Η παρέλαση της τσικουδιάς

Μερικά κεράσματα τσικουδιάς, μια εξερεύνηση σε σοκάκια και μια ξαφνική φιλία δικαιολογούν το ότι τα Χανιά είναι μαγευτικός τόπος.

2' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Και για πες, πώς σου φαίνεται η Κρήτη;» με ρώτησε, μερικά λεπτά αφότου με παρέλαβε από το λιμάνι της Σούδας, λίγο πιο πέρα από το σιντριβάνι, όπου ο αέρας έστρεφε τους πίδακες σε όσους στέκονταν στις άκρες του. Πόσα λεπτά να είμαστε στην Εθνική; Επτά; Δέκα; Βλέπεις τις γούβες του δρόμου και προετοιμάζεσαι από πριν για το τράνταγμα που θα ακολουθήσει. Γύρω, ελιές και άγρια βουνά. Σε μια στροφή, ένα Μιτσουμπίσι κάνει μια τριπλή προσπέραση. Εμείς, στο αντίθετο ρεύμα, αγκαλιάζουμε τη λωρίδα έκτακτης ανάγκης και το Μιτσουμπίσι κάνει τη μόστρα και κινείται προς Χανιά. «Δεν μου το ρωτάς αυτό όταν θα φεύγω καλύτερα;»  «Να κεράσω τσικουδιά;» Έντεκα η ώρα το πρωί στην Κερά, η τσίμπλα δεν έχει ξεκολλήσει από τις βλεφαρίδες και το στομάχι άδειο. «Μην πείτε όχι, θα μας κακοκαρδίσετε». Μια και κάτω. Όλο το σώμα ανανταριάζει, το πρόσωπο σφίγγεται. «Προτού φύγετε, μην ξεχάσετε να κεραστείτε ξεροτήγανα». Ο χάρτης άφαντος, η μπαταρία του κινητού πεθαίνει γρήγορα και η αγωνία κρατάει πολύ. Στο Ενετικό Λιμάνι, Ολλανδοί τουρίστες ανεβαίνουν σε ένα σκάφος από το οποίο μπορούν να απολαύσουν τον βυθό. Ένα πανό για τα θύματα της Χιροσίμα υπάρχει πίσω από το τζαμί του Κιουτσούκ Χασάν. Μερικοί Ρομά ψαρεύουν κάτω από το φρούριο του Φιρκά, ενώ κανείς δεν επιλέγει τη βόλτα με τις άμαξες και τα άλογα που στέκονται κάτω από τον ήλιο. Εκτός από το προφανές της κακοποίησης των αλόγων, ο καβγάς δύο αμαξάδων είναι ένας ακόμα λόγος να αποτρέψει τους τουρίστες. Μια παρέα Γερμανών είναι χωμένοι σε μια πάροδο και στρέφουν τα κινητά τους προς τον ουρανό. Τι στο καλό, τη λάμπα βγάζουν φωτογραφία; Μόλις τελειώνουν, πηγαίνω και εγώ στο στενάκι και, τι να δω, έναν μιναρέ να ορθώνεται και να ψάχνω την κατάλληλη στάση για να μην πετύχω τη λάμπα και τις σκαλωσιές. Η τελευταία στάση ήταν στο Κρίταμο, κάπου στα στενά γύρω από το λιμάνι, για μια σαλάτα με μανιτάρια και σπανάκι και μια σφακιανή πίτα που είχε γεύση σαν λαβάς ποντιακό. Λίγο πριν φύγω, με σταματούν τα παιδιά από το διπλανό τραπέζι. «Φίλε, σ’ έπεσε το καπέλο από την καρέκλα». Αυτό το «σε» με την απόστροφο μου χτύπησε λίγο έντονα. Τους ρωτώ από πού είναι. Μου απαντάνε Κορδελιό, τους λέω Επτάλοφο. «Ε, αξίζει να κεραστούμε μια τσικουδιά». Μπορεί να είμαστε στην Κονδυλάκη, αλλά είναι σαν να βγήκαμε βράδυ στην Τζαμάλα, στις στοές της Θεσσαλονίκης. Μέσα στην ξαφνική χαρά μας, ξεχνάμε να συστηθούμε, αλλά σάμπως έχει σημασία; Καλοκαίρι είναι, η εποχή που φτιάχνεται η βάση για όλες τις ωραίες ιστορίες που θα κρατούν παρηγοριά την πρώτη μέρα στη δουλειά. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα ήταν τόσο ωραίο το να βρίσκεσαι στα Χανιά για λίγες μόνο ώρες και να έχεις ήδη κάμποσες να πεις.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή