James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων

Εκτός από την άδεια να σκοτώνει, έχει και την υποχρέωση να αλλάζει: Η εξέλιξη του Τζέιμς Μποντ από τα πρώτα ψυχροπολεμικά χρόνια μέχρι την εποχή του #ΜeΤoo και του No Time to Die, που βρίσκεται σήμερα στα σινεμά.

12' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Σας πειράζει αν η φίλη μου καθίσει εδώ για λίγο; Είναι απλώς νεκρή», λέει ο Τζέιμς Μποντ (Σον Κόνερι) σε ένα ανυποψίαστο ζευγάρι που διασκεδάζει σε ένα νυχτερινό κέντρο στις Μπαχάμες, πριν αφήσει στο τραπέζι τους την όντως νεκρή Φιόνα Βόλπε (Λουτσιάνα Παλούτσι), με την οποία λίγες στιγμές νωρίτερα χόρευαν αγκαλιασμένοι. Βλέποντας όμως την κάννη ενός όπλου να τον σημαδεύει, ο Μποντ έστρεψε την πλάτη της ακόμα τότε ζωντανής φίλης του, ώστε να δεχτεί εκείνη τη σφαίρα αντί για τον ίδιο. Όλα αυτά με την απειλή ενός πυρηνικού πολέμου να πλανάται. Είναι μια κλασική σκηνή από την ταινία Thunderball (1965), ενδεικτική πολλών εκ των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του Τζέιμς Μποντ. 

«Είναι ένα πλάσμα της εποχής του», εξηγούσε έναν χρόνο νωρίτερα ο Ίαν Φλέμινγκ για τον ήρωά του σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις. Μια φράση που ίσως τη στιγμή που την έλεγε δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο ακριβής ήταν. Εννοούσε βέβαια την εποχή εκείνη, τη δική του. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Την εποχή που έγραφε τις περιπέτειες του Μποντ στην έπαυλή του στην Τζαμάικα. Την εποχή που ως Βρετανός, και μάλιστα καλής καταγωγής, μπορούσε ακόμα να ζει βασιλικά σε μια αποικία, με ντόπιους να δουλεύουν γι’ αυτόν. Την εποχή που οι άνδρες είχαν πια επιστρέψει από τον πόλεμο, νικητές αλλά πληγωμένοι, ανακαταλαμβάνοντας τις θέσεις των επικεφαλής στις κοινωνίες της Δύσης. Αυτό που δεν μπορούσε να φανταστεί ο Φλέμινγκ ήταν ότι η εποχή εκείνη θα περνούσε και θα ερχόταν μια άλλη και μετά μια άλλη που κάθε φορά θα απαιτούσε τον δικό της Μποντ. 

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-1
Σον Κόνερι και Ούρσουλα Άντρες στα γυρίσματα της πρώτης ταινίας του Τζέιμς Μποντ, Dr. No (1962), που πραγματοποιήθηκαν πολύ κοντά στην κατοικία του Φλέμινγκ στην Τζαμάικα. © Hulton Archive/ Getty Images/ Ideal Image   

No Time to Die

Στο No Time to Die (διανομή Tulip Entertainment), που βρίσκεται επιτέλους στα σινεμά έπειτα από τις πολλές τρικλοποδιές της πανδημίας, βλέπουμε έναν Μποντ που έχει κυρίως διαφορές και όχι ομοιότητες με το μυθιστορηματικό του καλούπι. 

Ο ΑΓΓΛΟΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΚΩΤΣΕΖΟΣ

Ο Φλέμινγκ έφτιαξε λοιπόν έναν ήρωα για τη δική του εποχή. Έναν άνδρα που νιώθει ότι ο κόσμος τού ανήκει, επιτρέπει στον εαυτό του απολαύσεις και καταχρήσεις, φέρεται ως κληρονόμος της αγγλικής κομψότητας, είναι ασφαλώς σνομπ, όχι απαραίτητα συμπαθής, κάτω από το δεξί του μάτι έχει μια ουλή και είναι έτοιμος βεβαίως να σκοτώσει για να επιβιώσει στο αμοραλιστικό σύμπαν όπου κατοικεί. Κοιτάζει επίσης σταθερά και με νοσταλγικό βλέμμα τη βρετανική αυτοκρατορία να παρακμάζει, όπως έκανε ακριβώς και ο ίδιος ο Φλέμινγκ.

O Μποντ που εμφανίζεται στο σινεμά με το Dr. No (1962) είναι κάπως διαφορετικός. Πρώτα απ’ όλα, είναι Σκωτσέζος. Ο Σον Κόνερι επιλέγεται από την Eon Productions και δίνει μια δική του εκδοχή στον ρόλο· είναι μπρουτάλ, κυνικός και ορμητικός, ένας παγκόσμιος μάγκας κι ένα πολύ στρέιτ ανδρικό πρότυπο για μια εποχή που ο προσδιορισμός «τοξικός» δεν έχει θέση μπροστά από την αρρενωπότητα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την αφίσα εκείνης της πρώτης ταινίας: ο Κόνερι σε πρώτο πλάνο και πίσω του τέσσερις ημίγυμνες γυναίκες. 

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-2
Ο Σον Κόνερι στο You Only Live Twice (1967), μια ταινία που συζητήθηκε για τη στερεοτυπική απεικόνιση των Ιαπώνων.   

Ο κινηματογραφικός 007 ικανοποιεί τη φαντασίωση της υπεροχής του δυτικού κόσμου σε μια περίοδο αυξημένης ανασφάλειας: είναι η δεκαετία του 1960, η δεκαετία του Βιετνάμ και της κρίσης της Κούβας, του Τείχους του Βερολίνου, ακόμα και της κούρσας για την κατάκτηση του διαστήματος. Είναι μια εποχή σύγκρουσης. Τα σενάρια των ταινιών του Μποντ εκείνης της περιόδου (From Russia with Love, Thunderball κ.ά.) ακολουθούν την επικαιρότητα, δημιουργώντας ένα σαφές δίπολο καλού-κακού, με τον Μποντ ως υπερήρωα του Ψυχρού Πολέμου να αντιμετωπίζει με άψογο στιλ τις απειλές που προέρχονται γενικώς και αορίστως από την Ανατολή ή πολύ συγκεκριμένα από τη Σοβιετική Ένωση.

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ

Τόσο σε επίπεδο φιλοσοφίας του franchise, αλλά και όσον αφορά τον χαρακτήρα και τις απόψεις του Μποντ, η ερμηνεία του Κόνερι είναι καθοριστική. Θέτει έναν κανόνα. Το 1969 τον διαδέχεται ο Τζορτζ Λάζενμπι, ένας άγνωστος Αυστραλός ηθοποιός, ο οποίος προσπαθεί να συνεχίσει στο ίδιο τέμπο, κάτι που όμως συμβαίνει μόνο εν μέρει. Ο Λάζενμπι μοιάζει ικανός να σηκώσει τα μανίκια και να σώσει τον κόσμο με τα μπράτσα του, συγχρόνως όμως έχει, άκουσον άκουσον, συναισθήματα. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να παντρευτεί (την Νταϊάνα Ριγκ), κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει επαναληφθεί – ατυχώς, η κυρία Μποντ δεν έμεινε για πολύ ζωντανή. Η στιγμή απαιτεί έναν πιο ευάλωτο Μποντ, μακριά από τη σεξιστική νοοτροπία και την κακοποιητική συμπεριφορά του Κόνερι. Βρισκόμαστε, στο κάτω κάτω, στο Καλοκαίρι της Αγάπης. Το On Her Majesty’s Secret Service αντιμετωπίζεται ως παρένθεση. Πλέον έχει αποκτήσει μια καλτ διάσταση και αναγνωρίζεται ως σημαντική στη μυθολογία του Μποντ, αλλά εμπορικά είναι μια αποτυχία – ο Λάζενμπι δεν επιλέγεται για δεύτερη φορά.  

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-3
Ελβετικές Άλπεις: Ο Τζορτζ Λάζενμπι και η ηθοποιός Έλενα Ρόνι κατά τη διάρκεια διαλείμματος στα γυρίσματα του On Her Majesty’s Secret Service (1969). ©Larry Ellis/ Getty Images/ Ideal Image

Αντίστοιχα ως παρένθεση μπορεί να κριθεί και το Live and Let Die (1973), με τον Ρότζερ Μουρ να παίρνει πλέον το χρίσμα, μια ταινία που μοιάζει να αφουγκράζεται την κινηματογραφική τάση και κινείται στον ρυθμό του λεγόμενου blaxploitation, της πρόθεσης δηλαδή να έρθει η μαύρη κοινότητα στο προσκήνιο, ακόμα κι αν αυτό γίνεται με την αναπαραγωγή στερεοτύπων. Εν προκειμένω: πλάνα από το Χάρλεμ, βουντού και εμπόριο ναρκωτικών. Φαινομενικά αφελές, κάπως κιτς και επιπόλαιο, το φιλμ κάπως καταφέρνει να λειτουργήσει και εκ των υστέρων μοιάζει με κάτι περισσότερο από μια παράξενη περιπέτεια. Όσο πάντως πλησιάζουμε στη δεκαετία του ’80, οι ταινίες αποκτούν μια όλο και πιο χαρακτηριστική ελαφρότητα, ενίοτε με κωμικές πινελιές: θυμηθείτε την περιπέτεια στο διάστημα (Moonraker, 1979) ή τη φορά που ο Μποντ ντύνεται κλόουν (Octopussy, 1983). Ο Μουρ έχει κάτι το εκλεπτυσμένο, αλλά η (δηλωμένη) προσπάθειά του να μιμηθεί τον Κόνερι έχει ως αποτέλεσμα να μοιάζει σαν να παρωδεί τον χαρακτήρα του. 

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-4
Κλασικό και καλτ: Ο Ρότζερ Μουρ ηγείται του καστ του Live and Let Die (1973), μιας ταινίας που εντάσσεται στο κινηματογραφικό (υπο)είδος του blaxploitation. ©Terry O’Neill/ Getty Images/ Ideal Image

Ο Μουρ υποδύεται για τελευταία φορά τον Μποντ το 1985, σε ηλικία 57 ετών, μάλλον μεγάλος για τον ρόλο ενός αγέραστου 35άρη, στο κάπως ξεχασμένο σήμερα A View to a Kill. Είναι μια εποχή νέων τεχνολογιών, προβληματισμών και τεχνοφοβίας – η ιστορία της ταινίας περιστρέφεται γύρω από ένα μικροτσίπ. Το οποίο είναι σοβιετικό, για να μην ξεχνιόμαστε. Ο Ψυχρός Πόλεμος δεν έχει ακόμα τελειώσει. Δύο χρόνια αργότερα, στο The Living Daylights (1987), ο νέος Μποντ, Τίμοθι Ντάλτον, καταλήγει στο Αφγανιστάν, την ίδια στιγμή που, σε αληθινό χρόνο, εξελίσσεται ο Σοβιετικο-αφγανικός Πόλεμος. Μπορούμε να διακρίνουμε προπαγανδιστικά στοιχεία, αλλά και μια οριενταλιστική ματιά. Κάποια μέρη για τον Μποντ είναι απλώς εξωτικά. 

Ο Ντάλτον εμφανίζεται μόνο σε δύο ταινίες (ακολούθησε το Licence to Kill), όμως η ερμηνεία του έχει ενδιαφέρον: είναι ο πιο πιστός Μποντ στον μυθιστορηματικό, σκοτεινός, σοβαρός και όχι ιδιαίτερα πλεϊμπόι, μια απόφαση εν μέρει επιβεβλημένη λόγω της ανησυχίας που είχε απλωθεί στον κόσμο με την επιδημία του AIDS. 

ΠΑΕΙ Ο ΠΑΛΙΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ

«Είσαι ένας σεξιστής, μισογύνης δεινόσαυρος, ένα απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου», λέει η Μ. στον Τζέιμς Μποντ σε μια σκηνή από το GoldenEye (1995), που είναι ιστορική. Ο Πιρς Μπρόσναν έχει μόλις αναλάβει ως Μποντ, έχει για πρώτη φορά γυναίκα προϊσταμένη (Τζούντι Ντεντς) και, κυρίως, η Σοβιετική  Ένωση δεν υπάρχει πια. Και τώρα; Όλα τα παραμύθια χρειάζονται τον δράκο τους. Στο GoldenEye κυκλοφορούν ακόμα τα φαντάσματα της σοβιετικής εποχής («Οι κυβερνήσεις αλλάζουν, τα ψέματα μένουν ίδια», λέει ο Μποντ), αλλά αργότερα εμφανίζονται διάφοροι άλλοι «κακοί», όπως, για παράδειγμα, ένας βαρώνος των μίντια (Tommorow Never Dies, 1997) ή, πολύ απλά, Βορειοκορεάτες τρομοκράτες (Die Another Day, 2002).

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-5
Ο Πιρς Μπρόσναν ήταν ο πρώτος Μποντ με γυναίκα προϊστάμενο, την Τζούντι Ντεντς στον ρόλο της Μ. Εδώ, σε πλάνο από την ταινία Die Another Day (2002). © ALAMY/VIsualhellas.gr

Ο Μπρόσναν λειτουργεί ως μια μοντέρνα εκδοχή του Κόνερι: είναι σκληρός, σαρκαστικός και απόλυτος, αλλά προσαρμοσμένος σε έναν κόσμο πιο κουλ, πιο γρήγορο, πιο υποψιασμένο και γεμάτο γκάτζετ. Είναι μια μεταβατική περίοδος με ικανοποιητικά εμπορικά αποτελέσματα, αλλά σε επίπεδο ουσίας ο χαρακτήρας μοιάζει κάπως χαμένος – σε κρίση ταυτότητας. Τη λύση δίνει τελικά η πραγματικότητα. Στην πρώτη ταινία που γυρίζεται μετά την 11η Σεπτεμβρίου, την πρώτη επίσης του Ντάνιελ Κρεγκ, το Casino Royale (2006), ο Τζέιμς Μποντ επιστρατεύεται για τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Στο εξής θα έχει τα μάτια του ανοιχτά και για εγκληματίες του διαδικτύου ή ζητήματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή και βρίσκει, δηλαδή, τη θέση του στον σημερινό κόσμο. 

Ο Κρεγκ δεν είναι ψηλός, δεν είναι μελαχρινός (James Blond, όπως τον έχουν πει) και το βλέμμα του δεν είναι καθόλου παιχνιδιάρικο. Είναι παγωμένο. Δεν είναι άτρωτος, επίσης. Δηλαδή είναι, αλλά τουλάχιστον δεν δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για κάτι αυτονόητο.

Οι σφαίρες δεν περνούν από δίπλα του. Χτυπάει, πονάει, τραυματίζεται. Το αρρενωπό του προφίλ δεν υπογραμμίζεται από την επιβολή, αλλά περισσότερο από την αντοχή. Δίνει μια φυσική διάσταση στον ρόλο, γεγονός απόλυτα συμβατό με τη φυσιογνωμία των ταινιών, που περισσότερο από έναν κατάσκοπο χρειάζονται έναν πρωταγωνιστή δράσης. Η περίοδος του Κρεγκ ανανεώνει το franchise, εμπορικά και κινηματογραφικά. Ακόμα και αισθητικά παρατηρείται μια σημαντική αναβάθμιση. Το Skyfall (2012), σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες, αποτελεί μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία των ταινιών του Μποντ και στέκεται στην εκτίμηση του κοινού δίπλα στις κλασικές του Κόνερι. 

ΔΙΑΦΥΛΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Ο Ντάνιελ Κρεγκ είναι ο πρώτος Μποντ μετά τον Λάζενμπι που ερωτεύεται, κόντρα στον κανόνα που τον θέλει να ικανοποιείται μετά την πρώτη βραδιά. Ο Κρεγκ βέβαια δεν παντρεύεται ποτέ την Εύα Γκριν (Casino Royale), η ιστορία αυτή δεν εξελίσσεται καθόλου καλά, ωστόσο αποτελεί μια ενδιαφέρουσα ανατροπή. Η σχέση του Μποντ με τις γυναίκες δεν ήταν ποτέ υποδειγματική, ούτε φυσικά και η εν γένει παρουσίαση των γυναικείων χαρακτήρων. Για παράδειγμα: «Μις Άντερς! Δεν σας αναγνώρισα τώρα που φοράτε ρούχα», λέει ο Μουρ στη Μοντ Άνταμς στο The Man with the Golden Gun (1974). Χάρτινες φαντασιώσεις με μπικίνι που ενδίδουν χαριτωμένα στη γοητεία του εκάστοτε Μποντ. Και όταν δεν ενδίδουν, αναγκάζονται να ενδώσουν, όπως η Πούσι Γκαλόρ στο Goldfinger (1964) – ο Μποντ του Κόνερι σήκωνε εύκολα το χέρι του. Άλλωστε, σε συνέντευξή του εκείνη την περίοδο, ως προσωπική άποψη βέβαια, είχε πει ότι ένα χαστούκι ίσως είναι δικαιολογημένο, αν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εναλλακτικές. 

Ο όρος «Bond girl» που περιγράφει τις ηθοποιούς που έχουν παίξει στις ταινίες έναν ρόλο, ας πούμε, ερωτικού ενδιαφέροντος για τον Μποντ, είναι ασφαλώς προβληματικός και αυτό είναι κάτι που δεν χρειαζόταν να φτάσουμε στην εποχή του #ΜeΤoo για να το ανακαλύψουμε. Ακόμα και η διατύπωση της φράσης ότι μια ηθοποιός έχει υπάρξει «Bond girl» υποδηλώνει ότι η συγκεκριμένη γυναίκα είναι αν μη τι άλλο ελκυστική και προσδιορίζεται μέσω της εξωτερικής της εμφάνισης. Αυτό βέβαια δεν είναι μόνο πρόβλημα της κουλτούρας του Μποντ, αλλά πρόβλημα κουλτούρας γενικότερα. 

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-6
Ο Ντάνιελ Κρεγκ συστήνεται στο κοινό στο Casino Royale (2006) ως ένας Τζέιμς Μποντ που αν μη τι άλλο δεν φοβάται να λερωθεί. Η ταινία αποτέλεσε μια νέα αρχή για το franchise. © ALAMY/visualhellas.gr

Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια να ανατραπεί αυτή η εντύπωση. Αυτό δεν σημαίνει ότι ασχήμυναν οι πρωταγωνίστριες ούτε ότι ο Μποντ έχει πάντα «σοβαρό σκοπό» όταν τις γνωρίζει, αλλά ότι οι γυναικείοι χαρακτήρες σεναριακά ισχυροποιούνται. Η Λεά Σεϊντού στο Spectre (2015), για παράδειγμα, υποδύεται τη Μαντλέν Σουάν (ένα κουλτουριάρικο όνομα που παραπέμπει στον Προυστ!), μια γυναίκα μορφωμένη, ανεξάρτητη, δυναμική, ισότιμη του πρωταγωνιστή της. Την ξαναβλέπουμε στο No Time to Die. 

Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον Observer, ο Κρεγκ πρότεινε να προστεθεί στους σεναριογράφους της ταινίας η Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ, όπως και συνέβη, ώστε να δώσει στους διαλόγους κάτι απ’ τη σπιρτάδα και τη μοντέρνα ματιά της. Μια γυναίκα σεναριογράφος και ειδικά η συγκεκριμένη, η οποία απέδωσε αιχμηρά τη σύγχρονη γυναικεία ψυχολογία στο Fleabag, είναι μια κίνηση που δείχνει την κατεύθυνση του franchise. Η Γουόλερ-Μπριτζ ρωτήθηκε απ’ το περιοδικό Deadline αν ο Μποντ έχει θέση στην εποχή του #ΜeΤoo και γενικότερα στον 21ο αιώνα και απάντησε ότι τον θεωρεί απολύτως επίκαιρο. «Απλώς πρέπει να μεγαλώσει. Πρέπει να εξελιχθεί, αλλά το σημαντικό είναι ότι η ταινία αντιμετωπίζει τις γυναίκες όπως πρέπει. Αυτός δεν χρειάζεται να το κάνει. Αυτός πρέπει να μείνει πιστός στον χαρακτήρα του». Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη που μπορεί να προχωρήσει ακόμα περισσότερο. Αν στον Μποντ δεν αντανακλούσε ένα κοινωνικό αποτύπωμα, δεν θα χρειαζόταν να δαιμονοποιούμε τη συμπεριφορά ενός μυθοπλαστικού χαρακτήρα.

ΤΑ ΠΟΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ ΤΟΥ

Η μη πολιτική ορθότητα του Μποντ δεν περιορίζεται μόνο στη σχέση του με τις γυναίκες. Από τις σελίδες του Φλέμινγκ ακόμα μπορούμε να διακρίνουμε έναν ομοφοβικό άνδρα (ο Φλέμινγκ, αντιθέτως, δεν ήταν), συχνά εκφράζεται ρατσιστικά, δεν έχει κανέναν ηθικό κώδικα και είναι απόλυτα δεσμευμένος με την ύλη: τα καλά του ρούχα, τα γρήγορα αυτοκίνητα, το ποτό και το τσιγάρο του. 

James Bond: Πράκτωρ 007 εναντίον όλων-7
Ο Ίαν Φλέμινγκ, σε άψογο αποικιοκρατικό στιλ, έξω από την έπαυλή του στην Τζαμάικα το 1964.

Όλοι ξέρουμε πώς πίνει το μαρτίνι του, αλλά σύμφωνα με μια παλιότερη βρετανική έρευνα η ποσότητα αλκοόλ που κατά τον Φλέμινγκ καταναλώνει ο Μποντ είναι τέσσερις φορές πάνω από το όριο που θέτουν οι υγειονομικοί θεσμοί. Πέντε ποτά τη μέρα, για παράδειγμα, δεν είναι μια ρεαλιστική ποσότητα για να μπορεί συγχρόνως να σώζει τον κόσμο. Ο Κρεγκ έκανε πρόσφατα μια διαφήμιση μπίρας χωρίς αλκοόλ, αλλά στις ταινίες του είναι με διαφορά ο Μποντ που πίνει συχνότερα (πιο μετρημένος απ’ όλους είναι ο Ντάλτον) – τουλάχιστον, όμως, έχει κόψει το τσιγάρο. Μανιώδης καπνιστής στις σελίδες του Φλέμινγκ (όπως και ο ίδιος ο Φλέμινγκ), της τάξης των 60 τσιγάρων ημερησίως, το μείωσε σημαντικά στα χρόνια του Μπρόσναν και με τον Κρεγκ το έκοψε εντελώς. 

Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ

«Ο κόσμος έχει προχωρήσει», λέει στον Κρεγκ η συμπρωταγωνίστριά του στο No Time to Die, Λασάνα Λιντς, και αντικαταστάτριά του ως 007 στην υπηρεσία, όσο εκείνος απολάμβανε την προσωρινή του συνταξιοδότηση. Ο κόσμος έχει προχωρήσει και η 15ετής θητεία του Κρεγκ ολοκληρώνεται εδώ, έπειτα από έξι ταινίες. Θα μπορούσε η Λιντς να είναι η επόμενη Μποντ; Μια γυναίκα; Είναι ένα αίτημα ετών, ώστε το franchise να αλλάξει εντελώς πορεία. Αλλά αυτό δεν θα γίνει για την ώρα, όπως είπε η επικεφαλής της Eon, Μπάρμπαρα Μπροκόλι. Άφησε όμως ένα ανοιχτό παράθυρο ο επόμενος Μποντ να μην είναι λευκός, άλλο ένα διαχρονικό αίτημα. Το πιο πιθανό πάντως είναι να μη συμβεί ούτε αυτό. Έχει όμως τόση σημασία;

Το ερώτημα για την επόμενη μέρα είναι το εξής: τι θέλουμε από τον Τζέιμς Μποντ; Να είναι ένα «καλό παιδί»; Να μην προκαλεί; Να μην ενοχλεί; Να μη σκοτώνει; Μάλλον όχι, όχι ακριβώς έστω. Τι νόημα θα είχε αυτό; Μιλάμε πάντα για έναν άνθρωπο που δεν υπάρχει. Και όσο έχει την άδεια, θα συνεχίσει να σκοτώνει. Θα γοητεύει και θα γοητεύεται από τις γυναίκες που θα συναντάει και θα λέει πομπώδεις ατάκες όπως ότι, για παράδειγμα, ο κόσμος δεν είναι αρκετός. Ναι, δεν είναι. Αλλά αυτό που μετράει είναι, όπως λέει η Λιντς, ότι ο κόσμος έχει προχωρήσει. Ο Μποντ δεν χρειάζεται να γίνει ένας άλλος, αρκεί να προσαρμοστεί, να βρει τα όρια που οφείλει να έχει διατηρώντας συγχρόνως τον εξωπραγματικό του εαυτό που τον καθιστά συναρπαστικό, να γνωρίσει το σημερινό του κοινό και να κοιτάξει γύρω του στον 21ο αιώνα, να γίνει ένα πλάσμα της εποχής μας, μέχρι να χρειαστεί να γίνει κάτι άλλο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή