πολέμου θα μειωθεί αν επιλυθούν οι διαφορές στο Αιγαίο ή αν λυθεί το Κυπριακό. Αυτό δεν θα συμβεί μέσα στην επόμενη δεκαετία. Η Ελλάδα είναι πιο πιθανό να αρχίσει εκείνη εχθροπραξίες κατά της Τουρκίας. Καθώς όμως η Τουρκία θα γίνεται ισχυρότερη η πιθανότητα να αρχίσει η Ελλάδα πρώτη εχθροπραξίες είναι πιθανό να υποχωρήσει».

«Η κάθε χώρα αισθάνεται ότι η Αμερική στηρίζει την άλλη»

Τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη έκθεση, ο Χάρι Ντινέλα υπογράφει μια δεύτερη, εκτενέστερη έκθεση για την ελληνοτουρκική ισορροπία ισχύος. Η «Κ» παραθέτει ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

«Η έκθεση αυτή περιγράφει πώς και γιατί η ισορροπία ισχύος έχει αλλάξει από το 1974 και δείχνει πώς οι δύο πλευρές προετοιμάζονται –ή δεν προετοιμάζονται– για να αντιμετωπίσουν η μία την άλλη στο Αιγαίο και στην Κύπρο».

«Η Ελλάδα, μέσα από τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και τη βελτίωση της άμυνάς της στη Θράκη έχει επιβάλει μια ισορροπία ανάμεσα στην ίδια και την Τουρκία, η οποία θεωρείται γενικά ότι μπορεί να προστατεύσει την ελληνική επικράτεια απέναντι σε κάθε τουρκική απόπειρα να καταλάβει οποιοδήποτε μεγάλο μέρος αυτής. Πιθανότατα η Ελλάδα έχει καλύτερη Αεροπορία από την Τουρκία και μάλλον μπορεί να αναπτύξει –με σύντομη προειδοποίηση– περισσότερες ναυτικές μονάδες στο Αιγαίο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει ακόμα περισσότερο την ισορροπία όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σήμερα. Μέσα σε ένα χρονικό διάστημα όμως –περίπου σε μία δεκαετία– η Τουρκία θα καταστεί στρατιωτικά ισχυρότερη. Θα είναι το αποτέλεσμα ενός συνολικού εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεών της».   

«Φαίνεται ότι η δυνατότητα της Ελλάδας και της Τουρκίας να αντιληφθούν η κάθε μία με διαύγεια τις δυνατότητες της άλλης είναι μάλλον περιορισμένη. Εκείνο που τις περιορίζει είναι οι δυνατότητες συλλογής πληροφοριών που διαθέτουν. Φαίνεται –και αυτό είναι μια εμπεριστατωμένη εικασία– ότι η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν την τάση να υπερεκτιμούν τις δυνατότητες αλλήλων. Αυτό είναι καλό! Λειτουργεί ως παράγοντας συγκράτησης απέναντι στο ενδεχόμενο να πολεμήσουν μεταξύ τους. Γενικά φαίνεται ότι οι ελληνικές πληροφορίες για τις διαθέσεις των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων είναι καλύτερες από τις τουρκικές πληροφορίες για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις».

«Η ελληνοτουρκική ψυχολογία είναι κρίσιμος παράγοντας και πολύ δύσκολος για να αναλυθεί. Οι Τούρκοι έχουν μια μακρά ιστορική εμπειρία συνύπαρξης με τους Ελληνες και δεν εμπιστεύονται τις ελληνικές προθέσεις. Η Αγκυρα πιστεύει ότι η Ελλάδα στοχεύει ενάντια στην Τουρκία από τις αρχές του 19ου αιώνα με την έννοια ότι ίδρυσε πρώτη κράτος εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και από τότε θέτει αλυτρωτικούς στόχους προκειμένου να ενσωματώσει ακόμα περισσότερες περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς στο νέο ελληνικό κράτος. Οι αλυτρωτικές φιλοδοξίες έπαυσαν ως αποτέλεσμα της ήττας στην Ανατολία από τον Ατατούρκ το 1922. Το Κυπριακό είναι ή μπορεί να ιδωθεί ως το τελευταίο κεφάλαιο του “Ανατολικού Ζητήματος”».

«Μια κρίση στην Κύπρο σήμερα που θα οδηγούσε σε μια τουρκική εισβολή στον ελληνικό κυπριακό Νότο θα προκαλούσε σχεδόν σίγουρα έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο στο Αιγαίο. Ωστόσο, σήμερα οι Τούρκοι δεν έχουν λόγο να σκέφτονται μια εισβολή στον κυπριακό Νότο – εκτός αν εμπλακούν σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο στο Αιγαίο. Η πιθανότητα σύγκρουσης στο Αιγαίο είναι μεγαλύτερη σήμερα από αυτήν που ήταν το 1974 εξαιτίας της σχετικής ισορροπίας που επικρατεί μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και της διακηρυχθείσας αποφασιστικότητας της Ελλάδας να διασφαλίσει ότι τα αντιλαμβανόμενα δικαιώματά της στο Αιγαίο δεν θα διακυβευθούν από τα αντιλαμβανόμενα από τους Ελληνες επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας. Και οι δύο πλευρές, εξαιτίας της ισορροπίας που σήμερα επικρατεί, αναγνωρίζουν την ανάγκη να είναι προσεκτικές στο Αιγαίο».
«Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου έχει ενισχύσει την αντίληψη της τουρκικής απειλής, από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 1981. Στην Τουρκία, ο Πρόεδρος [Κενάν] Εβρέν και σε χαμηλότερο βαθμό ο πρωθυπουργός [Τουργκούτ] Οζάλ κρατούν σχετικά χαμηλούς τόνους στην προσέγγισή τους για τα θέματα που χωρίζουν την Αθήνα από την Αγκυρα».

«Από τον Μάρτιο του 1987 ο πρωθυπουργός Παπανδρέου και ο πρωθυπουργός Οζάλ ανταλλάσσουν επιστολές σχετικά με την υφαλοκρηπίδα. Μέχρι σήμερα ο Οζάλ δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί το θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο, όπως ζητεί η Ελλάδα. Αυτή είναι μια μικρή αφετηρία που προέκυψε έπειτα από την κρίση του Μαρτίου του 1987».

«Το ζήτημα που χωρίζει Ελλάδα και Τουρκία και φαίνεται ότι έχει τις περισσότερες πιθανότητες να προκαλέσει μια ελληνοτουρκική σύρραξη είναι η αντίληψη του κάθε κράτους για τα δικαιώματά του στην υφαλοκρηπίδα. Κάθε απόπειρα της Ελλάδας να προχωρήσει σε έρευνες και γεωτρήσεις πέρα από τα χωρικά ύδατα των νησιών της θα συνοδευτεί από αντίστοιχες απόπειρες της Τουρκίας στα διαφιλονικούμενα ύδατα του Αιγαίου. Εάν οι Ελληνες, όπως φάνηκε ότι ήταν έτοιμοι να κάνουν τον Μάρτιο του 1987, αναλάβουν δράση απέναντι σε τουρκικά ερευνητικά πλοία, το αποτέλεσμα θα είναι ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος».

«Οι Ελληνες, κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1987, έκαναν αποφασιστική προσπάθεια να ενημερώνουν τους εκπροσώπους των ΗΠΑ στην Αθήνα για τη σοβαρότητα της κατάστασης και τις πιθανές προεκτάσεις των γεγονότων καθώς αυτά εξελίσσονταν. Φαίνεται ότι οι Ελληνες δεν ήθελαν πόλεμο περισσότερο από όσο ήθελαν οι Τούρκοι. Ωστόσο, οι Ελληνες αντιλήφθηκαν ότι θα μπορούσαν να γίνουν θύματα της δικής τους ρητορικής και προπαγάνδας και να βρεθούν εμπλεκόμενοι σε έναν πόλεμο με την Τουρκία».

«Η Ελλάδα και η Τουρκία, παρότι εκτιμούν τους στόχους των ΗΠΑ στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, συνήθως αισθάνονται ότι η Αμερική δεν δρα δίκαια στις σχέσεις της με την Αθήνα και την Αγκυρα. Η κάθε πλευρά του Αιγαίου αισθάνεται ότι οι ΗΠΑ συντάσσονται συχνότερα με την άλλη πλευρά του Αιγαίου».

«Οι προοπτικές των ΗΠΑ να επιτύχουν την ανανέωση των δικαιωμάτων τους να διατηρούν στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα και στην Τουρκία είναι καλές. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα διατηρήσει ακόμα και μια υποψία στρατιωτικής ισορροπίας απέναντι στην Τουρκία χωρίς μια σημαντική και συνεχιζόμενη αμερικανική βοήθεια. Η Ελλάδα ως αποτέλεσμα της απόφασής της να αποκτήσει 40 F-16 –και με το δικαίωμα να αγοράσει ακόμα 20– δεν έχει την πολυτέλεια να απομακρυνθεί από τις ΗΠΑ και να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότηση των πωλήσεων εξοπλισμού σε ξένες χώρες (FMS Financing), την υποστήριξη που παρέχεται σε κρίσιμους εξοπλισμούς για την αεράμυνα, καθώς και άλλα προγράμματα. Επίσης, η Ελλάδα γνωρίζει ότι η διατήρηση των αμερικανικών βάσεων στο έδαφός της συμβάλλει εμμέσως στην ασφάλειά της απέναντι στην Τουρκία. Μια απόφαση να κλείσουν οι αμερικανικές βάσεις θα έχει ως πιθανότερο αποτέλεσμα να μεταφερθούν στην Τουρκία κάποιες από αυτές, μαζί με ένα ανάλογο ποσοστό αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας το οποίο θα διοχετευόταν στην Ελλάδα».

Το ελληνικό λόμπι

«Οι προφανείς άριστες ελληνοβουλγαρικές σχέσεις σε συνδυασμό με την επίσκεψη του Ελληνα υπουργού Εξωτερικών [Κάρολου] Παπούλια στη Σόφια κατά τη διάρκεια της κρίσης του Μαρτίου καθώς και οι επισκέψεις υψηλού επιπέδου Ελλήνων που ακολούθησαν είναι αιτία έντονης ανησυχίας στην Τουρκία. Η Τουρκία φοβάται την ισχύ του αποκαλούμενου ελληνικού λόμπι στην Αμερική και μάλλον υποψιάζεται ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου οι ΗΠΑ θα υποστηρίξουν την Αθήνα, ιδίως αν η Ουάσιγκτον εκλάβει ότι οι Τούρκοι άρχισαν τον πόλεμο ή ότι με κατάλληλες πράξεις από την πλευρά τους θα μπορούσαν να τον είχαν αποφύγει».

«Ακόμα και αν η αναλογία 7 προς 10 διατηρηθεί στο εγγύς μέλλον, η Τουρκία λόγω του μεγέθους της και λόγω των προσπαθειών της να βελτιώσει την αμυντική βιομηχανία της θα αρχίσει να γίνεται ολοένα και ισχυρότερη από την Ελλάδα τόσο σε επίπεδο συνολικών δυνατοτήτων, όσο και στο σκέλος των δυνάμεων που θα μπορούσε ενδεχομένως να δεσμεύσει σε έναν πόλεμο με την Ελλάδα στο Αιγαίο».

«Χωρίς τις ελληνοτουρκικές αντιπαραθέσεις στο Αιγαίο και στην Κύπρο, είναι πιθανό ότι η Ελλάδα δεν θα αποφάσιζε να ενισχύσει τις δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεών της στον βαθμό που έχουν ενισχυθεί σήμερα. Η βελτίωση της Ελληνικής Αεροπορίας και του Ελληνικού Ναυτικού έχουν ωφελήσει σε σημαντικό βαθμό το ΝΑΤΟ, καθώς υπάρχει σήμερα ένα μεγάλο περιθώριο ευελιξίας σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη αυτών των εξοπλισμών σε περίπτωση που καταστεί απαραίτητο. Ακόμα κι αν σήμερα οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί της Ελλάδας στοχεύουν στην τουρκική απειλή, μπορούν εύκολα να αναπτυχθούν διαφορετικά για την αντιμετώπιση μιας απειλής του Συμφώνου [της Βαρσοβίας] απέναντι στην Ελλάδα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT