Ο Πόλεμος Ιράν – Ιράκ

Η έναρξη της πιο μακράς ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ κρατών στον 20ό αιώνα

7' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα αίτια της έκρηξης του Πολέμου Ιράν – Ιράκ εντοπίζονται αφενός στις χρόνιες συνοριακές διαφορές των δύο χωρών, αφετέρου στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στο Ιράν μετά τα τέλη του 1978. Τα δύο κράτη βρίσκονταν σε διαρκή ανταγωνισμό για δεκαετίες. Είχαν έρθει σε τροχιά σύγκρουσης ιδίως κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970, μέχρι οι δύο πλευρές να έρθουν σε μια –προσωρινή, όπως αποδείχθηκε– συμφωνία το 1975 (με την υπογραφή της Συμφωνίας του Αλγερίου, που ήταν ευνοϊκή για το Ιράν). Επειτα, όταν ανατράπηκε ο Ιρανός σάχης, ο ηγέτης του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος είχε πρόσφατα αναλάβει την εξουσία, διέβλεψε ένα παράθυρο ευκαιρίας: το Ιράν βρισκόταν σε μεγάλη αναταραχή, με τις ένοπλες δυνάμεις του σε αποδιοργάνωση, ενώ είχε απολέσει και τους προνομιακούς του δεσμούς με τη Δύση και ιδίως με τις ΗΠΑ. Αλλά, παρότι αρχικά η ιρακινή ηγεσία είδε με ανακούφιση την ανατροπή του σάχη, πολύ σύντομα ο Σαντάμ ανησύχησε έντονα για τη θέση του και γενικότερα για την ασφάλεια και την ακεραιότητα του Ιράκ. Αιτία, η επικράτηση θεοκρατικού καθεστώτος στο σιιτικό Ιράν και τα κηρύγματα του Ιρανού ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη και ισχυρού άνδρα της χώρας, Ρουχολάχ Χομεϊνί, για «εξαγωγή» της ισλαμικής επανάστασης.

Το καθεστώς του Ιράκ, που βάσιζε την ισχύ του στην υποστήριξη του σουνιτικού ιρακινού πληθυσμού, θεώρησε ότι ο συμπαγής σιιτικός πληθυσμός του κεντρικού και νότιου Ιράκ θα ήταν επιρρεπής στα κηρύγματα του Χομεϊνί, που ευθέως καλούσε σε ανατροπή του ιρακινού καθεστώτος. Ενας σύντομος, νικηφόρος πόλεμος του Ιράκ εναντίον του Ιράν θα παγίωνε την εξουσία του Σαντάμ, θα αποδυνάμωνε το νεοπαγές ισλαμικό καθεστώς της Τεχεράνης και ενδεχομένως θα καθιστούσε το Ιράκ ισχυρότατη περιφερειακή δύναμη. Αν μάλιστα το Ιράκ πετύχαινε αποφασιστική νίκη, θα μπορούσε να προσβλέπει και σε εδαφικά κέρδη και μάλιστα σε περιοχές του Ιράν με πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου (στην περιοχή του Κουζεστάν, όπου διαβιούσε και αραβική μειονότητα). Ενώ θα βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση για να διεκδικήσει την ηγεμονία της ευρύτερης περιοχής πέριξ του Περσικού Κόλπου. Κατ’ ελάχιστον, πάντως, η ιρακινή ηγεσία προσέβλεπε στον πλήρη έλεγχο και προσάρτηση του Σατ αλ Αράμπ, της υδάτινης διόδου που σχηματιζόταν στη συμβολή των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη λίγο πριν από την εκβολή τους στον Περσικό Κόλπο.

Ο Πόλεμος Ιράν – Ιράκ-1
 Οι κάτοικοι εγκαταλείπουν την ιρακινή πόλη Βασόρα που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Πολύνεκρες μάχες χαρακωμάτων και συνεχείς βομβαρδισμοί αμάχων

Επειτα από μήνες εντάσεων, μεθοριακών επεισοδίων και μυστικών πολεμικών προπαρασκευών σε Βαγδάτη (κυρίως) αλλά και Τεχεράνη, η κρίση κλιμακώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1980. Ιράκ και Ιράν διακήρυξαν ότι η συνθήκη του Αλγερίου ήταν πλέον άκυρη, ενώ στις 22 Σεπτεμβρίου οι ιρακινές δυνάμεις εισέβαλαν στο Ιράν. Ετσι, ξέσπασε ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ, που έμελλε να είναι ο πιο μακροχρόνιος πόλεμος μεταξύ κρατών –και όχι με εμπλοκή ανταρτών– του 20ού αιώνα (και ένας από τους πιο πολύνεκρους). Εκμεταλλευόμενες την υπονόμευση της μαχητικής ικανότητας και του ηθικού των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων μετά την Ιρανική Επανάσταση, οι ιρακινές χερσαίες δυνάμεις προέλασαν στο ιρανικό έδαφος. Πρώτη παρενέργεια του πολέμου ήταν η περαιτέρω αύξηση της τιμής του πετρελαίου, που είχε ήδη εκτοξευθεί λόγω της πτώσης του σάχη και των εξελίξεων στο Ιράν το 1979. Σύντομα, η προέλαση των ιρακινών στρατευμάτων ανακόπηκε και τότε το Ιράκ εξαπέλυσε τα πρώτα κύματα πυραυλικών επιθέσεων εναντίον πόλεων του Ιράν, ώστε να τρομοκρατήσει τον άμαχο πληθυσμό και να εξαναγκάσει το Ιράν σε συνθηκολόγηση.

Ομως, το Ιράν όχι μόνο προέβη σε ανάλογα αντίποινα εναντίον των ιρακινών πόλεων, αλλά το 1981 αντεπιτέθηκε και τον επόμενο χρόνο ανακατέλαβε τα εδάφη του, αποκόπτοντας μάλιστα το Ιράκ από την πρόσβαση στον Περσικό Κόλπο. Το καθεστώς του Χομεϊνί είχε καταφέρει να συσπειρώσει τον ιρανικό λαό και να παγιώσει την εξουσία του, αλλά και να εμφυσήσει θρησκευτικό φανατισμό σε πλατιές μάζες νεαρών ανδρών (ακόμη και παιδιών) που το επόμενο διάστημα εστάλησαν κατά κύματα σε πολύνεκρες επιθέσεις εναντίον των ιρακινών δυνάμεων.

Ο Πόλεμος Ιράν – Ιράκ-2
Οκτώβριος 1980. Τάνκερ εγκλωβισμένο στον Περσικό Κόλπο. Ο πόλεμος προκάλεσε μεγάλη ανασφάλεια όσον αφορά τη μεταφορά πετρελαίου. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Ενώ στα μέσα του 1982 το Ιράκ και προσωπικά ο Σαντάμ διακήρυξαν την ετοιμότητά τους να αποδεχθούν τη λήξη των εχθροπραξιών στη βάση της επαναφοράς του προηγούμενου status quo, ο Χομεϊνί και οι σκληροπυρηνικοί συνεργάτες του διακήρυξαν ότι στόχος ήταν η ανατροπή του Σαντάμ και η κατάληψη της Βαγδάτης: αυτός ήταν ένας πόλεμος μεταξύ πιστών και απίστων, μεταξύ των ισλαμιστών του Ιράν και του κοσμικού καθεστώτος του κόμματος Μπάαθ του Ιράκ.

Η επιμονή αυτή του ιρανικού καθεστώτος για πλήρη επικράτηση οδήγησε στη συνέχιση του πολέμου για ακόμη έξι έτη. Το Ιράκ, αποδεχόμενο ότι δεν μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο, προετοιμάστηκε για την οχύρωση της μεθορίου και την υπεράσπιση της επικράτειάς του, ενώ το Ιράν εξαπέλυσε σειρά επιθέσεων κατά μήκος των συνόρων. Οι επιθέσεις εκείνες σε μεγάλο βαθμό βασίζονταν στην τακτική της εξαπόλυσης μετωπικών επιθέσεων κατά «ανθρώπινα κύματα» εναντίον των ιρακινών γραμμών. Εκείνες οι επιθέσεις απέφεραν πολύ περιορισμένα εδαφικά κέρδη στο Ιράν κατά το διάστημα 1982-84, προκαλώντας σοβαρές ανθρώπινες αλλά και υλικές απώλειες στους Ιρανούς (φθείροντας πάντως και τις ιρακινές δυνάμεις).
Από το 1984 και έως τη λήξη του πολέμου, το 1988, κανένα μέρος δεν σημείωσε αποφασιστικές στρατιωτικές επιτυχίες. Οι δυνάμεις τους αποδύθηκαν σε έναν στατικό αγώνα φθοράς ανάλογο με τον πόλεμο των χαρακωμάτων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς και, πλέον, στον συστηματικό βομβαρδισμό των αστικών κέντρων του αντιπάλου με στόχο την τρομοκράτηση του αντίπαλου άμαχου πληθυσμού («πόλεμος των πόλεων»). Σε αυτές τις επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκαν αεροσκάφη όσο και –ιδίως από την πλευρά του Ιράκ– πύραυλοι εδάφους-εδάφους. Επίσης, τόσο η Βαγδάτη όσο και η Τεχεράνη προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το Κουρδικό προς όφελός τους, ενισχύοντας οι μεν Ιρακινοί τους Κούρδους του Ιράν, οι δε Ιρανοί τους Κούρδους του Ιράκ στον αγώνα τους για αυτονομία. Αυτή η πολιτική εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους για αμφότερες τις πλευρές.
Εξίσου καταστρεπτική για τα συμφέροντα τόσο του Ιράκ όσο και του Ιράν υπήρξε η απόφασή τους να πλήττουν τα δεξαμενόπλοια του αντιπάλου και γενικότερα να δυσχεράνουν την κίνηση δεξαμενοπλοίων στον Περσικό Κόλπο, σε μια απόπειρα να υπονομεύσουν την οικονομία του αντιπάλου. Γενικότερα, οι εξαγωγές αμφοτέρων των εμπολέμων παρουσίασαν καθίζηση, ενώ ο πληθωρισμός εξανέμισε εισοδήματα και αποταμιεύσεις.

Ο Πόλεμος Ιράν – Ιράκ-3
Ιρακινοί στρατιώτες εγκαταλείπουν τα τεθωρακισμένα οχήματά τους καθώς βομβαρδίζονται από την ιρανική αεροπορία. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Ανάμειξη των ξένων δυνάμεων με παροχή οπλικών συστημάτων 

Σύντομα, στον πόλεμο αναμείχθηκαν εμμέσως τόσο οι υπερδυνάμεις και τα ισχυρότερα δυτικοευρωπαϊκά κράτη όσο και πολλά κράτη της Μέσης Ανατολής. Η Σοβιετική Ενωση συνέχιζε να εξοπλίζει το Ιράκ με οπλικά συστήματα, καθώς από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 οι δύο χώρες διατηρούσαν στενές σχέσεις. Επίσης, πολύ σύντομα, ιδίως μετά το 1982-83 και τις ιρανικές στρατιωτικές επιτυχίες, και η Δύση σε γενικές γραμμές βοήθησε ποικιλοτρόπως το Ιράκ. Η Γαλλία πούλησε οπλικά συστήματα στο Ιράκ σε μεγάλους αριθμούς και ανέπτυξε μαζί του πολυεπίπεδη συνεργασία σε εμπορικό και τεχνικό επίπεδο. Αλλά και οι ΗΠΑ και η Δυτική Γερμανία προμήθευσαν το Ιράκ με εξοπλισμό και υλικά που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άμεσα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις ή να υποστηρίξουν έμμεσα την ιρακινή πολεμική προσπάθεια. Μεταξύ άλλων προμήθευσαν το καθεστώς του Σαντάμ με τα μέσα για την παρασκευή χημικών όπλων (το Ιράκ έκανε χρήση χημικών όπλων τόσο εναντίον του Ιράν όσο και εναντίον Κούρδων αντικαθεστωτικών). Επίσης, σε μεταγενέστερο στάδιο οι ΗΠΑ παρείχαν στο Ιράκ ενημέρωση για τη διάταξη των ιρανικών δυνάμεων και παρενοχλούσαν τις κινήσεις των ιρανικών πλοίων στον Περσικό Κόλπο. 

