Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;

Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;

Το υπουργείο Αμυνας διαβεβαιώνει ότι οι πεσόντες θα μνημονεύονται στο νέο μνημείο που ανεγείρεται στο Πεντάγωνο. Είναι λάθος αυτή η επιλογή; Θα έπρεπε, σχεδόν 80 χρόνια μετά, να είναι «ουδέτερη» η συλλογική μνήμη; Ιστορικοί απαντούν στην «Κ»

8' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποιος φοβάται τη μνήμη και την Ιστορία; Διατηρούν άραγε σήμερα, στην Ελλάδα του 2024, οι παλιοί διχασμοί την τοξικότητά τους; Σχεδόν οκτώ δεκαετίες μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, ένα κρατικό μνημείο υπέρ των πεσόντων του έθνους και η παρέμβαση ενός ανθρώπου με βαρύ προσωπικό βίωμα, προκαλούν τον δημόσιο διάλογο. Φέρνουν στην επιφάνεια τα –όχι και τόσο– παλιά τραύματα.

Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, ο συγγραφέας Νίκος Γκατζογιάννης φυγαδεύτηκε μαζί με τα αδέρφια του από το χωριό τους, τη Λια Θεσπρωτίας, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μητέρα τους Ελένη δεν ήθελε να δει τα παιδιά της έρμαια στη λαίλαπα της εποχής. Οπως έγραψε αργότερα ο Γκατζογιάννης στο πολυσυζητημένο βιβλίο του, με τον εύγλωττο τίτλο «Ελένη», η επιλογή της μάνας του έγινε αιτία δίκης, καταδίκης, άγριου βασανισμού και τελικά εκτέλεσής της από αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.

Σε ένα άρθρο του, που δημοσιεύθηκε στην «Κ» της προηγούμενης Κυριακής, ο συγγραφέας ψέγει το υπουργείο Αμυνας και κατ’ επέκταση την ελληνική πολιτεία, διότι, όπως υποστηρίζει, στο «Μνημείο των Αθανάτων του Εθνους», το οποίο έως πρότινος ήταν τοποθετημένο στον αύλειο χώρο του ΓΕΕΘΑ, δεν περιλαμβάνονται τα ονόματα των περίπου 16.000 Ελλήνων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, πολεμώντας στις τάξεις του Εθνικού Στρατού.

Τοτέμ, ταμπού και ιδεολογική κυριαρχία

Ο Γκατζογιάννης εκτιμά ότι το υπουργείο Αμυνας απέκλεισε από το μνημείο τους νεκρούς της εμφύλιας σύγκρουσης του 1946-49 διότι θα αντιμετώπιζε διαμαρτυρίες από την Αριστερά. Δίνει έτσι λαβή για την επανεκκίνηση ενός διαλόγου που, λίγο πολύ, όσοι ασχολούνται με την πολιτική, ακόμη τώρα ή στα νιάτα τους, γνωρίζουν καλά: μήπως 50 χρόνια μετά την πτώση της χούντας οι ηττημένοι του Εμφυλίου κυριαρχούν ιδεολογικά στη δημόσια σφαίρα και ειδικότερα στον χώρο της Ιστορίας και της μνήμης; «Είναι σαφές εδώ και δεκαετίες πως η Αριστερά ηγεμονεύει την ερμηνεία του Εμφυλίου, αλλά και εν γένει στα ζητήματα που άπτονται της Ιστορίας του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα. Ο Γιώργος Μαυρογορδάτος περιέγραψε πολύ εύστοχα τη συνθήκη αυτή ως “ρεβάνς των ηττημένων”», λέει στην «Κ» ο Στάθης Καλύβας, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο οποίος έχει ερευνήσει τη δράση των ανταρτικών οργανώσεων στην κατοχική Πελοπόννησο.

Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;-1
Για τον Στάθη Καλύβα, καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, η Αριστερά ηγεμονεύει την ερμηνεία του Εμφυλίου, αλλά και εν γένει στα ζητήματα που άπτονται της Ιστορίας του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. «Ο Γιώργος Μαυρογορδάτος περιέγραψε πολύ εύστοχα τη συνθήκη αυτή ως ‘‘ρεβάνς των ηττημένων’’», εξηγεί ο ίδιος.

Ο Ραϋμόνδος Αλβανός, διδάκτωρ Ιστορίας, ήταν επί οκτώ χρόνια υπεύθυνος του πάρκου εθνικής συμφιλίωσης στον Γράμμο, του μοναδικού κρατικού θεσμού που ρίχνει φως στα γεγονότα του Εμφυλίου. Αποδίδει την όποια μονομέρεια της μνήμης στον κοινωνικό αποκλεισμό που επιβλήθηκε μετά το 1949: «Οι αριστεροί, ως οι ηττημένοι του Εμφυλίου, υπέφεραν πολλά και μέχρι το 1974 ήταν πρακτικά πολίτες β΄ κατηγορίας. Αυτό το αναγνωρίζουν σήμερα οι περισσότεροι Ελληνες, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Ισως κάπου εκεί να κρύβεται η απάντηση στο γιατί “ακούγεται” κυρίως η μνήμη της μιας μόνον πλευράς». Ο Χρήστος Τριανταφύλλου, ιστορικός της νεότερης γενιάς, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αντιστρέφει τη σκέψη μας και υποστηρίζει ότι η άλλη όψη της Ιστορίας αναδύθηκε μόνο μετά τη δικτατορία: «Στην Ελλάδα επί δεκαετίες η “εθνικόφρων” εκδοχή του παρελθόντος ήταν η κυρίαρχη, όχι μέσα από κάποια “ελεύθερη αγορά των ιδεών”, αλλά μέσα από κρατικές πολιτικές, επιβολή και αποκλεισμό. Οταν η εθνικοφροσύνη κατέρρευσε μέσα στις ίδιες της τις αντιφάσεις λόγω της δικτατορίας, ήταν πλέον εφικτό να ακουστούν και άλλες εκδοχές της Ιστορίας».

Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;-2
Στον κοινωνικό αποκλεισμό που επιβλήθηκε μετά το 1949 στους ηττημένους του Εμφυλίου αποδίδει ο Ραϋμόνδος Αλβανός, διδάκτωρ Ιστορίας, την όποια μονομέρεια της μνήμης. «Οι αριστεροί υπέφεραν πολλά και μέχρι το 1974 ήταν πρακτικά πολίτες β΄ κατηγορίας. Αυτό το αναγνωρίζουν σήμερα οι περισσότεροι Ελληνες, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση».

Αλληλένδετη με τη συζήτηση περί «ιδεολογικής κυριαρχίας» του ενός χώρου είναι αυτή για τις ταυτοτικές επιφυλάξεις που διακρίνουν την άλλη πλευρά. Αυτή των «νικητών του Εμφυλίου». Πράγματι, τουλάχιστον η μετριοπαθής Κεντροδεξιά δεν νιώθει άνετα όταν βουτάει στο προ-μεταπολιτευτικό ιστορικό παρελθόν. «Η δικτατορία των συνταγματαρχών έγραψε ξανά την ιστορία του Εμφυλίου και όχι κολακευτικά για τους στρατιωτικούς νικητές. Κατά κάποιον τρόπο δικαίωσε την Αριστερά γιατί με τη χούντα επεβλήθη στην Ελλάδα μια “δεξιά” δικτατορία. Εκτοτε κυριάρχησε σε επίπεδο ιδεών η Αριστερά, αλλά και μια φοβικότητα της Δεξιάς απέναντι στην ιστορία της», μας λέει η καθηγήτρια Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Κωνσταντίνα Μπότσιου, η οποία προβάλλει τη συζήτηση στο παρόν: «Και οι δύο συμπεριφορές είναι υπερβολικές και ξεπερνιούνται πάλι με αδεξιότητα και ακρότητες σήμερα. Δεν δικαιολογείται η Αριστερά να επικαλείται ηθικό προβάδισμα επειδή αδικήθηκε μετά τον Εμφύλιο, ούτε η Δεξιά δικαίωση επειδή η ΕΣΣΔ έχασε αργότερα τον Ψυχρό Πόλεμο».

Τρόποι ανάγνωσης του παρελθόντος

Οταν η αναψηλάφηση του Εμφυλίου, της βίας και των πολιτικών στόχων που προέτασσαν οι εμπλεκόμενοι, πραγματοποιείται μόνο με τη σοφία της ύστερης γνώσης, με την ασφάλεια της απόστασης από τα γεγονότα, η συζήτηση λαμβάνει χαρακτήρα αντιπαράθεσης. Πώς, άραγε, θα μπορούσαν να εξηγηθούν οι χιλιάδες εκτελέσεις, οι απαγωγές ή τα προσωπικά ξεκαθαρίσματα της περιόδου των Δεκεμβριανών και του Εμφυλίου; «Στόχος των κομμουνιστών ήταν να εγκαθιδρύσουν δικτατορία. Ευτυχώς απέτυχαν, αλλά προκάλεσαν ανείπωτη βία στον ελληνικό λαό (τουλάχιστον 157.000 νεκρούς), τεράστιες καταστροφές (800.000 άμαχοι εκτοπίστηκαν) και εθνικές στερήσεις (…) Μια τέτοια κληρονομιά δεν είναι άξια να εξασφαλίσει στους αντάρτες μια θέση σε ένα ιερό μνημείο αφιερωμένο σε όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα τους», γράφει ο Γκατζογιάννης. Εγείρεται, λοιπόν, το ερώτημα, «πώς θα πρέπει να διαβάζουμε σήμερα την Ιστορία;».

«Η δικτατορία των συνταγματαρχών έγραψε ξανά την ιστορία του Εμφυλίου και όχι κολακευτικά για τους στρατιωτικούς νικητές. Κατά κάποιον τρόπο δικαίωσε την Αριστερά γιατί με τη χούντα επεβλήθη στην Ελλάδα μια “δεξιά” δικτατορία. Εκτοτε κυριάρχησε σε επίπεδο ιδεών η Αριστερά, αλλά και μια φοβικότητα της Δεξιάς απέναντι στην ιστορία της».

«Πάντα αυτό συμβαίνει. Βλέπουμε το παρελθόν μέσα από το πρίσμα του παρόντος. Αλλά αυτό ενέχει έναν κίνδυνο: γνωρίζοντας την έκβαση των γεγονότων κάποιος μπορεί να επιδιώξει να απαξιώσει κάτι που συνέβη στο παρελθόν επειδή θεωρεί ότι μακροπρόθεσμα έχει δικαιωθεί. Το δύσκολο είναι να μπορεί κανείς να αντιληφθεί με ποιους όρους έπαιρναν αποφάσεις, ποια ήταν τα κίνητρα, ποιες ήταν οι δυνατότητες και οι περιορισμοί των ανθρώπων στο παρελθόν. Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη την ιστορική μελέτη και έρευνα», επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυμέρης Βόγλης, συγγραφέας του βιβλίου, μεταξύ άλλων, «Η αδύνατη επανάσταση – Η κοινωνική δυναμική του εμφυλίου πολέμου».

Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;-3
Η Κωνσταντίνα Μπότσιου, καθηγήτρια Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, λέει στην «Κ» πως «δεν δικαιολογείται η Αριστερά να επικαλείται ηθικό προβάδισμα επειδή αδικήθηκε μετά τον Εμφύλιο, ούτε η Δεξιά δικαίωση επειδή η ΕΣΣΔ έχασε αργότερα τον Ψυχρό Πόλεμο».

«Αν θέλουμε να κατανοήσουμε ιστορικά το παρελθόν, πρέπει να το ξεχωρίσουμε από το παρόν», υποστηρίζει η επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Δήμητρα Λαμπροπούλου και προσθέτει χαρακτηριστικά: «Να το σκεφτούμε χωρίς να σβήσουμε την κοινωνική και πολιτική υπόσταση που είχαν οι ρήξεις της Ιστορίας, κατανοώντας τα συχνά τραγικά διλήμματα, τις ελπίδες και τα αδιέξοδα των πρωταγωνιστών της. Προσέχοντας να μη συμπιέζουμε τις ιστορικές εμπειρίες και τις καμπές που πήραν οι ζωές τους σε προδιαγεγραμμένες γραμμικές συνέχειες – όπως έχει συμβεί, για παράδειγμα, με την αναγωγή του κομμουνισμού σε απλό εγκληματικό φαινόμενο».

«Η αποτίμηση των γεγονότων του παρελθόντος με τη σοφία του σήμερα είναι μονόδρομος, διότι σήμερα γνωρίζουμε πράγματα που τότε δεν ήταν γνωστά ή σαφή, όπως π.χ. πως το όραμα του υπαρκτού σοσιαλισμού οδηγούσε στη χειρότερη μορφή αυταρχισμού», αντιτείνει ο κ. Καλύβας, προσθέτοντας πάντως ότι αν οι ερευνητές δεν κατανοήσουν το πώς έβλεπαν τα πράγματα οι άνθρωποι εκείνη τη στιγμή, πέφτουν στην «παγίδα του αναχρονισμού».

Αν, πάντως, κάποιοι γιορτάζουν σήμερα τον Εμφύλιο, αυτοί είναι σίγουρα οι πολιτικοί κληρονόμοι των ηττημένων. Είτε στο τέλος Αυγούστου, κάθε χρόνο στον Γράμμο, είτε με άλλες ευκαιρίες το ΚΚΕ δίνει ιδιαίτερο βάρος στις τελετές μνήμης – όχι τόσο για να τιμήσει τους μαχητές του ΔΣΕ ως φυσικά πρόσωπα, αλλά για να θωρακίσει την ιδεολογία του. «Το ΚΚΕ μιλάει για τον Εμφύλιο με ηρωικούς όρους, τονίζοντας έτσι τη διακριτή του θέση από άλλα κόμματα. Πρόκειται περισσότερο για δήλωση αγωνιστικής γενεαλογίας, με αναφορά σε μια περίοδο που είναι, οριστικά πια, ψυχροπολεμικό παρελθόν», παρατηρεί ο κ. Τριανταφύλλου. «Προφανώς δικαιούται το ΚΚΕ να τιμά τη μνήμη των θυμάτων του Δημοκρατικού Στρατού – άλλο αν δεν δικαιούται να υποκαθιστά το κράτος στήνοντας δημόσια μνημεία κομματικού πατριωτισμού. Αλλά και ο χώρος της Κεντροδεξιάς δικαιούται να μην κάνει κάτι τέτοιο: δεν πρόκειται για αυτολογοκρισία, αλλά για ορθή επιλογή της άρνησης της πολιτικής εργαλειοποίησης της Ιστορίας», εκτιμά ο Στάθης Καλύβας.

Ποιος φοβάται τους νεκρούς του Εμφυλίου;-4
Η Δήμητρα Λαμπροπούλου, επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, εξηγεί πως «οι τελετές μνήμης και απόδοσης τιμής στον αγώνα του ΔΣΕ βασίζονται σε ένα ισχυρό στοιχείο επιτελεστικής συμμετοχής ιδίως νέων ανθρώπων, υποστηρίζοντας με αυτόν τον τρόπο ένα στέρεο θεμέλιο ταυτότητας σε έναν κόσμο ρευστότητας».

Η κ. Λαμπροπούλου δεν θεωρεί ότι το ΚΚΕ «θρηνεί διότι η Ελλάδα δεν έγινε Αλβανία ή Ρουμανία». Δίνει, όμως, μια ενδιαφέρουσα διάσταση σε αυτή την ιδιότυπη ανάκληση του παρελθόντος: «Οι δημόσιες τελετές μνήμης και απόδοσης τιμής στον αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού βασίζονται, όπως οποιαδήποτε τελετή, σε ένα ισχυρό στοιχείο επιτελεστικής συμμετοχής ιδίως νέων ανθρώπων, υποστηρίζοντας με αυτόν τον τρόπο ένα στέρεο θεμέλιο ταυτότητας σε έναν κόσμο ρευστότητας: την καταφυγή σε ένα παρελθόν με πολύ πιο σαφείς και ισχυρές διαχωριστικές γραμμές από αυτές που φιλοξενεί το παρόν», εξηγεί.

Αποσιώπηση έναντι «ειρήνης»;

Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι η «ουδετερότητα» των μνημείων επιβάλλεται για να επιτευχθεί η πολυπόθητη επούλωση των συλλογικών τραυμάτων. Γιατί να ξύνονται οι πληγές; «Δεν νομίζω ότι η αποσιώπηση ή η αγνόηση γεγονότων βοηθάει, ειδικά όταν έχουν περάσει τόσες δεκαετίες από ένα τραυματικό γεγονός, γιατί επιτρέπει να καλλιεργηθούν μύθοι και διαστρεβλώσεις. Αντίθετα, η έρευνα, η μελέτη και η συζήτηση βοηθούν να αντιμετωπίσουμε το δύσκολο παρελθόν», υπογραμμίζει ο κ. Βόγλης. Για τον Στάθη Καλύβα σε ορισμένες περιπτώσεις ο χρόνος λειτουργεί θεραπευτικά. Ο ίδιος, πάντως, αναφερόμενος στο μνημείο προσθέτει ότι η αποσιώπηση δεν συνιστά ουδετερότητα. «Δεν είναι ρεβανσισμός η συμπερίληψη των ονομάτων των πεσόντων στρατιωτών στον Εμφύλιο. Είναι η ελάχιστη υποχρέωση της πολιτείας απέναντι στη μνήμη ανθρώπων που έκαναν την υπέρτατη θυσία γι’ αυτήν». Σύμφωνα, πάντως, με τους αρμόδιους του υπουργείου Αμυνας, τα ονόματα όλων των πεσόντων θα υπάρχουν και στο νέο μνημείο που έχει σχεδιάσει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Βαρώτσος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT