Ιχθυόσκαλα, προσφυγικά, θάλασσα, γειτονιά, πλατείες, ανηφοριές, θέα, όρος Αιγάλεω, στο βάθος το Πέραμα, δίπλα η Δραπετσώνα, η Νίκαια και ο Κορυδαλλός. Έτσι θα περιέγραφα με 12 λέξεις το Κερατσίνι. Δεκάδες μικρά στενά και ένα μωσαϊκό από πολυκατοικίες, μονώροφα σπίτια καινούρια, παλιά, ερειπωμένα. Πολλά αυτοκίνητα στους δρόμους, παπάκια και τρίκυκλα. Υπάρχει ζωντανή η ιστορία των Μικρασιατών που έφτασαν κατά χιλιάδες στην περιοχή και έφτιαξαν τις προσφυγουπόλεις. Τα σπίτια τους τα βρίσκουμε ακόμη στην οδό Δεληγιάννη, στην πλατεία Κύπρου και στα γύρω στενά. Στα σύνορα με την Δραπετσώνα, τα Λιπάσματα, το παραλιακό πάρκο που βρίσκεται στον χώρο του παλιού εργοστασίου λιπασμάτων, με μισογκρεμισμένα κτίρια από τα παλιά βιομηχανικά συγκροτήματα και όμορφη θέα στη Σαλαμίνα, είναι προορισμός για τους κατοίκους της περιοχής.
Στον όρμο του Αγίου Γεωργίου, η κεντρική ιχθυόσκαλα του Πειραιά και η μεγαλύτερη της χώρας λειτουργεί από το 1966. Επεκτείνεται σε ολόκληρη την παραλιακή περιοχή από τη Δραπετσώνα μέχρι το Πέραμα και το Κερατσίνι. Εκεί γίνονται καθημερινά οι δημοπρασίες των αλιευμάτων και η διακίνηση τους. Όσο οι περισσότεροι Αθηναίοι κοιμούνται, η Ιχθυόσκαλα ξυπνάει και γεμίζει με ψάρια, ψαράδες, πωλητές και εργαζομένους. Από εδώ παίρνουν φρέσκα ψαράκια καθημερινά στο Οινομαγειρείο ο Βασίλης (Ιχθυόσκαλα, Τ/ 210-43.27.213). Πρόκειται για μια καντίνα κρυμμένη μέσα στον όρμο απέναντι ακριβώς από την Ιχθυόσκαλα. Ένα καλτ μαγαζάκι όπου συναντάμε παρέες, ζευγάρια, εργάτες, λιμενεργάτες μέχρι και τουρίστες που μάλλον το διάβασαν σε κάποιον οδηγό. Έχει μια μοναδική ατμόσφαιρα το μαγαζί αλλά δεν ερχόμαστε μόνο για αυτό. Οι κουτσομούρες και τα μπαρμπούνια είναι αφρός, τηγανισμένα σωστά για να μην κρατάνε το λάδι και ταιριάζουν ιδανικά με μια μπίρα lager. Όσο τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας περνάει ένας πλανόδιος που δεν πουλάει λαχεία ή χαρτομάντιλα αλλά φρέσκες καραβίδες! Προς τα δυτικά, χωμένη ανάμεσα σε πολυκατοικίες, στη συνοικία Ευγένεια, βρίσκεται η ψαροταβέρνα Ε/Γ Ταξιδεύοντας (Πλάτωνος 72, Κερατσίνι, Τ/ 210-43.24.368), που έχει κάνει το Κερατσίνι προορισμό για ποιοτική ψαροφαγία. Τα εξωτερικά τραπεζάκια βλέπουν τη γειτονιά. Εσωτερικά, η διακόσμηση θυμίζει καράβι και τα τραπέζια είναι ντυμένα στα μπλε. Το προσωπικό είναι ευγενικό και η εξυπηρέτηση γρήγορη. Ακόμη και τις καθημερινές γεμίζει. Αν διαλέξετε μεζέδες, προτιμήστε τα παστά τους και τα όστρακα –φρέσκα από την Ιχθυόσκαλα–, τη φάβα, την ταραμοσαλάτα και τη σαλάτα σταμναγκάθι. Αν θέλετε να χορτάσετε, η γιουβετσάδα με θαλασσινά και τα μεγάλα φρέσκα ψάρια που έχουν άφθονα κάθε μέρα στο μενού και τα ψήνουν σωστά στα κάρβουνα, είναι η ιδανική επιλογή. Η ενημερωμένη λίστα με ούζα, απλά και διπλής απόσταξης, δίνουν έξτρα πόντους στο μαγαζί. Το Ψαροκόκκαλο της Αννας (Τσακάλωφ & Βίκτωρος Ουγκώ, Τ/210-43.23.010) κοντά στο Πάρκο του Ανδρέα Παπανδρέου είναι στέκι για οικονομική ψαροφαγία για τους Κερατσινιώτες. Εκεί μαζεύονται με τους φίλους και τις οικογένειές τους. Ένα ταβερνάκι με απλή διακόσμηση και πιάτα με φρέσκα θαλασσινά, μεγάλα ψάρια στα κάρβουνα και μικρά στο τηγάνι αλλά και σουπιές και καβούρια στη σχάρα.
Το Κερατσίνι δεν φημίζεται μόνο για τα ψαρικά. Στον Βλάχο στη Λεωφόρο Σαλαμίνος (Λεωφόρος Σαλαμίνος 1, Τ/210-46.26.151) πάνε οι ντόπιοι όταν θέλουν να φάνε παϊδάκια. Από έξω το μαγαζί δεν σου γεμίζει το μάτι και μέσα δεν έχει κάποια ιδιαίτερη διακόσμηση αλλά όσοι το ξέρουν, έρχονται γιατί ξέρουν ότι θα φάνε νόστιμα. Ακόμη και τις καθημερινές το ψητοπωλείο γεμίζει. Έρχονται εργαζόμενοι απευθείας μετά τη δουλειά, αλλά και κάτοικοι για μια μπίρα κι έναν περιποιημένο μεζέ. Ο βλάχικης καταγωγής ιδιοκτήτης ξέρει από κρέατα και ο έμπειρος ψήστης τα «απογειώνει» στα κάρβουνα. Εδώ τρως παϊδάκια αρνίσια λεπτοκομμένα που τα κόβουν την ώρα της παραγγελίας. Στην μπουκιά έχει λιπάκι και κρεατάκι σε ωραία αναλογία. Βάζουν και αρνί στη σούβλα, μικρή ποσότητα από χεράκι ή μπούτι, καλοψημένο κι αυτό. Για τους μερακλήδες ψήνουν κοκορέτσι, κοντοσούβλι αλλά και αρνίσιο κεφαλάκι.
Ο συνωνόματος Βλάχος (Βυζαντίου 23, Τ/ 210-40.04.457) βρίσκεται στη συνοικία του Αγίου Γεωργίου και φτιάχνει σουβλάκια με χειροποίητο γύρο από το 1982. Ο Χριστόφορος Τσιρογιάννης, βλάχικης καταγωγής και αυτός, από τα Γιάννενα, άνοιξε το μαγαζί σε μια γειτονιά που τότε δεν είχε κάτι αντίστοιχο. Έγινε γνωστός για τον γύρο, τα μπιφτέκια και την κόκκινη σάλτσα. 40 χρόνια μετά, ο Αριστοτέλης Τάνκα, που έτρωγε στον Βλάχο από πιτσιρικάς, εξέφρασε το ενδιαφέρον να αναλάβει την επιχείριση. Ο κύριος Χριστόφορος του την παραχώρησε με χαρά με την προϋπόθεση να μην αλλάξει το μαγαζί. Ο Αριστοτέλης «κληρονόμησε» τις μυστικές του συνταγές. Φτιάχνει τον γύρο κάθε πρωί από χοιρινό λαιμό και πανσέτα – τα παίρνουν από την κρεαταγορά του Ρέντη. Αφού τον μαρινάρουν, περιμένουν μέχρι τις έξι που ανοίγει το μαγαζί για να τον στήσουν. Στο κλείσιμο δεν τους μένει τίποτα. Τα μπιφτέκια τα κάνουν από μοσχαρίσιο κρέας και οι πίτες τους είναι από τον Χασιώτη. Η σάλτσα είναι μυστική συνταγή, όπως σε πολλά σουβλατζίδικα στην περιοχή. Την έχουν πάντα σε κατσαρολάκι και τη βάζουν ζεστή-ζεστή με μια κουτάλα στο τυλιχτό. Έχει ελαφρώς γλυκιά γεύση, λίγο πιπεράτη και καθόλου καυτερή. Οι ντόπιοι παραγγέλνουν πάντα «με μπόλικη σάλτσα». Ο κύριος Χριστόφορος έρχεται συχνά στο μαγαζί για να επιβλέψει τις εργασίες και να φάει τα τυλιχτά που έφτιαχνε τόσα χρόνια.
Στα σύνορα με την Δραπετσώνα συναντάμε το άλλο ιστορικό σουβλατζίδικο της περιοχής το Ροδόπολις – Κοσμίδης (Ανδριανού 13, Τ/210-46.23.788). Το μαγαζί άνοιξε ο Χρήστος Κοσμίδης το 1945 με τη σύζυγό του Όλγα. Είχαν έρθει ως εσωτερικοί μετανάστες από τη Ροδόπολη Σερρών. Σήμερα το τρέχει ο γιος τους, Παναγιώτης. Το μαγαζί σε κερδίζει αρχικά με την ιδιαίτερη διακόσμηση. Το έχει σχεδιάσει όλο ο σημερινός ιδιοκτήτης, που είναι ζωγράφος. Οι τοίχοι είναι ντυμένοι με ραμποτέ και διάσπαρτα στον χώρο υπάρχουν τοποθετημένοι πίνακες και αντικείμενα με ιστορία. Ένα έργο από πάτους μπουκαλιών, μια κάβα με ουίσκι, η μινιατούρα ενός Ποντίου που μαρτυρά την καταγωγή της οικογένειας. Θυμίζει ορεινό καταφύγιο, έχει κάτι από χωριό. Υπάρχει μια τηλεόραση μονίμως αναμμένη. Παίζουν ειδήσεις ή κάποιος αγώνας ποδοσφαίρου. Μουσική δεν ακούγεται. Οι πελάτες είναι όλων των ηλικιών κυρίως από τη γειτονιά. Άλλοι κάθονται στα τραπέζια και άλλοι περιμένουν την παραγγελία τους για πακέτο. Ντελίβερι δεν κάνουν. Εδώ φημίζονται για τις ανοιχτές μερίδες και όχι τόσο για το τυλιχτό. Σε ένα πιατάκι μπαίνουν δύο μεγάλες μαλακές πίτες ψημένες σε μαντεμένια πλάκα, ελάχιστα λαδωμένες, από πάνω το καλοψημένο κρέας, η ντομάτα, το κρεμμύδι και πάνω από όλα αυτά η σάλτσα του Ροδόπολις, της οποίας η επίγευση σου μένει. Η σάλτσα είναι συνταγή δική τους και φυσικά δεν τη μοιράζονται. Το μενού είναι λιτό: σουτζούκι, μπιφτέκι και χοιρινό σε καλαμάκι για τις μερίδες, το τζατζίκι ξεχωριστά όπως και οι φρέσκες πατάτες, αυτά. Τα κρεατικά τα ετοιμάζει ο κύριος Παναγιώτης αφού τα αγοράσει από το κρεοπωλείο της γειτονιάς. Φτιάχνει λίγα γιατί είναι της παλιάς σχολής και πιστεύει ότι αν «ανοίξει» τη δουλειά θα χαλάσει την ποιότητα. Έχει μεράκι για αυτό που κάνει. Το μπιφτέκι είναι μοσχαρίσιο και το καλαμάκι από χοιρινό άπαχο μπούτι, βάζει μόνο αλάτι και πιπέρι. Ειδικά το μπιφτέκι είναι τόσο μαλακό που λιώνει στο στόμα. Τα ψήνουν στα κάρβουνα, την ώρα της παραγγελίας, δεν έχουν προψημένα. Η σάλτσα είναι αρκετά γλυκιά αλλά και καυτερή και αφήνει μια ωραία κάψα στα χείλη.
Ένα τετράγωνο πιο κάτω βρίσκουμε το ζαχαροπλαστείο Αντωνίου (Σινασού 1, Τ/ 210-46.17.995). Εδώ αγοράζουν οι Κερατσινιώτες γιαούρτια και ρυζόγαλα από το 1943. Πρωτολειτούργησε ως γαλακτοπωλείο. Το άνοιξε το Βαγγέλης Αντωνίου, Ρουμελιώτης από τη Σπερχειάδα Φθιώτιδας. Ήταν κτηνοτρόφος, είχε τα δικά του πρόβατα και προμήθευε το μαγαζί με γάλα μέχρι και το 1983. Σήμερα το συνεχίζει ο εγγονός του, και αυτός Βαγγέλης, με τη σύζυγό του Ελισάβετ Σπυράτου. Εκτός από τα γαλακτοκομικά που συνεχίζουν να φτιάχνουν στο μικρό τους εργαστήριο με τον παραδοσιακό τρόπο, ετοιμάζουν και νόστιμο γαλακτομπούρεκο με τραγανό φύλλο και ωραία δεμένη κρέμα από σιμιγδάλι. Το σάμαλι είναι και αυτό πολύ δημοφιλές.
Φεύγοντας από το Κερατσίνι, κάνουμε μια στάση στα Ταμπούρια, στην πιο πολυφωτογραφημένη μπακαλοταβέρνα της πόλης, το Ειδικόν (Ψαρών 36, Τ/ 210-46.12.674). Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ο Αριστείδης Παπακωνσταντίνου άνοιξε το οινοπαντοπωλείο του, όπου πουλούσε είδη μπακαλικής, μαναβικής, είχε και λίγα τραπέζια για να εξυπηρετεί τους γείτονες. Τους έβαζε το κρασί του, τα τυριά από το τυροκομείο που είχε με τα αδέλφια του στο Γαρδίκι Τρικάλων, καμιά ντομάτα, ελιές, σαρδέλες του κουτιού και ό,τι έβγαζε το τηγάνι. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 το μαγαζί πέρασε στον γιο του Απόστολο. Έναν αιώνα από τότε που πρωτάνοιξε, ο εγγονός Αριστείδης έχει αναλάβει τη δουλειά. Τώρα λειτουργεί μόνο σαν ταβέρνα, αν και πετάγονται οι γείτονες να πάρουν λίγο τυρί ή καμιά κονσέρβα. Το εσωτερικό είναι απείραχτο. Τα παμπάλαια ψυγεία, τα ζωγραφιστά τσιμπεντοπλακάκια, τα φωτιστικά, τα παλιά ραδιόφωνα, δεκάδες πινακίδες, ταμπέλες, φωτογραφίες, μικροαντικείμενα, χαμός. Εκατό χρόνια μετά είναι ακόμη επίκαιρο και συνεχίζει να γράφει ιστορία.
Διαβάστε περισσότερα στο gastronomos.gr