Ο Πόλεμος Ιράν – Ιράκ-4
23.9.1980. Ο ακήρυκτος πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ, πρώτο θέμα στην «Κ». Τελικά η σύγκρουση κράτησε οκτώ χρόνια.

Σε γενικές γραμμές η Δύση δεν επιθυμούσε να επικρατήσει το επαναστατικό Ιράν για να αποφευχθεί ο κίνδυνος υπονόμευσης των φιλοδυτικών καθεστώτων της Μέσης Ανατολής και ελέγχου των κοιτασμάτων του Κόλπου από το Ιράν ή/και φιλικά σε αυτό καθεστώτα. Ανάλογη ήταν η στάση των συντηρητικών καθεστώτων της αραβικής χερσονήσου και του Περσικού Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), τα οποία, μαζί με την Αίγυπτο και την Ιορδανία, ενίσχυσαν ποικιλοτρόπως το Ιράκ. Αλλωστε, ο πόλεμος και οι διακηρύξεις του Χομεϊνί είχαν ενισχύσει το σχίσμα μεταξύ σιιτών και σουνιτών, αλλά και μεταξύ Αράβων και Περσών. Μόνο το καθεστώς Μπάαθ της Συρίας του Ασαντ (που όμως ελεγχόταν από τους αλεβίτες σιίτες και είχε αναπτύξει έναν έντονο ανταγωνισμό με το ιρακινό Μπάαθ) τάχθηκε με το Ιράν – σύμπλευση που διαρκεί έως τις μέρες μας. Επίσης, σε κάποιο βαθμό και η Λιβύη του Καντάφι υποστήριξε το Ιράν. 

Από την άλλη, πάντως, σε μια περίπτωση το Ιράν έλαβε υπογείως στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ (κατά τη διάρκεια της υπόθεσης/σκανδάλου «Ιράν – Κόντρας»), ενώ πιθανότατα υπήρξε μυστική συνεργασία και μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, όταν το 1981 οι Ισραηλινοί έπληξαν με χειρουργικό αεροπορικό πλήγμα έναν ιρακινό πυρηνικό αντιδραστήρα. 

Ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ ήταν μια εξαιρετικά σκληρή σύγκρουση, καθώς από την έκβασή του εξαρτώντο όχι μόνο η συνοριακή διαρρύθμιση των δύο χωρών και η κατοχή πλούσιων σε πετρέλαιο περιοχών, αλλά κυρίως η επιβίωση (ή μη) των καθεστώτων τους. Τελικά, έπειτα από οκτώ έτη συνεχιζόμενης αιματοχυσίας και οικονομικής αιμορραγίας, συμφωνήθηκαν τον Αύγουστο του 1988, κατόπιν μεσολάβησης του ΟΗΕ, η σύναψη ανακωχής και η παύση των εχθροπραξιών. Δεν συνάφθηκε άμεσα συνθήκη ειρήνης (αυτή συνομολογήθηκε δύο έτη μετά, τον Αύγουστο του 1990), δεν υπήρξαν εδαφικές μεταβολές και δεν δόθηκαν πολεμικές αποζημιώσεις. Το Ιράν είχε υποστεί μεγαλύτερες απώλειες, αλλά είχε και σημαντικά μεγαλύτερο πληθυσμό. Το ισλαμικό καθεστώς παγιώθηκε οριστικά στο εσωτερικό, αλλά αποτράπηκε τυχόν «εξαγωγή» της ισλαμικής επανάστασης. Τόσο η ιρανική όσο και η ιρακινή οικονομία υπέστησαν βαρύτατο πλήγμα και το βιοτικό επίπεδο αμφοτέρων των λαών επιδεινώθηκε σημαντικά. 
 
Ο κ. Διονύσης Χουρχούλης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. 

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή