Ωδή στον γάιδαρο

Πώς το πιο καλόγνωμο ζώο του πλανήτη ταυτίστηκε με την αχαριστία.

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Όταν η δική μου γενιά, η περίφημη Generation X, ζούσε την παιδική της ηλικία, τα εργαλεία των αναμνήσεών μας ήταν πολύ διαφορετικά. Για παράδειγμα, τις προάλλες έλεγα σε έναν εικοσάχρονο –προσπαθώντας πολύ φιλότιμα να τον πείσω ότι δεν υπερβάλλω– πως δεν έχω ούτε μία φωτογραφία από το πρώτο μου σπίτι. Έχω μία της μητέρας μου, να ποζάρει στο σαλόνι, μπροστά στην ολοκαίνουργια τηλεόρασή μας (περίπου το 1968), και αυτό είναι όλο. Ό,τι θυμάμαι από το πατρικό μου, μια μονοκατοικία που μάλλον ήταν έμπλεη θαλπωρής και οικογενειακής γαλήνης, το συνθέτουν θραυσματικές εικόνες που θαμπώνουν χρόνο με τον χρόνο. 

Σας τα λέω αυτά γιατί εδώ και τρεις μέρες ψάχνω να βρω τη μία και μοναδική –και πάλι καλά να λες– φωτογραφία με τον παππού μου και τη γαϊδάρα του. Τη γαϊδάρα μου, γιατί μου την είχε τάξει και ήταν ο μπαγάσας τόσο πειστικός, που ήμουν σίγουρος ότι στο τέλος του καλοκαιριού θα τη φορτώναμε στο καράβι και θα την παίρναμε μαζί μας, σε αυτό το ίδιο σπίτι που χάνεται λίγο λίγο από τη μνήμη μου.

Αυτά που δεν θυμάμαι όμως (όπως το πού φυλάγω τα αντικείμενα που δεν θέλω να χάσω) είναι ασήμαντα μπροστά σ’ εκείνα που δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ. 
– Παππού, τα γαϊδούρια είναι καλά ζώα, δεν είναι; 
– Η κουρίτα μας πώς σου φαίνεται;
– Πολύ καλή.
– Όλα τα γαϊδούρια έτσι είναι. 
– Και τότε γιατί τον αχάριστο άνθρωπο τον λέμε γαϊδούρι;
«Δύο πράγματα ξέρει να κάνει καλά ο παππούς σου», έλεγε η γιαγιά μου. «Να παρηγοράει και να ιστορεύει». Το πρώτο το έκανε για την ανάγκη των άλλων. Το δεύτερο, από δικιά του. 

Μου απαντούσε λοιπόν: «Το γαϊδούρι είναι το πιο καλόγνωμο ζώο του πλανήτη. Ούτε ο σκύλος, που προθυμεύεται να πεθάνει για σένα, ούτε το άλογο, που μπορείς να οδηγήσεις μέσα στη φωτιά της μάχης. Το γαϊδούρι. Και είναι τόσο μπόσικο και αγαθό, που οι άνθρωποι το φορτώνουν, πολύ συχνά ώσπου να μην μπορεί να πάρει τα ποδάρια του. Ύστερα το χτυπάνε, το αφήνουν ατάιγο, απότιστο και αφού του κάμουν όλες αυτές τις αβανιές, άμα τύχει και στυλώσει, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί δεν μπορεί να κάνει βήμα παραπέρα, το κατηγοράνε και για αφιλότιμο. Κατάλαβες; Για να μην παραδεχτούν τις δικές τους βρομιές, τα ρίχνουν στον γάιδαρο· που έχει τόσα καερέτια όσα δεν έχουν όλοι οι ανθρώποι μαζί. Και να σου πω και κάτι τελευταίο; Όταν στο σταύρωμα του μεσημεριού σταματάω για τη μαρέντα μου, στη σκιά της κουρίτας ξαποσταίνω. Αυτή στέκει όρθια για να κάτσω εγώ».

Έτσι τα θυμάμαι. Λέξη προς λέξη. Όπως θυμάμαι και ότι ο παππούς μου, σε αντίθεση με πολλούς άλλους χωριάτες, ποτέ του δεν αμόλησε γαϊδούρι που δεν άντεχε άλλο τη δουλειά. Όλα πέθαναν καλοφροντισμένα, στο χωράφι μας. Μαζί τους και η κουρίτα μου, που έμεινε τελικά στο νησί και της οποίας την αφορεσμένη φωτογραφία δεν μπορώ να βρω πουθενά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή