Βαλεντίνος με ουρά

Όταν έπειτα από δύο χρόνια πανδημίας καταλήγει κανείς να «συζεί» με το κατοικίδιό του. Η συντάκτρια του «Κ» Ελίνα Δημητριάδη αφηγείται την εμπειρία της.

5' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να καταλάβω τι ακριβώς κάνει ο Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων στο CERN, αλλά η σχέση μου με τη Φυσική ήταν καλή αρκετά χρόνια πριν και μόνο για ένα πολύ σύντομο διάστημα των προπτυχιακών σπουδών μου – κι αυτό επειδή έβρισκα συναρπαστικό τον καθηγητή που μας δίδασκε ένα μάθημα από τις Επιστήμες της Ζωής (και γοητευτικό, με τα σχεδόν κίτρινα, γατίσια μάτια του). Κάθε φορά που διάβαζα ένα σχετικό άρθρο για τον Μεγάλο Επιταχυντή, στο τέλος έπεφτα σε μια μεγάλη μαύρη τρύπα. Μετά από όσα έζησα τα τελευταία δύο χρόνια, όμως, κατάλαβα τελικά γιατί ονομάζουν την πανδημία «Μεγάλο Επιταχυντή Σχέσεων». 

Με το ξεκίνημα της πανδημίας και μέχρι πολύ πρόσφατα, δούλευα σχεδόν συνεχόμενα από το σπίτι. Κάθε πρωί που ξυπνούσα, οι κινήσεις και το πρόγραμμά μου ήταν ένα καθόλου χολιγουντιανό remake της ταινίας Η μέρα της μαρμότας. Η διαφορά ήταν ότι ήμουν πιο κυνική και απελπισμένη από τον Μπιλ Μάρεϊ και, αντί για τη μαρμότα –το ζώο που στην ταινία προμηνύει αν θα συνεχιστεί ο βαρύς χειμώνας ή θα έρθει νωρίτερα η άνοιξη–, εγώ είχα να αντικρίζω τον γάτο μου τον Μίνω και η άνοιξη φαινόταν να μην έρχεται ποτέ. Δεν είχα ραδιόφωνο-ξυπνητήρι να με ξυπνάει κάθε πρωί με το τραγούδι της Cher I Got You Babe, όπως συνέβαινε στην ταινία όταν ξυπνούσε ο Μάρεϊ για να ζήσει ακριβώς την ίδια μέρα με την προηγούμενη, αλλά αυτό θα μπορούσε να είναι το soundtrack και στη δική μου καθημερινότητα, εκείνο που θα τραγουδούσα στον Μίνω ως τη μοναδική παρέα που είχα αυτά τα δύο χρόνια, κάθε φορά που, μέσα στις διάφορες καραντίνες, τον έπαιρνα αγκαλιά, κούρνιαζε πάνω μου στο κρεβάτι για να κοιμηθεί ή τον φώναζα δίπλα μου στον καναπέ για να δούμε μαζί μια ταινία.

Μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων, παρότι τριπλά εμβολιασμένη και αποφεύγοντας εξόδους και επαφές, νόσησα κι εγώ από κορωνοϊό, περνώντας ακόμα μία προσωπική καραντίνα δύο εβδομάδων. Μαζί με εμένα «νόσησε» και ο Μίνως, συνεχίζοντας τη συνήθεια που έγινε λατρεία των τελευταίων δύο ετών, να ζούμε βίους παράλληλους. Πριν από την πανδημία, είχα μια έντονα κοινωνική ζωή, πήγαινα καθημερινά στο γραφείο, έβγαινα στη συνέχεια με συναδέλφους ή φίλους, γυρνούσα στο σπίτι αργά και έπαιζα λίγο με τον Μίνω πριν κοιμηθώ, ενώ τις μέρες που έμενα μέσα στο σπίτι έπιανα τον εαυτό μου να νιώθει το γνωστό FOMO (Fear Of Missing Out), αναλογιζόμενη μήπως έπρεπε να πάω τελικά σε εκείνο το μπαράκι όπου είχαν κανονίσει να βρεθούν οι υπόλοιποι. Κι έπειτα, ήρθε η πανδημία. Στα διάφορα διαλείμματα των τελευταίων δύο ετών που μπορούσαμε να κινηθούμε και να ζήσουμε με λίγη μεγαλύτερη ελευθερία, εγώ είχα διακρίνει ότι, αντί για FOMO, έπασχα από FODA – τη νέα τάση που έφερε ο κορωνοϊός στις ζωές μας και μεταφράζεται σε Fear of Doing Anything ή Fear of Dating Again.

Η ανασφάλεια με κάθε νέα μετάλλαξη αλλά και τα ψυχολογικά κατάλοιπα της υγειονομικής/κοινωνικής κρίσης με έκαναν να μην έχω διάθεση να βγω, να φορέσω τα αγαπημένα ρούχα μου, να συναντήσω φίλους, να γνωρίσω νέο κόσμο, να φλερτάρω ή να βγω ραντεβού, ακόμα και αφού νόσησα και, δεδομένων όσων γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, τα αντισώματα και τα εμβόλια θα με προστάτευαν για ένα διάστημα από το να νοσήσω ξανά. Έτσι, συνέχισα σε μεγάλο βαθμό τη ζωή που είχα μάθει στην καραντίνα, με τον Μίνω ως μοναδική συντροφιά.

Βαλεντίνος με ουρά-1

Και φτάνουμε, λοιπόν, στις 16 Ιανουαρίου. Με έχει πάρει ο ύπνος το προηγούμενο βράδυ στον καναπέ, ξυπνάω στις εννέα το πρωί από τις πατούσες του Μίνου πάνω στην πλάτη μου –είναι ο τρόπος του να μου δείξει ότι πεινάει–, σηκώνομαι με συνοπτικές διαδικασίες, του βάζω φαγητό και συνεχίζω με την καθημερινή τελετουργία να αερίσω όλο το σπίτι και να φτιάξω πρωινό, πριν ξεκινήσω να δουλεύω στην τραπεζαρία. Και ξαφνικά, βγαίνοντας από την κουζίνα, ο Μίνως με βλέπει, τρομάζει, η τρίχα σηκώνεται σε όλο το σώμα του, βγάζει μια δυσοίωνη κραυγή και, τρέχοντας προς το μέρος μου, μου επιτίθεται με νύχια και με δόντια. Μόλις συνήλθα από το αρχικό μεγάλο σοκ, κοιτάχτηκα στον καθρέφτη και, εντάξει, μπορεί δύο χρόνια μέσα στο σπίτι να είχα αφεθεί λίγο, μπορεί να φορούσα φόρμα, να ήμουν άβαφτη, να είχα πιασμένα τα μαλλιά μου και να ήμουν ακόμη αγουροξυπνημένη, αλλά δεν ήμουν και τόσο φρικτό θέαμα, πια. Τι ήταν αυτό που είχε μετατρέψει το πράο, γλυκό, χαδιάρικο γατί, που είχα αγαπήσει τα τέσσερα χρόνια που τον είχα και είχα δεθεί ακόμα περισσότερο μαζί του τα τελευταία δύο, σε λυσσασμένο πάνθηρα; Αφού οι ξαφνικές επιθέσεις συνεχίστηκαν τις επόμενες τρεις μέρες, αποφάσισα ότι είχε έρθει η ώρα να καλέσουμε έναν ειδικό, επομένως έκλεισα ραντεβού για να μας επισκεφτεί στο σπίτι ο εκπαιδευτής και κλινικός συμπεριφοριστής ζώων Βαγγέλης Διαμαντάκος. Όπως θα έγραφε και η Κάρι Μπράντσο, «δεν μπορούσα παρά να αναρωτηθώ: ήταν αυτό το αντίστοιχο του να πηγαίνεις με τον σύντροφό σου σε σύμβουλο σχέσεων, για να αποφανθεί ο ειδικός ότι η πανδημία επιτάχυνε τη σχέση και ο σύντροφος έπαθε φόβο δέσμευσης;». Περίπου.

Ο Βαγγέλης μού ζήτησε να του στείλω όσα βιντεάκια είχα από την κοινή ζωή μας και για ακόμη μία φορά συνειδητοποίησα ότι τα τελευταία δύο χρόνια, μέχρι και στις αποτυπωμένες από την κάμερα αναμνήσεις μου, επικρατούσε ο Μίνως. Έτσι, 16 βίντεο με επεξηγήσεις μετά, ο Βαγγέλης μού απάντησε: «Ευχαριστώ, με βοήθησες να καταλάβω πολλά, θα τα πούμε από κοντά!». Και για μένα ήταν το αντίστοιχο του «πρέπει να μιλήσουμε». Αφού ήρθε στο σπίτι και παρατήρησε την αλληλεπίδρασή μας επί δύο ώρες, ο ειδικός κατέληξε ότι, εξαιτίας της πανδημίας και της μόνιμης εγγύτητας, έχει δημιουργηθεί με εμένα και τον Μίνω μια σχέση εξάρτησης στην οποία δεν υπάρχουν όρια, κάτι που είναι απαραίτητο, «όπως και στις σχέσεις με τους ανθρώπους». «Βαγγέλη, αν σε είχα γνωρίσει νωρίτερα, μπορεί και να είχα γλιτώσει τον ψυχολόγο», του είπα, για να λάβω την απάντηση: «Αυτό μου το έχουν πει πολλοί ιδιοκτήτες ζώων».

Δύο χρόνια πανδημίας, μια σχέση εξάρτησης με τον γάτο μου, δύο επιστροφές πρώην, όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας και μας κάνουν λογικά διστακτικές απέναντι στους άνδρες και καμία νέα γνωριμία – αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα γιατί η νέα τάση, μετά το Fear Of Dating Again, είναι το hesi-dating (από το hesitate, που σημαίνει διστάζω, και το dating), δηλαδή η αμφιβολία που νιώθουν οι singles απέναντι στο να βγουν ραντεβού και στις προτεραιότητες που δίνουν σε άλλες ανάγκες στη ζωή και την ψυχολογία τους, χωρίς να προσπαθούν να τις καλύψουν μέσα από μια νέα γνωριμία ή σχέση, αφού όλα γύρω μας φαντάζουν, πλέον, τόσο αβέβαια. Τελικά, μέσα στο μυαλό μου, αντί για την Κάρι Μπράντσο, ακούγεται πιο έντονα η Σαμάνθα, που είχε πει κάποτε στο Sex and the City: «Σ’ αγαπώ, αλλά αγαπώ περισσότερο εμένα», δίνοντας βαρύτητα στη δική της ισορροπία και ψυχολογία για να μπορεί να λειτουργεί καλά μια σχέση, αλλά και η ίδια μέσα σε αυτήν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή