Το αποτέλεσμα των εκλογών της 1ης Νοεμβρίου 1920 προκάλεσε μεγάλη έκπληξη εντός και εκτός Ελλάδας. Ο ηγέτης του Κόμματος Φιλελευθέρων Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν βέβαιος πως, χάρη στις επιτυχίες του στο πεδίο της διπλωματίας («Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» με τη Συνθήκη των Σεβρών) θα κέρδιζε εύκολα τις εκλογές. Την ίδια άποψη φαίνεται πως είχαν οι στενοί του συνεργάτες, καθώς και η πλειονότητα των Ευρωπαίων. Αιτίες της ήττας του Βενιζέλου δεν ήταν μόνο η κόπωση από τη δεκαετή σχεδόν συνεχή πολεμική δραστηριότητα· ήταν επίσης η δυσαρέσκεια μεγάλου μέρους των Ελλήνων από την εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης Βενιζέλου (κατάσταση πολιορκίας, προληπτική λογοκρισία κ.λπ.) και την επιθυμία τους να δουν την επιστροφή του Κωνσταντίνου Α ́.
Μόλις έγινε εμφανές ότι το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν αρνητικό για τους Φιλελεύθερους, ο Βενιζέλος, ο οποίος δεν κατάφερε καν να εκλεγεί βουλευτής Αττικοβοιωτίας, αποφάσισε να αναχωρήσει στο εξωτερικό εγκαταλείποντας την χώρα και την πολιτική. Την ηγεσία των Φιλελευθέρων ανέλαβε ο στρατηγός Παναγιώτης Δαγκλής, ένας εκ της Τριανδρίας της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας της Θεσσαλονίκης. Ο Βενιζέλος, οι δύο γιοι του και μερικοί στενοί συνεργάτες του επιβιβάστηκαν στη θαλαμηγό «Νάρκισσος», την οποία είχε μισθώσει η δεύτερη σύζυγός του, Έλενα Σκυλίτση, με προορισμό το εξωτερικό. Ο ιδρυτής και διευθυντής της «Καθημερινής» Γεώργιος Βλάχος, σταθερά τασσόμενος στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο, έσπευσε να «αποχαιρετίσει» τον Βενιζέλο στο κύριο άρθρο της 3ης Νοεμβρίου 1920.
«Όταν αύριον θα φεύγης από την Ελλάδα, την «Μεγάλη Ελλάδα», θα κινήσης ίσως με πικρίαν την κεφαλήν, και θα σκεφθής ότι “ο λαός είνε αγνώμων”. […] Και θα έχης άδικον. […] Τώρα, εις το καλό. Μετά σε, όλα θα είνε καλά, όλα θα λησμονηθούν, όλα θα περάσουν. Βιάσου μόνον· βιαζόμεθα ν’ αρχίσωμεν ν’ αγαπώμεν την Πατρίδα μας. Και εκκένωσε τον οίκον σου τον ιστορικόν. Εκεί, μίαν από τας καλάς ημέρας που έρχονται, θ’ αναρριχηθούν σιγανοτραγουδούντες κάποιον απηγορευμένον ύμνον εργάται Έλληνες, διά να εντοιχίσουν μίαν πλάκα, της οποίας το κείμενον δεν έχει ψηφίση μία αγέλη βλακών, αλλά θα έχη γράψει ο λαός των Ελλήνων: “Εδώ εστάθη ο Ελευθέριος Βενιζέλος και εστάθη μαζί του η ζωή του Ελληνικού λαού. Έφυγε και ο Ελληνικός λαός εσυνέχισε την ζωήν του…”».
Στις 4 Νοεμβρίου, την ημέρα αναχώρησης του Βενιζέλου, σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον γηραιό Δημήτριο Ράλλη. Πραγματικός αρχηγός ήταν, όμως, ο Δημήτριος Γούναρης, ο οποίος ανέλαβε το υπουργείο Στρατιωτικών. Πάγιο αίτημα των υποστηρικτών της νέας κυβέρνησης ήταν η επιστροφή του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα. Όπως μετέδωσε η «Καθημερινή» της 5ης Νοεμβρίου, χιλιάδες κόσμου διαδήλωσε υπέρ της επιστροφής του.
Η κυβέρνηση Ράλλη προκήρυξε τη διενέργεια δημοψηφίσματος στις 22 Νοεμβρίου με διακύβευμα την επάνοδο ή όχι του Κωνσταντίνου. «Σήμερον έφθασεν η στιγμή να εκπληρωθή η υπόσχεσις. Ο λαός ερωτάται αν εμμένη εις την απόφασιν της επαναφοράς του Βασιλέως του. Και ο λαός θ’ αποκριθή. Και η απόκρισίς του, θα φέρη τον Βασιλέα. Διότι ο Βασιλεύς ΘΑ ΕΛΘΗ», έγραψε στο πρωτοσέλιδό της η «Καθημερινή» την ημέρα του δημοψηφίσματος. Το αποτέλεσμα της κάλπης ήταν ξεκάθαρο. Ο ελληνικός λαός αποφάσισε με ποσοστό 99% την επάνοδο του Κωνσταντίνου Α ́ στην Ελλάδα. Επρόκειτο προφανώς για ένα νόθο δημοψήφισμα. Οι υπεύθυνοι της διεξαγωγής του έδειξαν τέτοιο υπερβάλλοντα ζήλο στην νόθευση του αποτελέσματος, ώστε ανακοίνωσαν πως ο αριθμός των ψηφοφόρων ήταν κατά 30% υψηλότερος από τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου, γεγονός το οποίο προϋπέθετε τη συμμετοχή και των ψηφοφόρων των Φιλελευθέρων, οι οποίοι είχαν δηλώσει ότι θα απείχαν.
Ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Αθήνα στις 6 Δεκεμβρίου 1920. «Έφυγε διά του δρόμου της βίας. Και επανέρχεται διά του δρόμου της ειρήνης. Φύλλα δάφνης και κλώνοι ελαίας επί της οδού Του. Και εκατέρωθέν της, χαίρων και δεόμενος και ανευφημών, εις ολόκληρος λαός μαχητών – των μαχητών, οι οποίοι ηγωνίσθησαν, επεκράτησαν και επανέφεραν τον Βασιλέα των. Τόσοι Βασιλείς εθριάμβευσαν θριάμβους και τόσους εθριάμβευσε θριάμβους ο Βασιλεύς. Αλλ’ ουδείς Βασιλεύς εθριάμβευσε και ουδείς θρίαμβος ωμοίασε τον σημερινόν θρίαμβον του σήμερον εχομένου Βασιλέως», έγραψε στο κύριο άρθρο της η «Καθημερινή» στις 6 Δεκεμβρίου.
Την επόμενη ημέρα η εφημερίδα φρόντισε να παραθέσει αναλυτική περιγραφή των όσων πραγματοποιήθηκαν κατά την έλευση του Κωνσταντίνου στην Αθήνα. Η ατμόσφαιρα ήταν πανηγυρική και ο Κωνσταντίνος αποθεώθηκε από το πλήθος, το οποίο προσέτρεξε να τον υποδεχθεί. «Ο κόσμος συνωθείται πέριξ της αμαξοστοιχίας ζητών να ίδη τον Βασιλέα εκ του πλησίον. Πολλοί ασπάζονται τα οχήματα, άλλοι αναρριχώνται εις τας βαθμίδας, μη θέλοντες ν’ αποχωρισθώσιν της αμαξοστοιχίας. […] Ο Βασιλεύς κατήλθε μέχρι της τελευταίας βαθμίδος του οχήματος, ώστε να διακρίνεται ολόκληρος, ενώ υπεράνω Του έκυπτεν από του εξώστου μειδιώσα η Βασίλισσα. Χωρικαί επλησίαζον τα παράθυρα του οχήματος προσφέρουσαι άνθη εις τας πριγκηπίσσας», ανέφερε η «Καθημερινή».
Ο Κωνσταντίνος Α ́ παρέμεινε στην Ελλάδα ως βασιλιάς έως τον Σεπτέμβριο του 1922. Το Επαναστατικό Κίνημα υπό τον Πλαστήρα και τον Γονατά απαίτησε την αποχώρησή του από την Ελλάδα. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1922 ο θρόνος πέρασε στον πρωτότοκο γιο του Γεώργιο Β ́. Ο ίδιος μετέβη στην Ιταλία, όπου και πέθανε τον Ιανουάριο του 1923.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης