Η Κατερίνα, ο Σωτήρης και το Μοσχοφίλερο

Η Κατερίνα, ο Σωτήρης και το Μοσχοφίλερο

3' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι μετρημένα στα δάχτυλα τα οινοποιεία που παράγουν κρασί από μία μόνο ποικιλία. Η οικογένεια Μποσινάκη είναι από τις λίγες αυτές περιπτώσεις, καθότι είναι φανατικά και με πάθος ταγμένη στο Μοσχοφίλερο.

Όταν όλος ο πλανήτης κυριεύεται από μόλις πέντε ποικιλίες, το Cabernet, το Syrah, το Merlot και τις λευκές Sauvignon και Chardonnay, ενώ οι λιγότερο γνωστές, όπως το Malbec, το Gewürztraminer, το Grenache, οινοποιούνται σε σημαντικά πολύ μικρότερα ποσοστά, η Ελλάδα μοιάζει φωτεινός ήλιος πάνω από πολύχρωμα αμπελοτόπια. Εκατό και βάλε ντόπιες ποικιλίες δίνουν τη δυνατότητα στους Έλληνες οινοποιούς να διαφοροποιηθούν στις αγορές του εξωτερικού, να γαργαλήσουν τους διψασμένους ουρανίσκους με Μαυροτράγανα, με Βιδιανά και Ντεμπίνες, αλλά και με πιο διαδεδομένες ελληνικές ποικιλίες, όπως το Ξινόμαυρο, το Αγιωργίτικο, το Ασύρτικο – γνωστές στα καθ’ ημάς, ανεξερεύνητο πεδίο για τους ξένους καταναλωτές. Μια τέτοια ποικιλία είναι και το Μοσχοφίλερο. Ταυτισμένο με το οροπέδιο της Μαντινείας –από τα ψυχρότερα ελληνικά αμπελοτόπια– όπου δίνει κρασιά ΠΟΠ, καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις και στην ευρύτερη Πελοπόννησο. Η ροδαλή φλούδα του στολίζει το κρασί με γκριζωπές ανταύγειες, είναι φουλ αρωματικό και μοσχοβολά λουκούμι, τριαντάφυλλο και λιβάνι, αλλά και γιασεμιά, γλυκό σταφύλι και ψημένο ψωμί. Κρασί με οξύτητα στα ύψη, μέτριο όγκο στο στόμα και επίγευση με αίσθηση ροδόνερου.

Η Κατερίνα, ο Σωτήρης και το Μοσχοφίλερο-1

H οικογένεια προμηθεύεται τα σταφύλια της από έμπιστους αμπελουργούς της περιοχής.

Μοσχοφίλερο τελεία και παύλα

Στιβαροί υποστηρικτές της τοπικότητας, καθότι δεν υποκύπτουν στις ευκολίες της γνωστής χρυσής πεντάδας ή στην εξωτική γοητεία άλλων διεθνών ποικιλιών, η οικογένεια Μποσινάκη έχει πιάσει το νόημα κι έχει ρίξει όλο της το βάρος στην ανάδειξη του Μοσχοφίλερου. Είναι η μοναδική ποικιλία που οινοποιούν και μάλιστα σε μόλις δύο ετικέτες. Η αφοσίωση της Κατερίνας και του αδερφού της Σωτήρη στο Μοσχοφίλερο είναι κληρονομική. Παρόλο που κανείς στην οικογένειά τους δεν είναι οινολόγος, όλοι τους ασχολούνται με το κρασί. Οι γονείς τους, που είχαν το 1983 την πρώτη κάβα της Τρίπολης, έχτισαν το 1990 το οινοποιείο τους στη Μαντινεία και έκαναν τον πρώτο τρύγο το ’93, αρχικά με παραγωγή χύμα κρασιού. Όταν ήρθε η σειρά του Σωτήρη και της Κατερίνας το 2009, εμφιάλωσαν για πρώτη φορά 5.500 φιάλες με ένα προϊόν αρκετά διαφοροποιημένο από ό,τι είχαμε έως τότε συνηθίσει. «Κάναμε πολύωρη εκχύλιση των σταφυλιών, ώστε να πάρουμε περισσότερα αρώματα και όγκο και να αποδείξουμε την πραγματική δύναμη της ποικιλίας», εξηγεί ο Σωτήρης.

Μα παλαιώνει η Μαντινεία;

«Ταυτόχρονα με εμάς, όλη η Μαντινεία δυνάμωσε. Ολοένα και περισσότερα οινοποιεία της περιοχής κάνουν κρασιά με ενδιαφέρον. Σημαντικό στην ποιοτική αναβάθμιση του κρασιού αυτού είναι και η αύξηση του αλκοόλ του. Παλιότερα τα Μοσχοφίλερα άγγιζαν μόλις το 11,5% vol., ενώ τα σύγχρονα κρασιά φτάνουν στο 13%. Η αλλαγή προσέδωσε πλούτο, μάκρος γεύσης, αλλά και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στον χρόνο. Αυτό το τελευταίο είναι κάτι που μελετάμε συστηματικά στο οινοποιείο μας τον τελευταίο καιρό, θέλοντας να αποδείξουμε ότι το Μοσχοφίλερο δεν πρέπει να πίνεται μόνο φρέσκο και ως απεριτίφ, αλλά ότι, καθώς εξελίσσεται, αποκτά ειδικό ενδιαφέρον, γίνεται πιο μεστό, γίνεται vin gastronomique», λέει η Κατερίνα. Στις παλιότερες σοδειές τα «εύκολα» ανθικά αρώματα του Μοσχοφίλερου εμπλουτίζονται με νότες από λεμόνι, τζίντζερ, δεντρολίβανο και ορυκτά.

Η Κατερίνα, ο Σωτήρης και το Μοσχοφίλερο-2

Από παλιά στην περιοχή, οι Μποσινάκηδες ξέρουν τα κατατόπια κι έχουν επιλέξει τα καλύτερα αμπελοτόπια στο Στενό, στα Λιθοβούνια, στις Ρίζες Τεγαίας, από παραγωγούς που εμπιστεύονται – με κάποιους από αυτούς η συνεργασία διαρκεί κοντά δέκα με δεκαπέντε χρόνια. Το 2015 δοκίμασαν για πρώτη φορά να κάνουν και ροζέ κρασί. Και πέτυχε! Η Ιέρεια είναι από τα πρώτα ροζέ Μοσχοφίλερα. «Ανακαλύψαμε άλλη μία πτυχή της ποικιλίας. Όμως δεν πρόκειται να παρεκκλίνουμε από τον δρόμο του Μοσχοφίλερου, ακόμα κι αν το ζητάει η αγορά. Ο σκοπός είναι να κάνουμε καλό κρασί, όπως μας οδηγεί η πρώτη ύλη και με τον τρόπο που το αντιλαμβανόμαστε εμείς. Όχι όπως προστάζουν οι μόδες». Η παραγωγή τους φτάνει τις 35.000 με 40.000 φιάλες για τη Μαντινεία και κοντά στις 8.000 για την Ιέρεια. Οι ίδιοι θεωρούν ότι με μια Μαντινεία μπορείς να ξεκινήσεις ένα γεύμα και να φτάσεις μέχρι το επιδόρπιο – μια μους λεμόνι λόγου χάριν. Τόσο η Μαντινεία τους όσο και η Ιέρεια είναι κρασιά ιδανικά για να συνοδεύσουμε πιάτα με λαχανικά, από σαλάτες μέχρι λαδερά, και ζυμαρικά, ενώ αμφότερα είναι κρασιά που ταιριάζουν με πουλερικά και λευκά τυριά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή