Μια μικρή Ελλάδα λίγο έξω από το Τόκιο

Μια μικρή Ελλάδα λίγο έξω από το Τόκιο

8' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο μπλοκ με τις σημειώσεις από το ταξίδι στην Ιαπωνία είναι κυκλωμένες δύο λέξεις. Η πρώτη είναι η «υπευθυνότητα». Τη συνάντησα σε οποιαδήποτε εκδοχή της καθημερινότητας, άκουσα να την προφέρουν ήρεμα και πειστικά όταν ζητούσα να μου πουν ένα χαρακτηριστικό του τρόπου που λειτουργούν ως κοινωνία. Για τους Ολυμπιακούς και τους Παραολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο, το ερχόμενο καλοκαίρι (24 Ιουλίου έως 9 Αυγούστου και 25 Αυγούστου έως 6 Σεπτεμβρίου), οι Ιάπωνες δεν είναι προετοιμασμένοι μόνο ως προς τις υποδομές, αλλά και πολιτισμικά. Περιμένουν εκατομμύρια επισκέπτες μέσα στο καλοκαίρι και εκπαιδεύονται ήδη γι’ αυτό.

Η δεύτερη κυκλωμένη λέξη είναι η «εργασία». Αθόρυβα και μεθοδικά, εκατομμύρια άνθρωποι ακολουθούν δρομολόγια και συνήθειες, προγραμματίζοντας τον χρόνο τους, επαναλαμβάνοντας προσεκτικά τελετουργικά ζωής, σαν βαλβίδες ασφαλείας που αποσυμπιέζουν και εκτονώνουν. Προσέχουν τη διατροφή τους, έχουν μεγάλο προσδόκιμο ζωής και την ίδια στιγμή ένα οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα. Ένα μέρος από τα ραντεβού και τις συναντήσεις μου στο –συνολικά– δεκαήμερο ταξίδι στη «Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου» (ύστερα από πρόσκληση του ιαπωνικού Υπουργείου Εξωτερικών, μέσω της ιαπωνικής πρεσβείας στην Αθήνα) αφορούσε τη γήρανση του πληθυσμού και τη διαρκή πτώση των γεννήσεων. Το ταξίδι αυτό ήταν μια επιλεγμένα πυκνή διαδρομή σε έναν πολιτισμό που αποκαλύπτει διαρκώς νέες όψεις, όσες και η καθηλωτική παλέτα των χρωμάτων της φύσης. Ο Δυτικός επισκέπτης, όσο και να προσπαθήσει, θα παραμείνει απροετοίμαστος γι’ αυτό το ταξίδι. 

Στην Ιαπωνία των μεγάλων αντιθέσεων, η παράδοση τηρείται με την ίδια προσήλωση που επινοούνται λύσεις για το μέλλον, το παρελθόν και η τεχνολογία υψηλών ταχυτήτων έχουν την ίδια δυναμική και βαδίζουν παράλληλα. 

Και ενώ όλα μοιάζουν να λειτουργούν ρολόι, μια βόλτα στο Καμπούκι-τσο, στη δημοφιλή γειτονιά Σιντζούκου του Τόκιο, που «ποτέ δεν κοιμάται», γεμάτη από κλαμπ, μπαρ, φώτα νέον και διαφημιστικές πινακίδες, αρκεί για να αισθανθείς ότι έχεις μεταφερθεί σε ένα βιντεογκέιμ με χρώματα και αισθήσεις που δεν είναι εύκολο να καταγραφούν. 

Από την άλλη, μπορεί να σου συμβεί κι αυτό: να είσαι σε ένα πολύ μικρό τζαζ μπαρ στην Οσάκα, στενό όσο ένα μικρό δωμάτιο, και ο ιδιοκτήτης, μόλις μαθαίνει ότι είσαι Ελληνίδα, να βάζει ένα τραγούδι για καλωσόρισμα: «Δώδεκα, κι ούτε ένα τηλεφώνημα»! «Μήπως ξέρετε ποια είναι η τραγουδίστρια;» με ρωτάει. «Άννα Βίσση», απαντώ. Και επαναλαμβάνει το όνομα με ιαπωνικό συλλαβισμό! 

 

Μια μικρή Ελλάδα λίγο έξω από το Τόκιο-1

Την ημέρα που τους επισκεφθήκαμε, στην τραπεζαρία τους είχαν προβλέψει θέση και για το «Κ».

 

Το Μισάτο «υποδέχεται» την Ελλάδα

Οι αιφνιδιασμοί άφησαν ισχυρό αποτύπωμα και στη μονοήμερη επίσκεψή μου στην πόλη Μισάτο, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Τόκιο, που ανήκει στην περιφέρεια Σαϊτάμα. Είναι η πόλη που θα φιλοξενήσει, κατ’ αποκλειστικότητα, την ελληνική ολυμπιακή αποστολή για τις προπονήσεις της στο τελευταίο στάδιο της προετοιμασίας της, πριν από την έναρξη των Αγώνων στο ολοκαίνουργιο στάδιο της περιοχής. Ένα στάδιο υποδειγματικό: με έκταση 27 στρέμματα, περιλαμβάνει και κλειστούς χώρους για αποκατάσταση, ενδυνάμωση και ιατρική περίθαλψη. Στην είσοδο ένα πανό γράφει «καλώς ήρθατε/welcome». Μέσα στο στάδιο, σε μια μεγάλη ηλεκτρονική πινακίδα διαβάζουμε «Καλωσορίσατε στο Μισάτο», στα ελληνικά και στα ιαπωνικά, με τις μασκότ της πόλης να κρατούν τις σημαίες των δύο χωρών.

Η «πόλη υποδοχής-φιλοξενίας» είναι ένα σύστημα που υιοθέτησε η ιαπωνική κυβέρνηση για να καλλιεργήσει την επικοινωνία ανάμεσα στις χώρες που συμμετέχουν στους Ολυμπιακούς και στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του 2020 και στην τοπική κοινωνία. Και όπως επισημαίνει η Ολυμπιακή Επιτροπή Τόκιο 2020 σε συνέντευξή της στην «Κ» (θα τη δημοσιεύσουμε προσεχώς), σε αυτούς τους Αγώνες «δίνουμε περισσότερη έμφαση στην πνευματική προσέγγιση. Θέλουμε οι άνθρωποι να εργαστούν για να συμβιώνουν ειρηνικά σε μια πολύμορφη κοινωνία, χωρίς συναισθηματικά εμπόδια».

Αυτή ακριβώς η «προσέγγιση» κυριάρχησε στο δωδεκάωρο της παραμονής μας στο Μισάτο. 

Το ραντεβού ήταν για τις 9.30 το πρωί στο δημαρχιακό μέγαρο. Όμως φτάσαμε, μαζί με τη φωτογράφο Ανδρονίκη Χριστοδούλου –η οποία ζει εδώ και δεκαπέντε χρόνια στο Τόκιο– και με τους Ιάπωνες από το Υπουργείο Εξωτερικών που μας συνόδευαν, λίγο νωρίτερα και το αυτοκίνητο άρχισε να κάνει κύκλους γύρω από το κτίριο. Έμοιαζε ανεξήγητο, αλλά τα διστακτικά χαμόγελα αποκάλυψαν την έκπληξη: μας είχαν ετοιμάσει επίσημη υποδοχή. Παρατεταγμένοι εργαζόμενοι στην είσοδο, ανεμίζοντας μικρές ελληνικές σημαιούλες, καλωσόριζαν στα ελληνικά! Στη συνέχεια μας οδήγησαν σε μια αίθουσα συσκέψεων, όπου ακολούθησε διεξοδική ενημέρωση από τους υπευθύνους του προγράμματος για το τι σκοπεύουν να κάνουν στη διάρκεια των Ολυμπιακών και των Παραολυμπιακών στην πόλη τους.

 

Μια μικρή Ελλάδα λίγο έξω από το Τόκιο-2

Υπάλληλοι του δημαρχείου της πόλης μάς υποδέχονται, δηλώνοντας απολύτως προετοιμασμένοι να «καλωσορίσουν» την ελληνική αποστολή.

 

«Χαιρ-έ-τε, χαιρ-έ-τε»!

Η επόμενη στάση μας στο Μισάτο πολλαπλασίασε τον αρχικό αιφνιδιασμό. Για τις 11.30 ήταν προγραμματισμένη η ξενάγησή μας στο δημοτικό σχολείο Shinwa, ένα από τα 19 δημόσια της πόλης. Μας περίμεναν 200 μαθητές 6-12 χρόνων (στο σχολείο φοιτούν 1.000 παιδιά), με επικεφαλής τον διευθυντή, Τζουν Ογκάουα, και πολλούς νέους δασκάλους. Είχαν δημιουργήσει έναν διάδρομο για να περάσουμε. Δεξιά και αριστερά, μικροί μαθητές, ντυμένοι με τις στολές τους, κράδαιναν ελληνικά σημαιάκια, φωνάζοντας με όλη τη δύναμή τους «χαιρ-έ-τε, χαιρ-έ-τε»! Τόνιζαν τη λέξη με τον τρόπο τους, σαν να πρόφεραν κάτι μαγικά ακατανόητο, το οποίο μπορούσε να μεταμορφώσει μία ακόμη σχολική μέρα, χοροπηδούσαν ευχαριστημένα, συμμετείχαν σε ένα «event» που είχε ανατρέψει το ωρολόγιο πρόγραμμα. Βέβαια, μια σχολική γιαπωνέζικη μέρα σε δημόσιο Δημοτικό δεν έχει καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Ανάμεσα στα μαθήματα που διδάσκονται περιλαμβάνονται: τέχνη, μουσική, καθημερινότητα (ως μάθημα, με στοιχεία όπως: πώς συμπεριφερόμαστε στους φίλους, στους γύρω…), κοινωνιολογία. Επίσης, οργανώνονται σε ομάδες που μαγειρεύουν για τα σχολικά γεύματα στην τραπεζαρία, σερβίρουν με σκούφους, μάσκες και ποδιές, και ύστερα καθαρίζουν εξαντλητικά, ανακυκλώνουν, κατασκευάζουν αντικείμενα από την ανακύκλωση… Η βασική αρχή είναι ότι «πρέπει να τα κάνουν όλα μόνα τους», επισημαίνει ο κ. Ογκάουα.

Ξεναγηθήκαμε στους χώρους, αφού φυσικά βγάλαμε τα παπούτσια μας στην είσοδο και τα τοποθετήσαμε σε ειδικό ντουλαπάκι που είχαν ετοιμάσει με το όνομά μας (!), περάσαμε από αίθουσα μουσικής, κλειστό γυμναστήριο, αίθουσα υπολογιστών (διαθέτει 40 υπολογιστές και 40 τάμπλετ…). Ήμασταν σαν «επίσημοι» επισκέπτες στα μάτια των παιδιών, που μας παρατηρούσαν και μας ακολουθούσαν με το βλέμμα τους, μπαίναμε σε τάξεις όπου έκαναν μουσική ή ζωγράφιζαν, ανεβοκατεβαίναμε ορόφους. Παντού η οργάνωση και η (ασύλληπτη) καθαριότητα έδιναν στους χώρους μια σχεδόν «εξωπραγματική» όψη. Κατά διαστήματα, αναρτημένες σε τοίχους λέξεις στα ελληνικά (όπως «ευχαριστώ»), διακριτική «ελληνική» παρουσία με σημαιούλες και φωτογραφίες αρχαιοτήτων. Ώσπου ήρθε η ώρα του φαγητού. Είχαν υπολογίσει και για μας θέσεις και μερίδες στην τραπεζαρία. Βρεθήκαμε σαν τον Γκιούλιβερ στη χώρα των Λιλιπούτειων… Συνδαιτυμόνες μου σε ένα τραπεζάκι με μικροσκοπικά καρεκλάκια, ο Χικαρού, η Αομί, ο Καεντέ και ο Καϊτό… Το μενού στον δίσκο περιλάμβανε σούπα μίσο, κρέας με λαχανικά, ρύζι. Όλα πολύ νόστιμα, μαγειρεμένα από τα ίδια τα παιδιά. Στο τέλος, μας τραγούδησαν, μας χάρισαν οριγκάμι που είχαν φτιάξει, μας απένειμαν και ένα χάρτινο μετάλλιο… Ο αποχαιρετισμός, τρεις ώρες μετά, συγκινητικός και δύσκολος. «Χαιρ-έ-τε» και πάλι, αποθεωτικά, σε παράταξη, αλλά και από κάθε πλευρά του προαυλίου. Λίγο πριν μπούμε στο αυτοκίνητο, ένα αγοράκι μού δίνει ένα μικρό χαρτάκι, πάνω στο οποίο έχει ζωγραφίσει τη γιαπωνέζικη σημαία. Και μια φράση: «Να ξανάρθετε».

Τελευταίος προορισμός το δημαρχείο και πάλι. Αυτή τη φορά για να συναντήσουμε στη βάση του τον κ. Μασαάκι Κίζου, δήμαρχο του Μισάτο, συνεχώς, από το 2006. Τον προλάβαμε μία ημέρα πριν ταξιδέψει με αντιπροσωπεία του δήμου στην Αθήνα, για να συναντηθεί με τον δήμαρχο Περιστερίου Ανδρέα Παχατουρίδη. Οι δύο πόλεις έχουν αδελφοποιηθεί. Ο κ. Κίζου, μάλιστα, στο ευρύχωρο γραφείο του με την υπέροχη θέα στο όρος Φούτζι –το είδαμε να πυρακτώνεται καθώς περνούσε η ώρα και βαδίζαμε στο ηλιοβασίλεμα– έχει σε περίοπτη θέση ένα πήλινο περιστέρι, δώρο του κ. Παχατουρίδη.

 

Μια μικρή Ελλάδα λίγο έξω από το Τόκιο-3

Ο δήμαρχος του Μισάτο, Μασαάκι Κίζου, προσπαθεί να φέρει κοντά τον ελληνικό και τον ιαπωνικό πολιτισμό. 

 

«Η πόλη των αναγνωστών»

Σιγά σιγά, καθώς το βλέμμα μας εξοικειώνεται με τον χώρο, ανακαλύπτουμε ότι σχεδόν παντού υπάρχει κάτι ελληνικό. Είναι συστηματική και πολύπλευρη η προσπάθεια του δημάρχου να φέρει όσο γίνεται πιο κοντά τους δύο πολιτισμούς, χρησιμοποιώντας δύο όπλα: την ανάγνωση και τη γεύση. Το Μισάτο προβάλλεται ως «η πόλη των αναγνωστών». Ειδικά προγράμματα ωθούν τους μαθητές στα βιβλία, στην απόλαυση της ανακάλυψης. «Ο ελληνικός πολιτισμός προκάλεσε ζωηρό ενδιαφέρον στα παιδιά, ειδικά η μυθολογία και οι μύθοι του Αισώπου. Ζήτησα τις εντυπώσεις τους γραπτώς…» λέει ο κ. Κίζου, και οι συνεργάτες του μας παραπέμπουν σε ταμπλό όπου υπάρχουν σχόλια με υπογραφές των παιδιών μεταφρασμένα στα ελληνικά. Ζωγραφιές και σκέψεις που τις συνοδεύουν για τον «Λαγό και τη χελώνα», για την «Ιστορία του σκορπιού», για τον «Ήλιο και τον αέρα». «Κατάλαβα τελειώνοντας την ανάγνωση του “Λαγού και της χελώνας” ότι δεν πρέπει να παραιτούμαστε, όσες κι αν είναι οι δυσκολίες», γράφει ο μικρός Σάκι. 

Ό,τι κι αν ρωτάμε τον δήμαρχο, η απάντησή του σχετίζεται με την Ελλάδα. Σε ό,τι κι αν περιγράφει για την πόλη και τους κατοίκους της («κυρίως εργαζόμενοι στο Τόκιο, που επιλέγουν ως τόπο διαμονής το Μισάτο») προστίθεται και μια φράση για τη χώρα μας. Για «την προθυμία που εκφράζουν οι δημότες του να εξοικειωθούν με τον ελληνικό πολιτισμό και τη γλώσσα και να μεταφέρουν αυτό το συναίσθημα στους φιλοξενουμένους τους αθλητές και επισκέπτες». Και ο δήμαρχος κάνει τα πάντα γι’ αυτό. Μας προσφέρει συσκευασμένα μπισκότα που παρασκευάζονται με ελληνικό αλάτι!  Ένας Ιάπωνας σεφ ασχολείται με την ελληνική κουζίνα, ώστε οι κάτοικοι του Μισάτο όχι απλώς να αγαπήσουν, αλλά και να μάθουν να φτιάχνουν… μουσακά! Δεν είναι μόνο το πρόγραμμα φιλοξενίας («Homestays in Saitama 2020»: οικογένειες προσφέρουν φιλοξενία σε ξένους που θα επισκεφθούν την περιοχή ενόψει των Αγώνων), αλλά και η, με κάθε τρόπο, ενημέρωση στον τοπικό πληθυσμό ώστε κανείς «Έλληνας καλεσμένος να μην αισθανθεί ξένος»: «Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε ατμόσφαιρα όσο πιο κοντά γίνεται στην ελληνική, ώστε οι αθλητές σας, οι οικογένειές τους, όσοι έρθουν, να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους. Ζητάμε γι’ αυτό τη βοήθεια των τοπικών κοινοτήτων, επιχειρήσεων, κινήσεων πολιτών, όλων, να συμβάλουν στην προσπάθειά μας».

Πριν τον αποχαιρετήσουμε, ανταλλάσσουμε μικρά συμβολικά δώρα (μέλι εμείς κι ένα «μάτι» για γούρι, γλυκά τοπικά ο κ. Κίζου και ένα μικρό παραδοσιακό υφασμάτινο σουπλά της περιοχής). «Αριγκάτο» (ευχαριστώ) είναι η τρίτη λέξη-κλειδί, που, όμως, δεν χρειάστηκε να κυκλώσω στις σημειώσεις του ταξιδιού. Την πρόφερα δεκάδες φορές, συνοδεύοντάς τη με ελαφρά υπόκλιση. Σαν χαιρετισμό, που συμπυκνώνει όχι μόνο το τέλος μιας συνάντησης, μιας ενέργειας, μιας συναλλαγής, αλλά και την αρχή της. Οι Ιάπωνες «ευχαριστούν» με τη φυσικότητα που αναπνέουν. ■

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή