Τον Σεπτέμβριο του 1980, οι ιρακινές δυνάμεις εισέβαλαν στο γειτονικό Ιράν, ξεκινώντας έναν πόλεμο, ο οποίος μέχρι τότε παρέμενε «ακήρυχτος», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο πρωτοσέλιδό της η «Καθημερινή» της 23ης Σεπτεμβρίου. Τροφοδοτούμενη από εδαφικές, θρησκευτικές και πολιτικές διαμάχες μεταξύ των δύο εθνών, η σύγκρουση κατέληξε σε ουσιαστικό αδιέξοδο και σε κατάπαυση του πυρός σχεδόν οκτώ χρόνια αργότερα, στη διάρκεια των οποίων έχασαν τη ζωή τους πάνω από μισό εκατομμύριο στρατιώτες και πολίτες.
Οι εντάσεις μεταξύ του Ιράν και του Ιράκ είχαν ξεκινήσει σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση του βασιλείου του Ιράκ, το 1921, στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι τη δεκαετία του 1970, μια διαρκής πηγή σύγκρουσης ήταν ο έλεγχος του Σατ αλ-Αράμπ, της πλωτής οδού που σχηματίστηκε από τη συμβολή των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, το νότιο άκρο των οποίων αποτελεί σύνορο μεταξύ των δύο εθνών. Το 1975, υπογράφτηκε η Συμφωνία του Αλγερίου, σύμφωνα με την οποία μειώθηκε ο έλεγχος του Ιράκ στην πλωτή οδό, με αντάλλαγμα την απόσυρση της ιρανικής υποστήριξης για μια κουρδική εξέγερση στο βόρειο τμήμα του Ιράκ.
Σημείο καμπής υπήρξε η Ιρανική Επανάσταση, τη διετία 1978-1979, η οποία ανέτρεψε τη φιλοδυτική κυβέρνηση του σάχη Μοχάμεντ Ρέζα Παλάβι υπέρ ενός φονταμενταλιστικού καθεστώτος υπό την ηγεσία του σιίτη μουσουλμάνου κληρικού Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί. Ο Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος έγινε πρόεδρος του Ιράκ τον Ιούλιο του 1979, βασιζόταν στην υποστήριξη του σουνιτικού μουσουλμανικού πληθυσμού της χώρας του και φοβόταν την επέκταση της επανάστασης στο Ιράκ, όπου επικρατούσαν σιίτες. Παράλληλα, προσπάθησε να ανατρέψει τις συνοριακές συμφωνίες του 1975 και να επαναφέρει τον έλεγχο και στις δύο πλευρές του Σατ αλ-Αράμπ, καθώς αποτελούσε το μοναδικό σημείο πρόσβασης του Ιράκ στον Περσικό Κόλπο.
Λόγω της εξασθένησης του ιρανικού στρατού στον απόηχο της επανάστασης, ο Σαντάμ Χουσεΐν αποφάσισε να εξαπολύσει οργανωμένη επίθεση εναντίον του Ιράν. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1980, οι ιρακινές δυνάμεις πραγματοποίησαν αεροπορικές επιδρομές σε ιρανικές αεροπορικές βάσεις. Η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα έκρυθμη, με τους Αμερικανούς να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, καθώς θα μπορούσαν να μεταβάλουν τις ισορροπίες στον ψυχροπολεμικό χάρτη. Όπως τονίζεται στο σχετικό άρθρο της «Καθημερινής», «η έξαρση των εχθροπραξιών μεταξύ των δύο μουσουλμανικών χωρών ανησυχεί τις αμερικανικές αρχές», καθώς ανάμεσα σε άλλα υπήρχε ο φόβος μήπως «η Σοβιετική Ένωση δελεασθεί να επωφεληθεί από ενδεχόμενη κατάρρευση της περσικής άμυνας, για να προβεί, μετά το Αφγανιστάν, σε νέα διείσδυση προς την κατεύθυνση του Περσικού Κόλπου». Σύμφωνα με αναλυτές, «η θέση της Σοβιετικής Ένωσης είναι λεπτή, επειδή δεν θέλει να προκαλέσει την οργή των Περσών με τους οποίους, την περασμένη εβδομάδα, είχε εμπορικές συνομιλίες». Τις ανησυχίες του για την διεθνή ειρήνη εξέφρασε ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Κουρτ Βαλντχάιμ, ο οποίος ζήτησε «από το Συμβούλιο Ασφαλείας να αρχίσει επειγόντως διαβουλεύσεις σχετικά με την ρήξη Περσίας-Ιράκ».
Η εισβολή ήταν αρχικά επιτυχής. «Καίγονται τα πετρέλαια του Αμπαντάν, καθώς οι Ιρακινοί προελαύνουν», γράφει στο πρωτοσέλιδό της η «Καθημερινή» στις 24 Σεπτεμβρίου 1980. Η κλιμάκωση ήταν γρήγορη, με το Ιράκ να αποσπά εδαφικά κέρδη μέχρι τον Νοέμβριο. Ωστόσο, η ιρακινή προέλαση θα σταματούσε σύντομα μπροστά στη σκληρή ιρανική αντίσταση, η οποία ενισχύθηκε από την δράση της επαναστατικής πολιτοφυλακής εκτός των τακτικών ενόπλων δυνάμεων. Το 1981, το Ιράν ξεκίνησε την αντεπίθεση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα, μέσα στο 1982, να οδηγηθούν οι ιρακινές δυνάμεις στις προπολεμικές συνοριακές γραμμές. Παρ’ όλα αυτά, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν, αφού επιθυμία πλέον της ιρανικής πλευράς ήταν η ανατροπή του Χουσεΐν. Τον Ιούλιο του 1982, το Ιράν εισέβαλε στο ιρακινό έδαφος σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια -η πρώτη από τις πολλές- να αποκτήσει τον έλεγχο της Βασόρας. Η κρίση θα συνεχιζόταν και μέσα στα επόμενα χρόνια, μέχρι και τον Ιούλιο του 1988, όταν τα δύο έθνη συμφώνησαν να αποδεχτούν μια κατάπαυση του πυρός με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών βάσει της απόφασης 598 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ο πόλεμος έληξε επίσημα στις 20 Αυγούστου 1988.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης