Kλειδωμένοι με τα ζώα μας

Πώς η πανδημία άλλαξε για τα καλά τη σχέση με τους τετράποδους φίλους μας.

5' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Λοκντάουν. Τα σκυλιά μας το λάτρεψαν. Οι γάτες μας το μίσησαν (ενίοτε θέλουν την ησυχία τους). Τα ψάρια και τα ερπετά μάλλον δεν το παρατήρησαν καν. Πολλοί άνθρωποι όμως βασίστηκαν στα κατοικίδιά τους για να τη βγάλουν καθαρή αυτούς τους δύσκολους μήνες της καραντίνας.

Για να γράψω αυτό το άρθρο, προτού χτυπήσω το πρώτο γράμμα στο πληκτρολόγιο, διάβασα έρευνες. Πολλές έρευνες. Δεκατρείς, για την ακρίβεια. Αυτό που έψαχνα ήταν παρεμφερή ποσοστά στις βασικές απαντήσεις για την περίοδο συμβίωσης με τα ζώα μας, κάτω από συνθήκες κοινωνικής απομόνωσης. Μεγάλες αποκλίσεις θα σήμαιναν κακή μεθοδολογία, κακοσχεδιασμένες έρευνες, φτωχά δείγματα ή και όλα τα παραπάνω. 
Το αντίθετο θα μας αποκάλυπτε κάτι αξιοποιήσιμο, ακόμα και για το άμεσο μέλλον.

Όλες οι έρευνες που ανακάλυψα προέρχονται από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και δύο ακόμα χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που επέβαλαν σκληρό λοκντάουν τουλάχιστον μία φορά. 

Και όλες συμφωνούν τουλάχιστον στα ακόλουθα:

Πάνω από το 80% των ιδιοκτητών κατοικίδιων αισθάνθηκαν ότι τους παρουσιάστηκε η ευκαιρία να δεθούν περισσότερο με τα ζώα τους. 
Περίπου το 60% δήλωσε ότι η παρουσία των ζώων στο σπίτι τους βοήθησε στο να διατηρήσουν μια υγιή ρουτίνα (με αρωγό και την υποχρεωτική βόλτα που εδώ μεταμορφώθηκε σε μοναδική ευκαιρία για νόμιμο ξεπόρτισμα). 

Πάνω από το 40% ήταν βέβαιοι ότι το κατοικίδιό τους λειτούργησε ως αντιστρεσογόνος μηχανισμός. Στις ομάδες των ανθρώπων, μάλιστα, που ζούσαν μόνοι τους ή ήταν αναγκασμένοι σε αυστηρή απομόνωση για λόγους υγείας, το ποσοστό αυτό εκτοξευόταν στο 90%. 

Περίπου το 60% θεώρησε ότι η τετράποδη συντροφιά τους ήταν πολύτιμη στο να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα παραγωγικότητας και κινήτρων, όντας σε καθεστώς τηλεργασίας. 

Όσο για την άλλη ομάδα ανθρώπων, που δεν είχε επαφή με κατοικίδια στην προ Κόβιντ εποχή, μόνο ένα 8% πήρε ζώο αποκλειστικά εξαιτίας της πανδημίας και λιγότερο από ένα 3% το εγκατέλειψε ή το επέστρεψε στο καταφύγιο από όπου το υιοθέτησε, όταν οι πόρτες των σπιτιών άνοιξαν.

Ο μύθος των αναμενόμενων μαζικών εγκαταλείψεων δεν επαληθεύτηκε πουθενά − μάλλον προς απογοήτευση των κινδυνολόγων… Πόση σεροτονίνη λοιπόν μας πρόσφερε η παρουσία των ζώων στο σπίτι μας, όταν οι τέσσερις τοίχοι, ένα λάπτοπ και δυο τρεις πλατφόρμες επικοινωνίας με τον έξω κόσμο συγκροτούσαν την προσωπική μας κιβωτό για εβδομάδες και μήνες; Και με τι κόστος; Είναι άραγε όλα τόσο ρόδινα όσο τα περιγράφουν οι αριθμοί;

Ο Τζον Μπράντσο είναι επικεφαλής μιας επιστημονικής ομάδας που μελετά τη δυναμική των σχέσεών μας με τα ζώα συντροφιάς. Μια δυναμική που έχει τόσο βαθύ περιεχόμενο ώστε να περιγράφει ένα ολοκληρωμένο επιστημονικό πεδίο και να απαιτεί τον δικό της διακριτό τίτλο: «Anthrozoology» (ανθρωζωολογία). 

Στο βιβλίο του The animals among us (Τα ζώα ανάμεσά μας) ο Μπράντσο ισχυρίζεται ότι πολλά από αυτά που έχουμε ντρεσαριστεί να πιστεύουμε ως αυταπόδεικτες αλήθειες δεν είναι παρά προβολή της επιθυμίας μας να εξιδανικεύσουμε τις σχέσεις μας με τα ζώα. 

Άβολες αλήθειες

«Πολύ σπάνια, η αποκλειστική συμβίωση με ένα ζώο συντροφιάς είναι επ’ ωφελεία των ανθρώπων», λέει. Συχνά, τέτοιες αναγκαστικές συγκατοικήσεις επιδεινώνουν τα συμπτώματα ψυχικής ασθένειας λόγω αυξημένου αισθήματος ενοχής για την ευημερία του ζώου ή λανθασμένης αντίληψης για τη συντροφικότητα (που πρωταρχικά πρέπει να εφαρμόζεται με αποδέκτες άλλα ανθρώπινα όντα). 

Τέτοιες παρεκκλίσεις μπορεί να οδηγήσουν μοναχικούς ανθρώπους σε μεσσιανικά σύνδρομα (να σώσουμε όλα τα αδέσποτα του κόσμου) ή μανίες καταδίωξης και κανονικό μισανθρωπισμό (οι κυρίες με τις 35 γάτες στο διαμέρισμα, πεπεισμένες ότι όλος ο κόσμος τις επιβουλεύεται, τείνουν να γίνουν ο κανόνας αντί της εξαίρεσης σε ορισμένες γειτονιές με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά). 

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η παρουσία ενός ζώου ήταν σχεδόν βαλσαμική στις περιόδους του λοκντάουν: εκεί όπου υπήρχε ένα παιδί, εγκλωβισμένο ανάμεσα στην εντατική τηλεργασία των γονιών του, την αδυναμία εκτόνωσης και τη σχεδόν καταναγκαστική εμμονή με το κινητό και τη συνδεσιμότητα με τα social media. «Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ένα κατοικίδιο αποδείχτηκε πραγματικά πολύτιμο· η κόκκινη γραμμή ανάμεσα σε μια λειτουργική οικογένεια και ένα συνονθύλευμα ανθρώπων με σχέσεις επιδεινούμενης δυσπροσαρμοστικότητας»…

Και εδώ βρίσκεται το οξύμωρο όλης αυτής της εμπειρίας, που ξεδιπλώθηκε σε ένα διάστημα 18 μηνών και έφερε τον κόσμο μας άνω κάτω. Γιατί σε ένα ξεχωριστό πεδίο ερωτήσεων, σε πολλές από τις έρευνες που έγιναν από τις αρχές του καλοκαιριού, όταν η επιλογή της επιστροφής στην εργασία ήταν πλέον ανοιχτή: 

Περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες είπαν ότι θα αισθανθούν τρομερές ενοχές αν χρειαστεί να λείψουν από το σπίτι για να εργαστούν.
Πάνω από το 40% των γυναικών δήλωσε ότι στην επόμενη πανδημία θα προτιμούσε να απομονωθεί μαζί με το κατοικίδιο αντί για τον/τη σύντροφό τους. 

Και σε ένα ποσοστό αρκετά πάνω από το 10%, ερωτώμενοι και από τα δύο φύλα δήλωσαν ότι βρίσκονται ήδη σε αναζήτηση νέας εργασίας, που θα τους επιτρέπει να τηλεργάζονται για να μην αφήσουν τα ζώα τους μόνα στο σπίτι. Προσέξτε: άρδην αλλαγή του τρόπου ζωής τους, για κανέναν άλλο σοβαρό λόγο πλην της φροντίδας του ζώου συντροφιάς…

Έχει ειπωθεί πολλές φορές (κυρίως από τους χαμένους των απαντήσεων) ότι οι έρευνες αυτού του τύπου, τα γκάλοπ και οι σφυγμομετρήσεις για ζητήματα της επικαιρότητας δεν αποτυπώνουν τίποτε περισσότερο από ένα ενσταντανέ· μια φωτογραφία της στιγμής, φορτισμένη από το συναισθηματικό βάρος των όσων έχουν προηγηθεί και παραμένουν νωπά στη μνήμη του κόσμου. 

Είναι μια αισιόδοξη ερμηνεία ενός απαισιόδοξου μηνύματος: στην παραζάλη της μετά λοκντάουν εποχής, άνθρωποι τρομαγμένοι από το ενδεχόμενο νόσησης, αποξενωμένοι από τα φυσικά περιβάλλοντά τους (εργασία, χώροι κοινωνικών επαφών, διασκέδασης και αναψυχής), στρέφονται σχεδόν ανακλαστικά σ’ αυτό το ένα που τους κράτησε όρθιους σε μια φάση της Ιστορίας με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ψυχική και συναισθηματική τους υγεία. 

Με τον καιρό, όσο τα πράγματα θα επιστρέφουν στην κανονικότητα, οι άνθρωποι θα εμπιστευτούν ξανά τους ανθρώπους. Και θα εξακολουθήσουν να αγαπούν τα ζώα, θα εκτιμήσουν −στις πραγματικές της διαστάσεις− την προσφορά τους στις ζοφερές ημέρες της ερήμωσης και θα τα τοποθετήσουν στην ιεραρχική κλίμακα της οικογένειας, χωρίς την παθολογική εμμονή που επιδεικνύουν σήμερα.
 
Με άλλα λόγια, στο σίριαλ με τις ατελείωτες σεζόν, που λέγεται «ζωή», τα ζώα συντροφιάς πρωταγωνίστησαν σε κάποια επεισόδια, αλλά ήρθε η ώρα να επιστρέψουν στους υποστηρικτικούς ρόλους που τα είχαμε συνηθίσει. 

Η άλλη ερμηνεία είναι πολύ σκοτεινή για να την αναλογιστώ καν. Αν το λοκντάουν μάς οδήγησε σε μια σπειροειδή πορεία απανθρωποποίησης, όπου τα ζώα είναι το μοναδικό μας κοινωνικό αποκούμπι και οι άνθρωποι απλές φιγούρες στο φόντο, με τις οποίες η διάδρασή μας εξαντλείται μόνο στα απαραίτητα… 

Τότε ο εγκλεισμός μάς έκανε πολύ μεγαλύτερη ζημιά απ’ όσο υπολογίσαμε. Αλλά όχι. Αποκλείεται να είμαστε τόσο αφελείς…

ΥΓ. →  Παρακολουθώ τελευταία τη διαμόρφωση του Green Deal, όπως την επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τη μεταχείριση των παραγωγικών ζώων. Και σκέφτομαι ότι, πέρα από τις περιθωριακές τοποθετήσεις των υποστηρικτών της ιδέας να αφήσουμε –αύριο κιόλας!– ελεύθερα όλα τα παραγωγικά ζώα (σκεφτείτε πόσο καλά θα πήγαινε αυτό…) η επόμενη ηθική δέσμευση που οφείλουμε να αναλάβουμε είναι αυτή. Κανένας περιττός βασανισμός, αξιοπρεπείς και σπλαχνικές συνθήκες διαβίωσης για όλα. Από τα ταπεινά κοτόπουλα μέχρι τα μεγαλοπρεπή βουβάλια. Είναι εκεί που πρέπει να στρέψουμε τώρα την προσοχή μας. Η αυριανή επέτειος αφορά πλέον και αυτά. Όχι μόνο τη γατούλα στον καναπέ και το σκυλί στα πόδια σας. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή