Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;

Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;

Οι σεξιστικοί ενδυματολογικοί κανόνες υπάρχουν εδώ και δεκαετίες στα αθλήματα. Η μόνη διαφορά είναι ότι τώρα κάποιες γυναίκες επιχειρούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό

11' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απόδοση: Μυρτώ Κατσίγερα

Τελικά, το ολόσωμο κορμάκι με μανίκια 3/4 δεν κατάφερε να πάει στον ομαδικό τελικό της γυμναστικής στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι Γερμανίδες που το φόρεσαν για να αντισταθούν στη «σεξουαλικοποίηση» του αθλήματός τους αποκλείστηκαν στους προκριματικούς γύρους. Αντίθετα, τα συνηθισμένα κορμάκια γεμάτα στρας και κομμένα ψηλά στον μηρό φορέθηκαν από τις ομάδες που κέρδισαν. Ο πρωτύτερος σάλος σχετικά με τις Νορβηγές παίκτριες του μπιτς χάντμπολ, στις οποίες δόθηκε πρόστιμο επειδή τόλμησαν να δηλώσουν ότι αισθάνονταν καλύτερα φορώντας σορτς από σπάντεξ αντί των ακόμη πιο μικροσκοπικών κάτω μερών ενός μπικίνι (και επειδή τόλμησαν να τα φορέσουν) δεν επανεξετάστηκε γιατί το χάντμπολ είναι άθλημα μόνο των Ολυμπιακών Αγώνων Νέων, και καμία από τις παίκτριες του μπιτς βόλεϊ, που είναι στο Ολυμπιακό πρόγραμμα, δεν κατέθεσε παρόμοιο παράπονο. Αλλά, με πολλούς τρόπους, αυτοί οι Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν διαμορφωθεί τόσο από τα αθλήματα και τους αθλητές που είναι εκεί όσο και από εκείνους που δεν είναι εκεί.

Όπως τα ερωτήματα σχετικά με την απαγόρευση της μαριχουάνας –που πλέον είναι νόμιμη σε πολλές πολιτείες– που αναζωπυρώθηκαν από την απουσία της σπρίντερ Σα’κάρι Ρίτσαρντσον, ή τα ερωτήματα σχετικά με το πόσο γυναίκα είναι μία γυναίκα, που προέκυψαν από την απόφαση της δρομέως μεσαίων αποστάσεων Κάστερ Σεμένια να μην διαγωνιστεί αντί να ελαττώσει με το ζόρι τα φυσικά επίπεδα τεστοστερόνης της, το επίμαχο ζήτημα των εμφανίσεων πυροδότησε μια επανεξέταση του status quo. Ανέδειξε τα ζητήματα του σεξισμού, της αντικειμενοποίησης του γυναικείου σώματος, και το ποιος αποφασίζει τι είδος ντυσίματος θεωρείται «κατάλληλο» όταν πρόκειται για αθλητική διοργάνωση. «Περιμέναμε πολύ καιρό για αυτή τη συζήτηση», είπε η Άντζελα Σνάιντερ, διευθύντρια του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακών Σπουδών και ολυμπιονίκης του 1984 στην κωπηλατική ομάδα του Καναδά. Είναι η πιο πρόσφατη επανάληψη του διαλόγου που έχει διεξαχθεί σε γραφεία, πανεπιστήμια και λύκεια· στις αίθουσες του Κογκρέσου· σε αεροπλάνα και σε τηλεοπτικούς σταθμούς, καθώς οι άνθρωποι επαναστατούν ολοένα και περισσότερο εναντίον των παραδοσιακών κανόνων ένδυσης που βασίζονται έντονα στο φύλο – είτε πρόκειται για το υποχρεωτικό κοστούμι και γραβάτα, την απαγόρευση του κολάν ή την απαίτηση για ψηλοτάκουνα παπούτσια.Τα αθλήματα μπορεί να είναι το τελευταίο σύνορο της μάχης, εν μέρει επειδή έχουν χτιστεί πάνω στα θεμέλια της διαφοροποίησης των φύλων, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου με τον οποίο αυτή εκφράζεται μέσω των ρούχων, καθώς και πάνω στην παγιωμένη ιεραρχία και τα οικονομικά συμφέροντα.

Το κίνημα #MeToo και τα κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης έκαναν την ισότητα και τη συμπερίληψη τα ηχηρά σαλπίσματα της στιγμής, και αυτό επεκτείνεται και στο τι φοράμε για να αυτοεκφραστούμε και στην έννοια της ομοιομορφίας – που μπορεί να είναι μια λιγότερο σχετική ιδέα σε σχέση με μια απαρχαιωμένη ερμηνεία του κοινωνικού συμβολαίου, που ορίζεται από μια ιστορική δομή ισχύος που ήταν σχεδόν πάντα αρσενική και λευκή. Αν και αυτή η ένταση είναι περισσότερο εμφανής σε αυτούς τους Ολυμπιακούς, υπάρχει σε κάθε επίπεδο, από το ερασιτεχνικό πρωτάθλημα μέχρι τα παγκόσμια πρωταθλήματα. Και παρότι αυτά τα ζητήματα γύρω από τα ρούχα και τα αθλήματα επηρεάζουν μερικές φορές και τους άνδρες (τα υδάτινα αθλήματα, ειδικά το κολύμπι, η υδατοσφαίριση και οι καταδύσεις είναι μερικά από τα λίγα αθλήματα στα οποία το ανδρικό σώμα είναι εκτεθειμένο και συχνά αντικειμενοποιείται περισσότερο από το γυναικείο), βαραίνουν περισσότερο τις γυναίκες.
«Eίναι λίγο εντυπωσιακό το ότι μιλάμε ακόμα για το τι μπορούν ή δεν μπορούν να φορούν οι γυναίκες», είπε η Μπράντι Τσάστεϊν, πρώην μέλος της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου των ΗΠΑ που, στο Παγκόσμιο Κύπελο Γυναικών το 1999, έγινε διάσημη –ή περιβόητη, εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς– επειδή έβγαλε την μπλούζα της για να πανηγυρίσει το νικητήριο γκολ της στον τελικό εναντίον της Κίνας, αποκαλύπτοντας το αθλητικό σουτιέν της. «Αλλά τουλάχιστον μιλάμε για αυτό». Επιτέλους, πιστεύει, τα συμπεράσματα αυτού του διαλόγου μπορεί να καθιερωθούν.

Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;-1
Φωτ. AP Photo/Petros Giannakouris

ΜΙΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕΞΙΣΜΟΥ

Συχνά φαίνεται ότι από τότε που άρχισαν να συμμετέχουν γυναίκες στα ανταγωνιστικά αθλήματα, γίνονταν προσπάθειες να ελέγχεται το τι φορούν: το να είναι πιο θηλυκές ή όχι· το να καλύπτουν το σώμα επειδή μπορεί να είναι δελεαστικό για τους άνδρες όταν το βλέπουν ή το να δείχνουν το σώμα τους για να δελεάσουν τους άνδρες ώστε να πληρώσουν για να δουν το άθλημα· το να υποβαθμίσουν την ιδέα της δύναμης και να προάγουν την ιδέα της κλισέ θηλυκότητας.
Επειδή τα αθλήματα βασίζονται σε κάτι σωματικό, είναι σχεδόν αδύνατον να διαχωρίσουν την έννοια της σεξουαλικότητας από την έννοια του αθλητή – χωρίς να έχει σημασία το πόσο παράλογο είναι να πιστεύει κανείς ότι όταν μια γυναίκα, ή ακόμα κι ένας άνδρας, δίνουν τον αγώνα της ζωής τους, αυτό που σκέφτονται είναι να αποπλανήσουν τους θεατές. (Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να ακούσετε τις συνεντεύξεις των συμμετεχόντων στους Ολυμπιακούς μετά τους αγώνες για να μάθετε τι σκέφτονται: το να κερδίσουν. Τελεία.)

Αυτό είναι ιδιαίτερα ξεκάθαρο στο τένις. Το 1919, η Σουζάν Λενγκλέν της Γαλλίας σοκάρισε το Γουίμπλεντον φορώντας μια φούστα μέχρι τη γάμπα χωρίς μεσοφόρι και χωρίς κορσέ· την αποκάλεσαν «άσεμνη». Το ίδιο συνέβη ξανά 30 χρόνια αργότερα, όταν η Αμερικανίδα παίκτρια Γκέρτρουντ Μοράν φόρεσε ένα φόρεμα τένις που τελείωνε στη μέση του μηρού και για άλλη μια φορά οι διοργανωτές του Γουίμπλεντον δήλωσαν ότι εκείνη είχε φέρει «τη χυδαιότητα και την αμαρτία στο τένις». Το 1955, όταν ήταν 12 ετών, η Μπίλι Τζιν Κινγκ αποβλήθηκε από μια ομαδική φωτογραφία σε κάποια λέσχη τένις, επειδή φορούσε σορτς αντί για κοντή φούστα. Ακόμη και το 2018, η Σερένα Γουίλιαμς προκάλεσε αναστάτωση επειδή φόρεσε μια ολόσωμη κολλητή φόρμα στο Γαλλικό Όπεν. Το 2012, ακριβώς πριν από τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Λονδίνο, o Διεθνής Σύλλογος Ερασιτεχνών Πυγμάχων, πρότεινε για τις γυναίκες να φορούν φούστες και όχι σορτς, για να διαφοροποιούνται από τους άνδρες. (Μία λίστα συλλογής υπογραφών και οι διάφορες αντιδράσεις έβαλαν ένα τέλος σε αυτή την ιδέα.) Αυτό ακολούθησε μια επίσης ανεπιτυχής προσπάθεια το 2011 από τη Διεθνή Ομοσπονδία Μπάντμιντον να κάνει τις παίκτριες να φορούν φούστες και φορέματα.

Όταν το γυναικείο ποδόσφαιρο άρχισε να κερδίζει έδαφος στην αρχή της χιλιετίας και οι παίκτριες άρχισαν να ασκούν πιέσεις για ίση μεταχείριση, ο Ζεπ Μπλάτερ, τότε πρόεδρος της FIFA, της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου, πρότεινε να παίζουν φορώντας πιο κολλητά και μικρά σορτς, για να «δημιουργήσουν μια πιο θηλυκή αισθητική». Ο υπαινιγμός ήταν ότι ο μόνος τρόπος για να κάνουν τον κόσμο να πληρώσει για να δει τις παίκτριες ήταν για αυτές να πουλήσουν ουσιαστικά το σώμα τους. Αυτή η ιδέα απορρίφθηκε αρκετά γρήγορα, αν και το επιχείρημα για τη θεαματικότητα ακόμα ανακύπτει σε συζητήσεις για το ντύσιμο και τα αθλήματα. (Η εικασία ότι οι οπαδοί που παρακολουθούν τους αγώνες είναι κατά κύριο λόγο άνδρες είναι από μόνη της αμφισβητήσιμη.) Όμως, έπρεπε να έρθει το 2019 για να αποκτήσουν οι παίκτριες ποδοσφαίρου στολές που φτιάχτηκαν ειδικά για τις ανάγκες τους κι όχι μικρότερες εκδοχές των ανδρικών στολών.

Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;-2
Φωτ. The New York Times

Η ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΩΝ ΣΠΟΡ

Σε αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να συγχωρήσουμε έναν εξωγήινο που θα προσγειωνόταν στη Γη και θα μπερδευόταν με τις υποτιθέμενες φούστες που φορούν οι γυναίκες στο τένις, το χόκεϊ επί χόρτου, το σκουός και το λακρός, εφόσον μοιάζουν περισσότερο με τα απομεινάρια μιας φούστας –σαν μια υπολειπόμενη ουρά– παρά με ένα πραγματικό ρούχο. Παρομοίως, δε θα έβγαζε νόημα για τους άνδρες και τις γυναίκες να φορούν τόσο εντυπωσιακά διαφορετικές ποσότητες ρούχων στον στίβο, για παράδειγμα, ενώ σε αθλήματα όπως η κωπηλασία, το μπάσκετ και το σόφτμπολ φορούν σχεδόν το ίδιο πράγμα. «Είναι η κουλτούρα του αθλήματος», είναι συνήθως η απάντηση, όταν αναζητείται. Η κουλτούρα, υπό αυτήν την έννοια, είναι συνώνυμη με την ιστορία και την κληρονομιά· με το τι έκανε τους αθλητές να εμπλακούν στο άθλημά τους εξ αρχής· και με τα σύμβολα αυτού που συνδέει εξαιρετικούς παίκτες του σήμερα με εκείνους που προηγήθηκαν.

Είναι η κουλτούρα του αθλήματος που κάνει τις αθλήτριες ενόργανης γυμναστικής να φορούν αστραφτερά κορμάκια. Είναι η κουλτούρα του αθλήματος που κάνει τις παίκτριες μπιτς βόλεϊ να μοιάζουν με θαμώνες παραλίας. Είναι η κουλτούρα του αθλήματος που κάνει τους σκέιτμπορντερς να φορούν μεγάλα T-shirts και φαρδιά παντελόνια. Βέβαια, δεν είναι πάντα η κουλτούρα του αθλήματος. Τα κορμάκια της γυμναστικής, που σήμερα έχουν χιλιάδες στρας, ήταν για δεκαετίες σχετικά πρακτικά ρούχα, χωρίς στολισμούς· τα σορτς του μπάσκετ μακραίνουν και κονταίνουν ανάλογα τις εποχές. «Αν μια παράδοση αναπτύχθηκε μια εποχή που οι άνθρωποι δεν περιλαμβάνονταν εξαιτίας του φύλου τους ή της φυλής τους, τότε αυτή η παράδοση δεν θα υπολογίζει τις ανάγκες τους», είπε ο Ρίτσαρντ Φορντ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και συγγραφέας του Ενδυματολογικοί Κώδικες: Πώς οι Νόμοι της Μόδας Έγραψαν Ιστορία. Σκεφτείτε: για δεκαετίες, ήταν κανόνας ότι ο αντιεισαγγελέας των Ηνωμένων Πολιτειών θα φορούσε φράκο όταν επιχειρηματολογούσε ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου· όταν η Έλενα Κέιγκαν έγινε η πρώτη γυναίκα που απέκτησε τη θέση, επεσήμανε ότι αυτό δε θα μπορούσε πια να δουλέψει, και ο κανόνας άλλαξε. «Η κουλτούρα μπορεί να χρησιμοποιείται ως ένας λόγος ή μια δικαιολογία, αλλά δεν σημαίνει ότι ισχύει», είπε η Κάσιντι Κρουγκ, μέλος της αμερικανικής ομάδας καταδύσεων στους Ολυμπιακούς του 2012. Είναι επίσης η κουλτούρα των σπορ που επιτρέπει τη συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια των διοικητικών σωμάτων, τα οποία διοικούν με σιδηρά πυγμή, και στα χέρια των υφιστάμενών τους προπονητών. «Όταν κάποιος κρατάει τα όνειρά σου στα χέρια του, είναι πολύ δύσκολο να αντιταχθείς», είπε η Μέγκαν Νέιερ, αθλητική συμβουλευτική ψυχολόγος και πρώην καταδύτρια της ολυμπιακής αποστολής των ΗΠΑ.

Για πολλά χρόνια, οι αθλητές συμβουλεύονταν να μη μιλούν, μια κατάσταση που διευκόλυνε τη σεξουαλική κακοποίηση σε πολλά αθλήματα που αποκαλύφθηκε πρόσφατα, κι αυτό έκανε τη συζήτηση γύρω από το ντύσιμο ακόμα περισσότερο φορτισμένη. Ωστόσο, καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν επιτρέψει στους αθλητές να δημιουργήσουν τις δικές τους βάσεις ισχύος, oι ισορροπίες έχουν επίσης αλλάξει και τους επιτρέπουν να μιλούν με έναν τρόπο με τον οποίο δε θα μπορούσαν να μιλήσουν παλαιότερα. «Έχει υπάρξει αξιοσημείωτη πρόοδος στο κίνημα των δικαιωμάτων των αθλητών», είπε η Σνάιντερ. «Μετατοπίζεται η εξουσία».

 

Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;-3
Οι καταδύσεις είναι ένα από τα αθλήματα στα οποία το ανδρικό σώμα είναι εκτεθειμένο και συχνά αντικειμενοποιείται περισσότερο από το γυναικείο. Φωτ. AP Photo/Dmitri Lovetsky

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΣΕΝΑ· ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ

Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή επιτρέπει στις εθνικές ολυμπιακές επιτροπές κάθε αποστολής να θέσουν τους δικούς τους κανόνες σχετικά με το ντύσιμο, με έναν περιορισμό, σύμφωνα με τη Σνάιντερ: το αποτέλεσμα πρέπει «να μην είναι προσβλητικό». Όμως, όπως και με τους ενδυματολογικούς κώδικες των γραφείων, που έχουν γενικά οπισθοχωρήσει στην ιδέα ότι οι υπάλληλοι θα πρέπει να ντύνονται απλώς «κατάλληλα», το τι μπορεί να θεωρηθεί ως προσβλητικό ή κατάλληλο είναι εξαιρετικά υποκειμενικό. «Είναι μια πολύ ρευστή λέξη όταν πρόκειται για το γυναικείο σώμα και τις αλλαγές στους διάφορους πολιτισμούς και στις διάφορες θρησκείες», είπε η Σνάιντερ. Για παράδειγμα, όταν η Τσάστεϊν πόζαρε γυμνή κρατώντας μια μπάλα ποδοσφαίρου για το περιοδικό Maxim μετά τη νίκη της ποδοσφαιρικής ομάδας, αυτό θα μπορούσε εύκολα να είχε απορριφθεί ως μία αντικειμενοποίηση που έκανε ένα περιοδικό για μια φαντασίωση τροφοδοτούμενη από την τεστοστερόνη. Όμως, εκείνη είπε ότι ένιωθε πως «το να γιορτάζεις τα καλά πράγματα που κάνεις ως γυναίκα ήταν πολύ σημαντικό», ότι έδειχνε ότι δεν μπορούσε να κρυφτεί η σύνδεση μεταξύ της δύναμης και της επιτυχίας της και της θηλυκότητάς της. Και ενώ θα ήταν εξίσου εύκολο να απορρίψουμε τις στολές του μπιτς βόλεϊ ως σεξουαλική εκμετάλλευση σε στιλ Baywatch, δεδομένου ότι οι άνδρες παίζουν φορώντας φανέλες και σορτς, η Διεθνής Ομοσπονδία Βόλεϊ άλλαξε τους κανόνες το 2012 για να επιτρέψει στις γυναίκες να φορούν σορτς και μπλούζες με μανίκια. Αντίθετα, οι γυναίκες συχνά δεν τα επιλέγουν για να αποφύγουν την ταλαιπωρία του να μπαίνει άμμος στα ρούχα τους, όπως είπε η Τζένιφερ Κέσι, που κέρδισε αργυρό μετάλλιο το 2012, στο Today Show.

Είπε επίσης ότι οι παίκτριες συχνά αναφέρονται στις στολές τους ως «αγωνιστικές στολές» κι όχι «μπικίνι», για να εκφράσουν καλύτερα την ιδέα για το κοινό που παρακολουθεί: Δεν σχετίζεται με την πρόκληση· σχετίζεται με την επίδοση και την ψυχολογία. Δεν είναι για σένα· είναι για μένα. Και σχετίζεται και με το να είσαι μέλος μιας ομάδας. «Ως αθλητής, δεν θέλεις τα ρούχα σου να αποσπούν την προσοχή από τις πράξεις σου», είπε η Κρουγκ. Προσπαθείς πάντα να ισορροπήσεις το να είσαι κάποιος που εκπροσωπεί τον εαυτό του και κάποιος που εκπροσωπεί την ομάδα του. Ή, στην περίπτωση των Ολυμπιακών, τη χώρα του. Τα ολόσωμα κορμάκια που φορέθηκαν από τη γερμανική ομάδα τέθηκαν ως μια πολιτική δήλωση, αλλά ήταν επίσης μια επισήμως εγκεκριμένη αμφίεση. Απλώς ποτέ προηγουμένως δεν είχαν επιλέξει αθλήτριες της ενόργανης γυμναστικής να τα φορέσουν σε μια διοργάνωση όπως οι Ολυμπιακοί. Τον Ιούνιο, οι κανόνες της ενόργανης γυμναστικής των ΗΠΑ άλλαξαν για να επιτρέψουν στις γυναίκες αθλήτριες να φορούν σορτς πάνω από τα κορμάκια τους – ακριβώς όπως οι άνδρες. Τα στιλ «εξελίσσονται καθώς εξελίσσονται και τα ήθη», είπε ο Γκιρίσα Τσαντραράζ, διευθύνοντας σύμβουλος της GK Elite, που φτιάχνει τα κορμάκια για τις γυναίκες και τους άνδρες 11 εθνικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένης κι αυτής των ΗΠΑ. Το ότι οι γυναίκες φαίνεται να προτιμούν αυτό που μοιάζει με κλασική γοητεία (στραφτάλισμα! Λάμψη!) και γυμνά πόδια είναι δική τους επιλογή.

Που, τελικά, αυτό θα έπρεπε να είναι το ζήτημα: η επιλογή. «Έχουμε δει σε πολλές μελέτες ότι όταν ένας αθλητής νιώθει καλύτερα με αυτό που φοράει, έχει καλύτερη επίδοση», είπε η Κάθριν Σάμπιστον, καθηγήτρια αθλητικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο. Αλλά μόνο οι αθλητές είναι αυτοί που μπορούν να ορίσουν ποια ρούχα τους κάνουν να νιώθουν καλύτερα. Ίσως είναι σορτς. Ίσως είναι μακριά αγωνιστικά μαγιό. Ίσως είναι ένα ολόσωμο κορμάκι. Ίσως είναι ένα μπικίνι. 

Ποιος αποφασίζει τι πρέπει να φοράει μία πρωταθλήτρια;-4
Παραδείγματα αθλητριών που έχουν επιλέξει να εμφανίζονται περισσότερο «ντυμένες» στους αγώνες τους. Elisabeth Seitz – Pauline Schaefer (ενόργανη/Γερμανία) και Σερένα Γουίλιαμς (τένις/ΗΠΑ). Φωτ. GETTYIMAGES, REUTERS

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή